Πέμπτη 20 Ιούλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΕΙΣ
«Πάγωσαν» οι διαδικασίες κατάσχεσης

Αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, με την οποία υποχρεώνεται η Γερμανία να καταβάλει αποζημίωση στους συγγενείς των θυμάτων της ναζιστικής Θηριωδίας στο Δίστομο, κατέθεσε χτες το Γερμανικό Δημόσιο στο πρωτοδικείο Αθηνών, μέσω των πληρεξούσιων Δικηγόρων του, Στέφανου Δεληκωστόπουλου και Λάμπρου Σηνανιώτη.

Με βάση την αίτηση αυτή το μονομελές Πρωτοδικείο της Αθήνας και συγκεκριμένα ο πρόεδρος πρωτοδικών, Αλέξανδρος Σάββας, εξέδωσε αυθημερόν προσωρινή διαταγή για «πάγωμα» όλων των διαδικασιών εκτέλεσης - κατασχέσεις και εν συνεχεία πλειστηριασμοί περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού δημοσίου στην Ελλάδα - που απορρέουν από την απόφαση του πρωτοδικείου Λιβαδειάς, μέχρι την πρώτη Σεπτέμβρη, ημερομηνία συζήτησης της αίτησης. Σ' αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε ότι μετά τη διαδικασία κατάσχεσης για το ινστιτούτο «Γκαίτε», χτες προχώρησε η διαδικασία και στη «Γερμανική Αρχαιολογική Εταιρεία». Πάντως, ήδη έχουν κατατεθεί προσφυγές εκ μέρους του γερμανικού δημοσίου, οι οποίες θα συζητηθούν στις 2/10/2001 για ανακοπή προγραμμάτων, πλειστηριασμού κ.ά.

Το βασικό επιχείρημα που επικαλείται το γερμανικό δημόσιο, είναι ότι για την ενεργοποίηση της αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος του, δεν έχει εκδοθεί απόφαση από τον υπουργό Δικαιοσύνης. Χαρακτηριστικά στην αίτηση αναφέρεται ότι «είναι άκυρη η επισπευδόμενη αναγκαστική εκτέλεση της απόφασης 137/97 διότι, σύμφωνα με το άρθρο 923 του κώδικα Πολιτικής Δικονομίας πρέπει να προηγηθεί σχετική άδεια του υπουργού Δικαιοσύνης. Τέτοια άδεια, όμως, δεν έχει χορηγηθεί με συνέπεια να είναι απόλυτα άκυρη η αρξαμένη εναντίον μας εκτέλεση...».

Σε άλλο σημείο της αίτησης του γερμανικού δημοσίου αναφέρεται ότι η άδεια του υπουργού Δικαιοσύνης δεν προσβάλλει το θεμελιώδες δικαίωμα για την αποτελεσματική δικαστική προστασία, ούτε το δικαίωμα στην περιουσία, όπως αυτά κατοχυρώνονται στην «από 4/10/1950 σύμβαση της Ρώμης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών».

Το άρθρο 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, τονίζεται στην αίτηση, απορρέει ευθέως από τη γενική αρχή του σεβασμού της εθνικής κυριαρχίας, ειδικότερη έκφανση της οποίας αποτελεί το προνόμιο της ετεροδικίας. Η ρύθμιση αυτή αποτελεί ρητή νομοθετική εξειδίκευση του ελληνικού Δικαίου, της γενικής αρχής του Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου για το σεβασμό της εθνικής κυριαρχίας των κρατών και της ετεροδικίας τους. Και αναφέρουν στη συνέχεια του κειμένου, της αίτησή τους: «Ως εκ τούτου η γερμανική κυβέρνηση, δεν αναγνωρίζει ούτε την υπ' αριθμ. 137/97 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λεβαδείας, ούτε τη σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου, ούτε και τις πράξεις εκτέλεσης κατάσχεσης, πλειστηριασμού κλπ., επειδή αυτές αντίκεινται στη γενική αρχή του αναγκαστικού δημοσίου Διεθνούς Δικαίου και στο προνόμιο της ετεροδικίας».

Αναλύοντας παραπέρα το συγκεκριμένο άρθρο, αναφέρουν στην αίτησή τους: «Η εφαρμογή της αρχής του σεβασμού της εθνικής κυριαρχίας και της ετεροδικίας μέσω του άρθρου 923, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, οδηγεί στο εύλογο και ανάλογο περιορισμό των ατομικών δικαιωμάτων και όχι στην αναίρεσή τους. Ο περιορισμός αυτός είναι θεμιτός και για το λόγο ότι οι καθ' ων η αίτηση δε στερούνται της δυνατότητας ικανοποίησης των αξιώσεών τους και επομένως διασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση ο πυρήνας του δικαιώματος της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας».

Και καταλήγουν: «Είναι απόλυτα επιβεβλημένη η άδεια του υπουργού Δικαιοσύνης, επειδή η αναγκαστική εκτέλεση στρέφεται κατά πραγμάτων του γερμανικού δημοσίου, τα οποία έχουν ταχθεί στην εξυπηρέτηση δημοσίων σκοπών και είναι εκτός συναλλαγής και κατάσχεσης».

Θα κλονιστούν οι σχέσεις...

Οι Γερμανοί επικαλούνται επίσης «κίνδυνο κλονισμού» των σχέσεων των δυο χωρών. Χαρακτηριστικά στην αίτησή τους αναφέρουν ότι «η συνέχιση της διαδικασίας θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη και κίνδυνο να πλήξει σοβαρά τη διεθνή εικόνα της χώρας μας και τις σχέσεις της με την Ελλάδα σε μία εποχή που είναι επιβεβλημένη η διατήρηση και η προαγωγή των ομαλών σχέσεων των μελών-κρατών της Ευρωπαϊκής Ενωσης».

Την τελευταία αυτή αναφορά, φαίνεται ότι ενστερνίζεται και η ελληνική κυβέρνηση, αφού όπως δήλωσε χτες ο υπουργός Τύπου Δ. Ρέππας, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των δημοσιογράφων, πρόκειται «για μείζον θέμα, με μεγάλη πολιτική σημασία και θα πρέπει να γίνουν πολιτικοί χειρισμοί». Και συμπλήρωσε ότι «είναι, τελικώς, πολιτικό θέμα και όχι θέμα των Δικαστηρίων, επειδή ακριβώς αφορά τις σχέσεις της χώρας μας με μια άλλη χώρα, με την οποία συνυπάρχουμε στην ΕΕ». Και κατέληξε: «Αυτή την ώρα είναι σε εξέλιξη οι διαδικασίες, οι οποίες απορρέουν από μια δικαστική απόφαση. Θα πρέπει να ολοκληρωθεί η όποια ενέργεια σε αυτό το πλαίσιο, προκειμένου να τοποθετήσουμε σε νέα βάση το θέμα».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ