Τετάρτη 2 Φλεβάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ - 17ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ

Σύντροφοι

Α. Από το 15ο Συνέδριο ακόμα φαίνεται να υπάρχει αδυναμία προσδιορισμού του χαρακτήρα του ΑΑΔΜ, η οικοδόμηση του οποίου εντάσσεται στα βασικά νέα καθήκοντα του Κόμματος. Μετά το 16ο Συνέδριο φάνηκε να ξεκαθαρίζει ότι στόχος του Μετώπου είναι ο σοσιαλισμός. Και δεν μπορούσε, κατά την άποψή μου, να είναι διαφορετικά καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα εμφανιζόταν ανυπέρβλητη η αντίφαση μεταξύ των στόχων του Μετώπου και της πραγματικότητας της οικοδόμησής του πάνω στο έδαφος του καπιταλισμού. Κανείς δεν αρνείται το ότι η πορεία και οι στόχοι του Μετώπου θα μεταβάλλονται και θα εξελίσσονται στην προοπτική, μόνο σύγχυση και απαισιοδοξία θα φέρει όμως τυχόν επαναφορά της λογικής της δημιουργίας ενός ακόμα «ενδιαμέσου σταδίου» πριν το σοσιαλισμό.

Το ζήτημα «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση» αποδείχτηκε ένα ιστορικό ψευτοδίλημμα. Για ένα ΚΚ ο αγώνας για τις μεταρρυθμίσεις, για τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων στον καπιταλισμό είναι αυτονόητη υποχρέωση, που δεν αποσυνδέεται όμως ποτέ από το στόχο του σοσιαλισμού, γιατί απλούστατα αποτελεί συνείδηση και θεωρητική κατάκτηση του Κόμματος ότι κάθε τέτοιος αγώνας αποτελεί μια συμβολή στον αγώνα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, προκειμένου να κατακτήσει την πολιτική εξουσία. Γι' αυτό ακριβώς όσο πιο εξαθλιωμένη είναι η εργατική τάξη, χωρίς συνδικαλιστική εκπροσώπηση και υποστήριξη του Κόμματος, τόσο αδυνατεί να φτάσει τον αγώνα στο σημείο να διεκδικήσει την ανατροπή της δικτατορίας της αστικής τάξης. Συνεπώς το ΚΚΕ θα πρέπει να καταστήσει σαφές ότι άμεσος και τελικός στόχος του ΑΑΔΜ δεν μπορεί παρά να είναι ο σοσιαλισμός, άσχετα αν στην πορεία αυτή συνεχίσει να αγωνίζεται ενάντια στις επιπτώσεις της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης. Οσο επικίνδυνο είναι να συγχέεται η τακτική με τη στρατηγική, τόσο χειρότερο είναι ο στρατηγικός στόχος να αποσυνδέεται από την καθημερινή δουλιά του Κόμματος, καθιστώντας αυτόν «χιλιαστική» αναφορά ή οδηγώντας σε αμφίβολες και βιαστικές συνεργασίες χωρίς καμία προοπτική.

Η υπόθεση της οικοδόμησης του Μετώπου θα κριθεί από την ικανότητα του Κόμματος, των συμμάχων και του εργατικού κινήματος να εντάξουν τις τακτικές κινήσεις, συμβιβασμούς και ελιγμούς στην πορεία επίτευξης του στρατηγικού στόχου. Ο αντιιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του Μετώπου αποδεικνύεται αντικαπιταλιστικός στη βαθύτερη ουσία του, οι εργαζόμενοι που εντάσσονται στο ΑΑΔΜ στην πορεία κατανοούν και την αναγκαιότητα του επόμενου βήματος για το σοσιαλισμό.

Β. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η συζήτηση για τον ιμπεριαλιστικό ή όχι χαρακτήρα της Ελλάδας. Σωστά σημειώνουν οι Θέσεις ότι την τελευταία περίοδο ενισχύθηκαν τα ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτό καθόλου δεν αντιφάσκει με το γεγονός ότι ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται εξαρτημένος σε μεσαία θέση στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του ελληνικού καπιταλισμού αποδεικνύεται από την προσπάθειά του να αποκτήσει οικονομική διείσδυση και να καθορίσει σφαίρα επιρροής, κατ' αρχήν στα Βαλκάνια. Επίσης, αποκτά ιδιαίτερη σημασία το ελληνικό χρηματιστηριακό κεφάλαιο σαν μοχλός διείσδυσης, ειδικά μέσω εξαγοράς βαλκανικών επιχειρήσεων σε τομείς όπως οι τηλεπικοινωνίες κλπ. Κυρίως με την οργανική σύνδεση του ελληνικού κεφαλαίου με την ΕΕ, έναν από τους βασικούς ιμπεριαλιστικούς πυλώνες της εποχής μας (πέρα από μηχανισμός εκμετάλλευσης των λαών της), όχι με όρους εξάρτησης αλλά με πρόθεση ανάλογης συμμετοχής στα δημιουργούμενα υπερκέρδη.

Η πρακτική σημασία του ζητήματος έγκειται και πάλι στο θέμα, αν η Ελλάδα είναι έτοιμη για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Το να υποστηρίζουμε τον μη ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της χώρας μας ουσιαστικά οδηγεί σε μια ιδιότυπη «συμμαχία» με την ντόπια αστική τάξη (που δήθεν πλήττεται το ίδιο από το ξένο ιμπεριαλιστικό κεφάλαιο), σε λογικές αναπτυξιολαγνείας με αστικούς όρους, σε εθνοκεντρικές αντιλήψεις, στο να υιοθετούμε τακτικούς στόχους αντιφατικούς προς τη στρατηγική της μετάβασης στο σοσιαλισμό και τελικά στην ανάπτυξη καιροσκοπικών θέσεων.

Γ. Στο κείμενο των Θέσεων γίνεται διάσπαρτα αναφορά στις αρνητικές συνέπειες που βιώνει η εργατική τάξη λόγω της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΕ, απουσιάζει όμως η ρητή επανάληψη της Θέσεως του Κόμματος για αποδέσμευση από την ΕΕ και διάλυσή της και ακόμα παραπάνω δεν αναφέρονται τα τακτικά καθήκοντα για την επίτευξη του στόχου αυτού ή το αν το θέμα αυτό θα αποτελεί μία από τις προϋποθέσεις ή έστω τους σκοπούς της συγκρότησης του ΑΑΔΜ.

Και όμως το θέμα της πάλης ενάντια όχι μόνο στις επιλογές της ΕΕ αλλά και στην ίδια την ουσία της αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα σχέσης άμεσης τακτικής και στρατηγικής αλλά και πεδίο όπου κρίνονται άτομα και πολιτικές δυνάμεις. Ετσι:

α) Η ΕΕ αποτελεί μια βασική επιλογή και ανάγκη του ευρωπαϊκού (τουλάχιστον) κεφαλαίου. Μέσα από τους μηχανισμούς της υλοποιούνται οι πιο αντιδραστικές πολιτικές, αναδεικνύοντας στην πράξη πόσο δίκιο είχε ο Λένιν στην μπροσούρα για «τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης». Κάθε μάχη ενάντια στις επιλογές της αποτελεί ευθύτατη αντιπαράθεση με τους πιο ξεγυμνωμένους μηχανισμούς του ταξικού αντιπάλου. Επομένως, αναγκαία, κάθε αγώνας τακτικής (ελαστικές εργασιακές σχέσεις κλπ.) αποτελεί όχι απλά βελτίωση των καθημερινών συνθηκών αλλά και πάλη ενάντια στην ουσία του ευρωπαϊκού αλλά και ελληνικού καπιταλισμού. Τυχόν νίκες δεν οδηγούν ασφαλώς στον εξανθρωπισμό του ούτε στην αποδυνάμωσή του, αλλά εντάσσονται στην πορεία ανατροπής του σε μια ή περισσότερες χώρες της ΕΕ που θα αποδειχτούν ο αδύνατος κρίκος. Στα πλαίσια αυτά είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι στις πρόσφατες εκλογές το Κόμμα κέρδισε σημαντική υποστήριξη, την ώρα που η προεκλογική μάχη επικεντρώθηκε ακριβώς σε θέματα πολιτικής της ΕΕ. Σήμερα όλο και μεγαλύτερα κομμάτια των εργαζομένων κατανοούν, αν μη τι άλλο, το ότι η ΕΕ αποτελεί ένα μηχανισμό επιβάρυνσης της θέσεώς τους. Καθήκον του Κόμματος είναι να κερδίσει και άλλα τμήματα του λαού και να πείσει ότι η πολιτική αυτή δεν είναι απλώς «αναγκαίο κακό», ότι είναι ώριμο και ρεαλιστικό το αίτημα της ανατροπής της.

β) Το ζήτημα των συμμαχιών δεν μπορεί παρά να εξεταστεί και στο πρίσμα της στάσης κάθε κόμματος ή πολιτικής κίνησης έναντι της ΕΕ. Αν η ΕΕ γεννήθηκε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του κεφαλαίου και μάλιστα με τον πιο επιθετικό τρόπο (αν κάποιος διαφωνεί ας μου πει ποιες άλλες ήταν οι υλικές αντικειμενικές συνθήκες και οι υποκειμενικοί παράγοντες που την επέβαλαν και με ποιο τρόπο - Δεν πιστεύω να μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι αποτέλεσε αίτημα των λαών!) τι περιθώρια συνεργασίας υπάρχουν με κινήσεις που αποδέχονται πλήρως την ύπαρξη και τους σκοπούς της και παλεύουν γι' αυτούς; Τελικά δε στρέφονται άμεσα και ενεργητικά κατά των εργαζομένων; Σε ποια βάση, λοιπόν, μπορεί να βοηθήσει, έστω, μια συμμαχία με τέτοιες δυνάμεις;

Το ότι καιροσκοπικά κάποιες φορές, οι δυνάμεις του ρεφορμισμού υψώνουν τους τόνους είναι απολύτως υποκριτικό. Ενα παράδειγμα: Οι δυνάμεις του λεγόμενου Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς αρνούνται το παρόν ευρωσύνταγμα ζητώντας ένα άλλο, δήθεν φιλικό στους λαούς. Πέρα από τον αντιδιαλεκτικό ισχυρισμό ότι ένα Καταστατικό Κείμενο διαμορφώνει τους πολιτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς όρους και όχι το ανάποδο υπάρχει και το ερώτημα: Αφού θεωρούν ότι «ένα άλλο Σύνταγμα είναι εφικτό» στα πλαίσια της ΕΕ γιατί στην πολιτική τους απόφαση περιορίζονται σε ανόητα ευχολόγια και δεν καταθέτουν ένα δικό τους πλήρες κείμενο για να μας δείξουν τι ακριβώς εννοούν; Μα ακριβώς αυτό δε θέλουν. Γιατί έτσι θα αποδεικνυόταν ότι ένα Ευρωσύνταγμα ή θα είναι αντιδραστικό ή δε θα υπάρξει μέσα σε αυτό το θεσμικό πλαίσιο.

Γι' αυτό, λοιπόν, προτείνω να τεθεί στις Θέσεις ότι στόχος του Κόμματος είναι η έξοδος από την ΕΕ από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων. Ο στόχος αυτός μπορεί να μην αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για τις συμμαχίες, αλλά θα πρέπει να απαιτηθεί τουλάχιστον η ξεκάθαρη πολιτική εναντίωση στις επιλογές της ΕΕ. Το Κόμμα ακόμα και μέσα στα πλαίσια του ΑΑΔΜ θα παλεύει για την υλοποίηση του στόχου αυτού.

Με ευχές για την επιτυχία του Συνεδρίου

Βασίλης Καραντζίδης

Φλώρινα


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ