Στις 24 Γενάρη ο Ντεμιρέλ ανακοινώνει ένα «πακέτο» εξαιρετικά οδυνηρών μέτρων. Η τουρκική λίρα υποτιμάται έναντι του δολαρίου κατά 33%. Οι κρατικές επιδοτήσεις στις προβληματικές επιχειρήσεις του Δημοσίου (τα χρέη των οποίων ανέρχονται σε 1,3 δισ. δολάρια) ουσιαστικά καταργούνται. Ορισμένες από τις επιχειρήσεις αυτές ιδιωτικοποιούνται, πράγμα που συνεπάγεται απολύσεις δεκάδων χιλιάδων εργαζομένων. Ταυτόχρονα απελευθερώνονται τα τιμολόγια των δημοσίων οργανισμών, με συνέπεια τη δραματική αύξηση των τιμών μιας σειράς βασικών προϊόντων και υπηρεσιών. Το πετρέλαιο και τα παράγωγά του αυξάνονται από 45% ως και 120%, τα λιπάσματα κατά 400%, το ηλεκτρικό ρεύμα κατά 120%, τα ρούχα κατά 100%, ο χάλυβας κατά 75% και το χαρτί κατά 300%.
Τα μέτρα προκαλούν την άμεση και έντονη αντίδραση των εργαζομένων. Στο πρώτο δεκαήμερο του Φλεβάρη η συνδικαλιστική ομοσπονδία ΝΤΙΣΚ προχωρεί στην κατάληψη του μεγάλου κρατικού εργοστασίου κλωστοϋφαντουργίας «Ταρίς» στη Σμύρνη, η διοίκηση του οποίου στο πνεύμα των νέων μέτρων ανακοίνωσε την απόλυση 700 εργατών. Η κατάληψη εξελίσσεται σε κέντρο παλλαϊκού ξεσηκωμού, καθώς το εργοστάσιο γίνεται πόλος συσπείρωσης δεκάδων χιλιάδων αγανακτισμένων μισθωτών.
Μπροστά στον κίνδυνο επέκτασης της εξέγερσης η κυβέρνηση βάζει μπροστά το στρατό. Στις 14 Φλεβάρη του 1980 μια τεθωρακισμένη μεραρχία επιτίθεται κατά των έγκλειστων απεργών. Στην επιχείρηση ανακατάληψης του εργοστασίου συμμετέχουν 10.000 στρατιώτες και αστυνομικοί, ενώ εκείνη τη στιγμή βρίσκονταν μέσα στο εργοστάσιο 1.200 εργάτες και 300 φοιτητές. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων από αυτή την επιχείρηση δεν έγινε ποτέ γνωστός.