ΜΕΡΟΣ 3ο: Ψευδολογίες και εκβιαστικά διλήμματα
Εντελώς ξεδιάντροπα η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι ο φετινός προϋπολογισμός δίνει στη γεωργία 1,5 τρισ. δραχμές για επενδύσεις και έργα υποδομής. Τα στοιχεία όμως του ίδιου του προϋπολογισμού δείχνουν ότι η κυβερνητική ψευδολογία δεν έχει όριο. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία του προϋπολογισμού 1997, τα κονδύλια για επενδύσεις στον αγροτικό τομέα μαζί με τα διαρθρωτικά προγράμματα είναι 154,5 δισ. δραχμές, δηλαδή μειωμένα ακόμα και σε ονομαστικές τιμές κατά 1,4 % σε σχέση με τα αντίστοιχα προβλεπόμενα περσινά και όχι, ασφαλώς, 1,5 τρισ. που ισχυρίζεται η κυβέρνηση! Αλλά και με βάση τα απολογιστικά στοιχεία του υπουργείου Γεωργίας, οι Δημόσιες Ακαθάριστες Επενδύσεις Παγίου Κεφαλαίου στον αγροτικό τομέα ήταν 114,8 δισ. δραχμές και 25 δισ. περίπου οι επιδοτήσεις στις αντίστοιχες ιδιωτικές επενδύσεις δηλαδή συνολικά 140 δισ. δραχμές.
Η κυβέρνηση προβάλλει σαν τεράστιο το ποσό του προϋπολογισμού των 400 δισ. δραχμών που δίνεται για τις συντάξεις και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των αγροτών. Δε λέει όμως ότι το 70% των συνταξιούχων αγροτών ζει με τα επιδόματα ελεημοσύνης των 29.000 δραχμών το μήνα, ενώ το υπόλοιπο 30% παίρνει συντάξεις που κυμαίνονται από 29.000 - 42.000 δραχμές το μήνα.
Αυτό το κονδύλι ήταν "αγκάθι στο μάτι" της κυβέρνησης και της ΕΕ γι' αυτό με το νέο ασφαλιστικό νόμο το περιόρισε στα 140 δισ. δραχμές το χρόνο. Το κονδύλι των 140 δισ. δεν αποτελεί επιπλέον δαπάνη όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση και αυτό αποδείχνεται από τον κρατικό προϋπολογισμό στον οποίο δεν εγγράφηκαν τα 70 δισ. δραχμές για το Β εξάμηνο του 1997 που θα λειτουργήσει ο νέος ασφαλιστικός νόμος των αγροτών.
Το επιχείρημα αυτό που είναι εφεύρημα της ελληνικής κυβέρνησης, διαψεύδεται από συγκεκριμένους όρους της νέας ΚΑΠ και της συμφωνίας της ΓΚΑΤΤ που ρητά και με αυστηρές ποινές απαγορεύουν τις εθνικές επιδοτήσεις στα αγροτικά προϊόντα. Διαψεύδεται επίσης από τις πρόσφατες απειλές του υπουργού Γεωργίας των ΗΠΑ Νταν Γκλίκμαν προς την ΕΕ για αντίποινα, αν δεν περιορίσει δραστικά τις επιδοτήσεις στα δημητριακά.
Με το επιχείρημα της επανεθνικοποίησης, η κυβέρνηση προσπαθεί να δικαιολογήσει την άρνησή της στο αίτημα των αγροτών για συμπλήρωση του αγροτικού εισοδήματος από εθνικούς πόρους όπως, άλλωστε, κατά καιρούς, έχουν κάνει άλλες χώρες της ΕΕ (Γαλλία, Ιταλία κ. ά. ).
Ακόμα, να συγκαλύψει την υποταγή της στην ΕΕ και τον άνισο καταμερισμό εργασίας σε βάρος της χώρας μας. Χαρακτηριστικά σχετικά είναι τα παραδείγματα με την κατανομή των ποσοστώσεων στο αγελαδινό γάλα όπου η Ολλανδία που έχει τον ίδιο πληθυσμό με τη χώρα μας έχει ποσόστωση για την παραγωγή 11 εκατομμυρίων τόνων, ενώ η χώρα μας μόνο 625.000 τόνους, δηλαδή 18 φορές λιγότερο... Επίσης, με τα κοινοτικά κονδύλια που δίνονται στα φρουτολαχανικά, όπου, ενώ ο τομέας συμμετέχει με το 16% στη συνολική αξία της αγροτικής παραγωγής της ΕΕ, απορροφά μόνον το 4% του αγροτικού προϋπολογισμού της ΕΕ. Παράλληλα, τα κονδύλια του κοινοτικού αγροτικού προϋπολογισμού για τον καπνό μειώθηκαν, από 4% το 1992 σε 2,9% το 1995, και θα μειωθούν ακόμα περισσότερο με το νέο κανονισμό κλπ.
Παρόμοιες εμπειρίες και κατακτήσεις - και από το δικό τους αγώνα - έχουν οι ναυτεργάτες, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές, οι συνταξιούχοι, οι εμποροϋπάλληλοι και όλα τα λαϊκά στρώματα γι' αυτό δε θα περάσει ο κοινωνικός διχασμός.
Οι κατακτήσεις αυτές αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για τη δημιουργία του κοινωνικού μετώπου ενάντια στην κυβερνητική πολιτική. Αποτελούν παρακαταθήκη και εγγύηση για τη νίκη των αγροτών, για την επιβίωση των νοικοκυριών τους.
Γιάννης ΣΦΥΡΗΣ