Κυριακή 8 Ιούλη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ
Σύμβολο θυσίας και αγώνα...

Εξόριστοι στο στρατόπεδο. Συγκέντρωση ...ορθοστασίας!

Ν.ΜΑΡΓΑΡΗΣ

Εξόριστοι στο στρατόπεδο. Συγκέντρωση ...ορθοστασίας!
«Εδώ ψηλά σαν κάστρα υψώνονται στο φως/ κορμιά που δε λυγούν στην καταιγίδα!/ Οι δήμιοι εδώ ας χάσουν κάθε ελπίδα,/ είναι χαράκωμα που δεν πατά ο εχθρός!/ Μονάχα ο θάνατος να βγάλει από τ' αμπρί/ εμάς της λευτεριάς τους μονομάχους!/ Ροδίζει στης Μακρόνησος τους βράχους/ του ανθρώπου η νίκη φωτοστεφάνωτη, λαμπρή!». («Μακρόνησος», άγνωστου ποιητή).

Οταν ο λόγος φτάνει στη Μακρόνησο, οι λέξεις είναι δύσκολο να περιγράψουν τα όσα συνέβησαν εκεί. Αίμα, δολοφονίες, «Παρθενώνες», «αναμορφώσεις». Η Μακρόνησος, πλέον, έχει μετατραπεί σε σύμβολο θυσίας και αγώνα ενός λαού και του πρωτοπόρου τμήματος της εργατικής τάξης, των κομμουνιστών και των κομμουνιστριών, που παρά τα βασανιστήρια δε λύγισαν.

Οσοι βασανίστηκαν στη Μακρόνησο, υπήρξαν οι δημιουργοί και συντελεστές της ανάπτυξης της Εθνικής μας Αντίστασης, που είχε γεννηθεί και ανδρωθεί μέσα στα χρόνια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Ο λαός απέρριψε από την πρώτη στιγμή την ταπεινωτική αποδοχή της εθνικής υποδούλωσης και εντάχτηκε στο EAM - αποκλειστικό δημιούργημα του Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο είχε προχωρήσει στη συγκρότησή του με βάση σχετική απόφαση της 6ης Ολομέλειας της Κεντρικής του Επιτροπής.

Η ελληνική μεγαλοαστική τάξη βρέθηκε νικημένη στρατιωτικά, πολιτικά και ηθικά με την απελευθέρωση. Επρεπε όμως να ξαναπάρει την εξουσία στην Ελλάδα και γι' αυτό χρειάστηκε και τη στρατιωτική βοήθεια των Αγγλων ιμπεριαλιστών συμμάχων της προκειμένου να τσακίσει τον ένοπλο λαό για να το πετύχει. Για το λόγο αυτό άρχισε να καταβάλει επίμονες προσπάθειες για το ολοκληρωτικό ξερίζωμα του λαϊκοεπαναστατικού κινήματος. Ετσι οδηγήθηκε η Ελλάδα στον εμφύλιο.

Στη διάρκεια του τρίχρονου Εμφύλιου Πολέμου έφτασε στο υψηλότερο σημείο του ο ηρωισμός των Ελλήνων κομμουνιστών και των συμμάχων τους στα πεδία των μαχών και των εκτελέσεων, αλλά και στους τόπους των φυλακίσεων και των εξοριών. Αναδείχτηκε όμως ως το έσχατο σημείο της και η κτηνωδία των ελληνικών αντιδραστικών πολιτικών δυνάμεων και των ξένων υποστηρικτών τους, που προσπάθησαν να αφανίσουν το λαϊκό κίνημα.

Συνολικό εγχείρημα της αντιδραστικής εξουσίας

Για να πετύχουν, βέβαια, τον πολιτικό τους στόχο σε συνθήκες που είχαν να αντιμετωπίσουν ένα λαϊκό στρατό, τον ΔΣΕ, χρειάζονταν και μέτρα εξόντωσης του κινήματος και των αγωνιστών, όπως δολοφονικές δραστηριότητες, τρομοκρατικές συλλήψεις, εκτελεστικά αποσπάσματα. Χρειαζόταν και ένας πολύ συγκεκριμένος τόπος μαζικού εκβιασμού των συνειδήσεων, έτσι ώστε να συντριβεί μια για πάντα το λαϊκό κίνημα και πρώτ' απ' όλα οι ομμουνιστές. Και ως τέτοιος τόπος ορίστηκε, από το 1947 ακόμη, η Μακρόνησος, που λειτούργησε στην αρχή ως στρατόπεδο οπλιτών, οι οποίοι δεν ενέπνεαν εμπιστοσύνη στο αστικό καθεστώς, και μετατράπηκε στη συνέχεια σε κολαστήριο για εκατό και πλέον χιλιάδες κομμουνιστές και άλλους ΕΑΜίτες.

Η Μακρόνησος δεν ήταν ένα αποκομμένο ιστορικό περιστατικό, ένα πολιτικό φαινόμενο χωρίς ρίζες. Κάθε δημοκρατικό στοιχείο μέσα στο στρατό έπρεπε να εντοπιστεί και να επιχειρηθεί η «αναμόρφωσή» του ή η εξουδετέρωσή του - και γι' αυτό ακριβώς το σκοπό δημιουργήθηκε από την ελληνική αντίδραση και τους ξένους υποστηρικτές της η Μακρόνησος. Αργότερα το έργο αυτού του κολαστηρίου διευρύνθηκε και αφορούσε τώρα και πολίτες - με αποτέλεσμα πάνω από 15 χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ΕΑΜίτες, μαζί τους και γυναίκες, να μεταφερθούν μαζικά εκεί από τους τόπους εξορίας τους.

Η Μακρόνησος αποτέλεσε για τους δεσμώτες της τόπο προσεκτικά συνήθως μελετημένων βασανιστηρίων, για τους αστούς όμως πολιτικούς εκείνης της εποχής ήταν ένα κομμάτι της ελληνικής γης, για το οποίο νόμιζαν ότι έπρεπε να σεμνύνονται. Ο «δεξιός» πολιτικός Παναγιώτης Κανελλόπουλος μάλιστα, που ήταν τότε υπουργός των Στρατιωτικών, είχε επανειλημμένα αναλυθεί σε ύμνους για τη Μακρόνησο, την οποία δεν είχε διστάσει να χαρακτηρίσει «τιμημένο τόπο» και «Παρθενώνα του νέου ελληνισμού».

Η Μακρόνησος, βέβαια, ως ένα από τα πιο βασικά όργανα του αντικομμουνιστικού αγώνα στην Ελλάδα, δεν ενδιέφερε μόνο τη λεγόμενη δεξιά. Αφορούσε όλο τον ελληνικό αστικό πολιτικό κόσμο, αρκετούς παράγοντες του πολιτισμού και σύσσωμη σχεδόν την επίσημη Εκκλησία. Η Μακρόνησος, δηλαδή, δεν υπήρξε κτηνώδες δημιούργημα μόνο κάποιων απροκάλυπτα φασιστικών κομματικών και κρατικών οργάνων. Αποτέλεσε συνολικό εγχείρημα ολόκληρης της αντιδραστικής εξουσίας και των πολιτικών και πολιτιστικών εκφράσεών της.

Χαρακτηριστική μπορεί να θεωρηθεί στην προκειμένη περίπτωση η συζήτηση που έγινε στην Ελληνική Βουλή τον Οκτώβρη του 1949 πάνω σε ειδικό σχέδιο ψηφίσματος, με το οποίο δημιουργούνταν ο «Οργανισμός του Αναμορφωτηρίου της Μακρονήσου». Κατά τη διάρκεια της εν λόγω συζήτησης οι βουλευτές όλων ανεξαίρετα των ελληνικών αστικών πολιτικών κομμάτων, που πήραν το λόγο, αντιμετώπισαν τη Μακρόνησο ως αναγκαίο χώρο «αναμορφώσεως» του ταξικού τους εχθρού και ως ένα από τα πιο αποτελεσματικά όπλα στην αποφασιστική αναμέτρησή τους με τον κομμουνισμό.

Η Μακρόνησος εμφανίστηκε από όλους τους Ελληνες αστούς πολιτικούς ως «μέγα εθνικόν σχολείον» - το ίδιο και από τους «πνευματικούς ηγέτες» του δοσιλογικού κράτους εκείνης της εποχής. Ηξεραν ότι το άνυδρο αυτό νησί ήταν ουσιαστικά ένας από τους βασικότερους τόπους ταξικής σύγκρουσης, η οποία συγκλόνιζε τότε την Ελλάδα, και ότι έπρεπε και οι ίδιοι με κάθε μέσο να υποστηρίξουν την τάξη στην οποία ανήκαν ή είχαν την εντύπωση ότι ανήκαν, καταφεύγοντας συνειδητά ακόμη και στον πιο αγοραίο αντικομμουνισμό.

Η φρικώδης αλήθεια για τη Μακρόνησο ήταν γνωστή τουλάχιστον από τον Ιούνη του 1947, όταν στο «Ριζοσπάστη» δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά ένα πλήθος καταγγελιών αναφορικά με τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των εκεί κρατουμένων και με τα απάνθρωπα σε βάρος τους βασανιστήρια. Με το πέρασμα μάλιστα του καιρού οι καταγγελίες αυτές πολλαπλασιάζονταν και το 1948 αποτελούσε κοινό μυστικό το εγκληματικό έργο που επιτελούσε στη Μακρόνησο η κυβέρνηση της Αθήνας. Ακολούθησαν κι άλλες δημοσιεύσεις σε Ελλάδα και εξωτερικό σχετικά με το φασιστικό εκείνο κολαστήριο.

Ολες αυτές οι αποκαλύψεις, καθώς και τα κείμενα των «Κυανών Βίβλων» και άλλων εντύπων, που κυκλοφόρησαν από το 1948 μέχρι το 1953 η προσωρινή δημοκρατική Κυβέρνηση του Βουνού και οι νόμιμες δημοκρατικές οργανώσεις στην Ελλάδα, δημιούργησαν πολλές αντιδράσεις στο εξωτερικό και συνέβαλαν αποφασιστικά στην παραπέρα ανάπτυξη των εκεί πολιτικών κινήσεων για την απελευθέρωση των Ελλήνων πολιτικών κρατουμένων και για την κατάργηση των στρατοπέδων, που αποσκοπούσαν ουσιαστικά στη φυσική εξόντωσή τους.

1949: Η Μακρόνησος επίσημος κρατικός θεσμός

Τον Αύγουστο του 1949 ολοκληρώθηκε η στρατιωτική ήττα του Δημοκρατικού Στρατού - και το γεγονός αυτό δημιούργησε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για το λαϊκό κίνημα στη χώρα. Οι ελληνικές αντιδραστικές δυνάμεις, με τα μέτρα ασφαλείας που εξακολουθούσαν να παίρνουν και μετά το τέλος του Εμφύλιου πολέμου, διατήρησαν το καθεστώς του τρόμου, ενώ παράλληλα στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν προοπτική στο αντικομμουνιστικό αστυνομικό κράτος, το οποίο είχαν πια δημιουργήσει, εξαρτήθηκαν ακόμη πιο πολύ από τους Αμερικανούς, που μεταβλήθηκαν με τον καιρό σε απόλυτους ρυθμιστές των εσωτερικών και εξωτερικών υποθέσεων της Ελλάδας.

Τα μέτρα ασφαλείας των κυβερνήσεων της Αθήνας αναφέρονταν σε ένα πλήθος πολιτικών καταστάσεων, που είχαν ήδη διαμορφωθεί στη χώρα και ανάμεσα στις οποίες πρωτεύουσα θέση ήταν φυσικό να κατέχει το απάνθρωπο καθεστώς της Μακρονήσου. Γι' αυτόν, άλλωστε, το λόγο στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1949 η κυβέρνηση του Αλέξανδρου Διομήδη προώθησε στη Βουλή σχέδιο ψηφίσματος, που καθιέρωσε το μακρονησιώτικο κολαστήριο ως επίσημο κρατικό θεσμό, ο οποίος αποσκοπούσε στην «αναμόρφωση» όχι μόνο των στρατιωτών, αλλά και των πολιτών, που «είχαν προσβληθεί από το κομμουνιστικό μίασμα».

Το εν λόγω ψήφισμα είχε τότε χαρακτηριστεί ως «δέσμη μέτρων επιεικείας» απέναντι στους κρατούμενους πολίτες, εφόσον προέβλεπε την αναστολή των ποινών τους. Προϋποθέσεις, ωστόσο, γι' αυτή την αναστολή αποτελούσαν η ένταξη των κρατουμένων τούτων στον «Οργανισμό του Αναμορφωτηρίου της Μακρονήσου», η γνωστή διαδικασία της «επιστροφής τους στη μητέρα πατρίδα», η λεπτομερειακή εξέταση των ξεχωριστών περιπτώσεών τους από επιτροπές «εθνικοφρόνων» και η ταπεινωτική υπογραφή «δηλώσεων μετανοίας». Το τελευταίο μάλιστα είχε ιδιαίτερη σημασία για τον ελληνικό αντικομμουνιστικό πολιτικό κόσμο - και είναι χαρακτηριστικό το περιεχόμενο μεταγενέστερης σχετικής εγκυκλίου, που είχε εκδώσει για τις αστυνομικές αρχές της χώρας ως υπουργός Δημόσιας Τάξης ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο οποίος επιζητούσε τις εν λόγω «δηλώσεις» και τόνιζε παράλληλα ότι «πας αφιέμενος ελεύθερος εξαιτίας υποβολής τοιούτων δηλώσεων έδει να περιβάλληται μετά στοργής και εμπιστοσύνης υπό των αρχών Ασφαλείας, προτρεπόμενος επιδεξίως εις πράξεις εκδήλως προς το κομμουνιστικόν κόμμα εχθρικάς, ώστε να εκτίθεται ανεπανόρθωτος εις την συνείδησιν των πρώην ομοϊδεατών του».

Τα μακρονησιώτικα στρατόπεδα

Στα τέλη του Απρίλη του 1950, ωστόσο, άρχισαν ορισμένες συζητήσεις πάνω στο θέμα της Μακρονήσου και τελικά αποφασίστηκε η διάλυση των πολιτικών στρατοπέδων της και η μεταφορά στον Αϊ-Στράτη των «αμετανόητων» πολιτικών εξόριστων.

Μετά την πλήρη κατάρρευση του μύθου της «εθνικής αναβαθμίσεως» και την κατάργηση της Μακρονήσου ως τόπου εξορίας, οι διάφορες «κεντρώες» ή «δεξιές» κυβερνήσεις της χώρας οργάνωσαν το γκρέμισμα των κτιρίων και την καταστροφή όλων των άλλων έργων που αποτελούσαν αδιάψευστους μάρτυρες της παλιότερης ύπαρξης και λειτουργίας του μακρονησιώτικου κάτεργου. Ηθελαν να σβήσουν τελείως κάθε σημάδι για το κολαστήριο εκείνο, στο οποίο, όπως γράφει ο ποιητής, «οι σύντροφοι πέθαιναν τραγουδώντας» ή «ακονίζανε το μίσος τους στη σκληρή τους παλάμη».

Η Μακρόνησος, ωστόσο, των 15 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το άλλοτε εντελώς άγνωστο για τους πολλούς κομμάτι θαλασσοδαρμένης και ανεμοχτυπημένης γης απέναντι από το Λαύριο, είχε αναδειχτεί από το 1947 μέχρι το 1953 σε ένα από τα πιο θεμελιακά στοιχεία που όριζαν το περιεχόμενο της νεοελληνικής Ιστορίας. Δεν μπορούσε να λησμονηθεί στο όνομα οποιασδήποτε «συμφιλίωσης» και έτσι το Μάη του 1989 χαρακτηρίστηκε τελικά από το επίσημο ελληνικό κράτος ως ιστορικός τόπος και τα κτίρια του στρατοπέδου ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία.

Πηγή: Από την εισαγωγή του Βασίλη Κ. Λάζαρη, στο έργο «Μακρόνησος Ιστορικός Τόπος», Τόμος Α΄, σελ. 17-31.


Κ. Τ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ