Ταυτόχρονα οι αγρότες έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο αγώνας τους θα είναι πολύμορφος και πολύχρονος μέχρι να ανατραπεί αυτή η πολιτική. Διότι γνωρίζουν και εκ πείρας πως ακόμα κι αν ικανοποιηθούν κάποια από τα αιτήματά τους και λυθούν κάποια από τα προβλήματά τους, αν δεν ανατραπεί αυτή η αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ, που εφαρμόζουν οι ελληνικές κυβερνήσεις, και δεν εφαρμοστεί μια άλλη υπέρ της ελληνικής αγροτικής οικονομίας, τα προβλήματα θα επανεμφανιστούν και μάλιστα πιο πολλά κι ακόμα οξύτερα. Ο στόχος να μειωθεί μέχρι και 50% ο αριθμός των αγροτικών νοικοκυριών στη χώρα μας αποτελεί στρατηγική επιλογή της ΕΕ και για να επιτευχθεί, θα λαμβάνονται συνεχώς αντιαγροτικά μέτρα από τις Βρυξέλλες και θα υλοποιούνται από την Αθήνα.
Βεβαίως, καθ' οδόν θα γίνονται ελιγμοί, ίσως και κάποιες παραχωρήσεις, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι αντιδράσεις του αγροτικού κόσμου και να υπονομευτούν οι αγροτικοί αγώνες που θα συνεχίζονται. Στα πλαίσια αυτά χρησιμοποιούνται πολλές και διάφορες μέθοδοι αποπροσανατολισμού των αγροτών - οι υποσχέσεις για διάλογο συνεχίζονται αμείωτες - ώστε να μην αντιδρούν δυναμικά και μαζικά στην αντιαγροτική πολιτική που εφαρμόζεται. Οπως π. χ. η σύγκληση του λεγόμενου Συμβουλίου Αγροτικής Πολιτικής, που οργανώνει σήμερα και αύριο η κυβέρνηση, η οποία αποτελεί μια κακοστημένη παράσταση αποπροσανατολισμού της αγροτιάς και της κοινής γνώμης, ενόψει των νέων κινητοποιήσεων που προετοιμάζονται. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η επίσκεψη του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, στις αρχές Φλεβάρη, στη Θεσσαλία, μια επίσκεψη που προετοιμάζει ο γνωστός "στρατηγός" του υπονομευτικού μηχανισμού του ΠΑΣΟΚ, Θ. Τσουκάτος, ο οποίος από αύριο θα βρίσκεται στη Λάρισα.
Ταυτόχρονα, μέσω των ΜΜΕ, η κυβέρνηση επιχειρεί να διαμορφώσει αρνητική κοινή γνώμη για τους αγώνες των αγροτών. Χαρακτηριστικό το δημοσίευμα του προχτεσινού "Εθνους", που επικαλείται ανύπαρκτο γκάλοπ, σύμφωνα με το οποίο δήθεν η κοινή γνώμη αντιδρά στο ενδεχόμενο νέων αγροτικών κινητοποιήσεων κι αυτό επηρεάζει και στελέχη του αγροτικού κινήματος, που εμφανίζονται να ταλαντεύονται.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και οι τρομοκρατικές δίκες και καταδίκες αγροτών, που πήραν μέρος στην κινητοποίηση.
Στις επαρχίες και τα χωριά της Θεσσαλίας, ιδιαίτερα, όλοι είναι πανέτοιμοι και περιμένουν το σήμα εκκίνησης από την Πανθεσσαλική, η οποία συνεδριάζει την ερχόμενη Δευτέρα και την Τετάρτη, 15 Γενάρη, διοργανώνει πανθεσσαλική σύσκεψη, με τη συμμετοχή των Νομαρχιακών Συντονιστικών Επιτροπών, των Συντονιστικών των μπλόκων και αγροτικών συλλόγων, προκειμένου να καθοριστεί η ημερομηνία και οι μορφές των νέων κινητοποιήσεων.
Σε επαρχιακές συγκεντρώσεις και συσκέψεις, καθώς και σε επισκέψεις στα χωριά της περιοχής στελεχών του αγροτικού κινήματος, η συμμετοχή των αγροτών είναι πρωτοφανής και η αποφασιστικότητα για συνέχιση και ένταση του αγώνα ομόθυμη. Αυτή η αποφασιστικότητα της αγροτικής βάσης θα "σπρώξει" τελικά στο δρόμο του αγώνα και κάποια στελέχη τα οποία - είτε λόγω προσωπικών ταλαντεύσεων, είτε λόγω πιέσεων που δέχονται άνωθεν, προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες - μπορεί να σκεφτούν διαφορετικά τώρα απ' ό,τι σκέφτονταν και ενεργούσαν στη διάρκεια της κινητοποίησης του Δεκέμβρη και μπορεί να ξεχάσουν την υπόσχεση που ομόφωνα δόθηκε, μετά την αναστολή, για συνέχιση και ένταση της πάλης.
Σε κάθε περίπτωση - όπως προαναφέραμε - έχει γίνει συνείδηση στην αγροτιά ότι ο αγώνας θα είναι πολύχρονος και πολύμορφος, αλλά μόνο μ' αυτόν μπορεί να λυθούν προβλήματα και να ανατραπεί η αντιαγροτική πολιτική που τα δημιουργεί. Κι αυτή η συνειδητοποίηση θέτει και τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογούνται πρόσωπα, απόψεις και θέσεις μέσα στο αγροτικό κίνημα και στον αγροτικό κόσμο γενικότερα.
Επομένως δε μένει άλλος δρόμος παρά αυτός της συνέχισης του αγώνα για να μπορέσουν οι αγρότες να εξασφαλίσουν ένα εισόδημα για να ζήσουν τις οικογένειές τους και να μπορέσουν να συνεχίσουν να απασχολούνται στην αγροτική παραγωγή. Ενας αγώνας που - κι αυτό έχει γίνει συνείδηση - πρέπει και μπορεί να συνδυαστεί με την πάλη των εργαζομένων, των επαγγελματοβιοτεχνών, όλου του λαού που υποφέρει το ίδιο εξαιτίας της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης. Ενας αγώνας που μπορεί και πρέπει ν' αποτελέσει τη φύτρα για τη δημιουργία ενός λαϊκού μετώπου αντίστασης και αντεπίθεσης.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι και οι νέες προσπάθειες της κυβέρνησης και των ΜΜΕ, να "συγκρατήσουν" σε "επιτρεπτά όρια" τις αγωνιστικές αντιδράσεις του αγροτικού κόσμου, δε θα πετύχουν. Το ποτάμι δε γυρίζει πίσω, όπως υπογραμμιζόταν και στην ανακοίνωση της Πανθεσσαλικής Συντονιστικής Επιτροπής, μετά την αναστολή της μεγαλειώδους κινητοποίησης του περασμένου Δεκέμβρη, που έκανε την κυβέρνηση να "τρέμει" και την ΕΕ να "ψάχνεται".
Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ