Παρασκευή 18 Ιούνη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Μνήμες

Νομίζω πως η ύψιστη αποστολή ενός στρατού είναι να μπει σε μια χώρα, ύστερα από έναν πόλεμο, ως ελευθερωτής.

Στο παρελθόν είχαμε δει το Σοβιετικό Στρατό να μπαίνει, το 1945, στο Βερολίνο, να είναι οι Σοβιετικοί στρατιώτες εκείνοι που έσωζαν όσους ανθρώπινους σκελετούς ανέπνεαν ακόμα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της ναζιστικής Γερμανίας.

Και βέβαια ούτε καν διανοούνταν να τους ρωτήσουν τη φυλή τους και τη θρησκεία τους. Το παν ήταν να σωθεί ο άνθρωπος, η ζωή του και η αξιοπρέπειά του.

Στη Γιουγκοσλαβία υπάρχουν και άλλα πολλά που πρέπει να διασωθούν και που επεκτείνονται πέρα και από τα σύνορά της και ακουμπάνε και άλλες πατρίδες.

Και ο λαός της Γιουγκοσλαβίας ξέρει ποιοι λαοί στέκονται στο πλευρό του.

Ολες αυτές τις μέρες οι σκηνές που βλέπουμε στην τηλεόραση με τον αμερικάνικο στρατό, τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ και άλλες να εισβάλλουν στη Γιουγκοσλαβία με όλα τα υπερσύγχρονα μέσα, ξυπνάνε και σε μένα παλιές μνήμες.

Στη δική μου παιδική μνήμη έχει χαραχτεί η είσοδος των ναζιστικών στρατευμάτων στην Αθήνα, τον Απρίλη του 1941, από τη Λεωφόρο Συγγρού.

Μπαίνουν οι Γερμανοί, φώναζαν στη γειτονιά κι εμείς τα παιδιά, γεμάτα περιέργεια, αρχίσαμε - ανυπάκουα στα κελεύσματα των μανάδων μας να γυρίσουμε πίσω - να τρέχουμε προς τη Λεωφόρο.

Τα πιο πολλά δεν καταλαβαίναμε τι σήμαινε αυτή η έκφραση, "μπαίνουν οι Γερμανοί" και ούτε είχαμε δει ποτέ Γερμανό.

Μερικά παιδιά που πήγαιναν στις πιο μεγάλες τάξεις του σχολείου έλεγαν πως η Γερμανία ήταν μια κρύα χώρα, με εργοστάσια και χιόνια το χειμώνα.

Οι μεγάλοι μιλούσαν σιγανά για κάποια "Πέμπτη Φάλαγγα" και οι γυναίκες τρόμαζαν μπροστά σ' ένα άγνωστο μέλλον, που έδινε συνέχεια στον πόλεμο που είχε κηρυχτεί μερικούς μήνες πριν.

Τα τανκς και τα θωρακισμένα, που ανέβαιναν τη Λεωφόρο Συγγρού προς την Αθήνα - η απόβαση είχε γίνει στα Φαληρικά νερά - φαίνονταν σκονισμένα, πάνω τους ήταν απλωμένες οι σημαίες με τον αγκυλωτό σταυρό, οι στρατιώτες ήταν ξανθοί και ηλιοκαμένοι και φορούσαν κοντά χαλκοπράσινα πάνινα ή δερμάτινα παντελονάκια.

Από τη διασταύρωση της Δήμητρος και Συγγρού ακολουθήσαμε, όπως θα ακολουθούσαμε μια αποκριάτικη παρέλαση, αυτούς που κάποιος είπε ότι ήταν από τη στρατιά του Ρόμελ στην Αφρική, μέχρι τη Χαροκόπου και μετά γυρίσαμε αντίθετα προς τους εισβολείς.

Εκείνη η μέρα ήταν η πρώτη της Γερμανικής Κατοχής με όλα όσα φριχτά επακολούθησαν και το ξέραμε όλοι μας.

Εμείς τα παιδιά πεινάσαμε, ορφανέψαμε από γονείς, αδέλφια, συγγενείς, φίλους και γείτονες.

Είδαμε πίσω από τις συσκοτισμένες γρίλιες τις περιπόλους των ναζιστών με τις μπότες και τα διακριτικά των Ες - Ες.

Γίναμε μάρτυρες των μπλόκων, των κρεμασμένων, των σκοτωμένων στην άσφαλτο, σε μάχες πόλης.

Μάθαμε τι ήταν η ναζιστική Γερμανία.

Μεγαλώναμε ακούγοντας για μάχες ανάμεσα στους κατακτητές και τους αντάρτες του ΕΛΑΣ ή άλλων αντιστασιακών ομάδων και βλέπαμε τις μεγάλες γυναίκες να ντύνονται στα μαύρα και τους ηλικιωμένους ν' αφήνουν τα γένια τους να μεγαλώνουν.

Ωσπου μια μέρα στην Καλλιθέα αντήχησε η ιαχή "μπαίνει ο Απελευθερωτής ΕΛΑΣ".

Οι δρόμοι και τα στενά γέμισαν από ανθρώπους που βγήκαν να υποδεχτούν τους άνδρες του θρυλικού Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού.

Ο άνεμος της απελευθέρωσης είχε φυσήξει όχι μόνο στην Καλλιθέα, την Αθήνα και τα προάστιά της, αλλά σε όλη την Ελλάδα και το νιώθαμε.

Εμείς τα παιδιά είχαμε μεγαλώσει περισσότερο από τα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει.

Ιωάννα ΚΑΡΑΤΖΑΦΕΡΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ