Νέα ώθηση στην αντιλαϊκή επίθεση επιδιώκει να δώσει ο Κ. Καραμανλής, επιχειρώντας μέσα από αυτήν, εκτός των άλλων, να δημιουργήσει κλίμα αντεπίθεσης του κυβερνώντος κόμματος και ελέγχου των πολιτικών εξελίξεων.
Το ξεκάθαρο μήνυμα που έστειλε χτες από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματός του ήταν ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει με αποφασιστικό τρόπο να εφαρμόζει την πολιτική που ρίχνει τα βάρη της κρίσης στους εργαζόμενους και στα άλλα λαϊκά στρώματα, αξιώνοντας μάλιστα από τους εργαζόμενους να παραιτηθούν εθελουσίως από τις διεκδικήσεις και τα αιτήματά τους.
Προκειμένου να διευκολύνει αυτή τη νέα αντιλαϊκή επίθεση, η κυβέρνηση θέλει να βγάλει από τη μέση το «εμπόδιο» του Βατοπεδίου και γι' αυτό ο πρωθυπουργός προσπάθησε να το κλείσει οριστικά, αναλαμβάνοντας την ευθύνη και κάνοντας αυτοκριτική, δίχως βέβαια «πρακτικό αντίκρισμα», αφού την ίδια στιγμή διακήρυξε τη στοχοπροσήλωσή του στις ιδιωτικοποιήσεις και στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας. Ειδικότερα:
Αναφορικά με την αντιμετώπιση της κρίσης, ο πρωθυπουργός εμπλούτισε την επιχειρηματολογία για να δικαιολογήσει τον «ευρωμονόδρομο», επικαλούμενος την απειλή του μεγάλου δημόσιου χρέους, ενώ αξιοποίησε στο έπακρο τη δράση των κουκουλοφόρων, για να συκοφαντήσει τους λαϊκούς αγώνες και να εντείνει την κρατική καταστολή.
Μεταφέροντας ένα κλίμα «φόβου της ύφεσης» και «έντονης ανησυχίας για την έκρηξη της ανεργίας» από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, ο Κ. Καραμανλής εμφάνισε ως «μοχλό αντίστασης» στην κρίση τη «συνέχιση των μεταρρυθμίσεων», δηλαδή την πολιτική που δημιούργησε την κρίση. Προκειμένου να υποστηρίξει το παντελώς ανυπόστατο επιχείρημα ότι η οικονομία δεν αντέχει παροχές προς τα λαϊκά νοικοκυριά, επιστράτευσε το επιχείρημα του υπερδιογκωμένου δημόσιου χρέους, δίχως βέβαια να εξηγήσει πώς δημιουργήθηκε και ποιες κυβερνήσεις ευθύνονται. «Εάν το δημόσιο χρέος αγνοείται μπορεί να εκραγεί και να παρασύρει τα πάντα», τόνισε, επισημαίνοντας ότι σήμερα «το δημόσιο χρέος αποτελεί ένα τεράστιο βάρος που μειώνει την ευελιξία μας στην κρίσιμη αυτή συγκυρία». Στη βάση αυτή ζήτησε ...«συνυπευθυνότητα» από τους εργαζόμενους, καλώντας τους να παραιτηθούν από τις διεκδικήσεις τους: «Η παγκόσμια κρίση έχει στενέψει ασφυκτικά τα περιθώρια. Απαιτεί υπευθυνότητα από όλους. Απαιτεί να συνειδητοποιήσουμε ότι ο χρόνος που έρχεται είναι δύσκολος. Οφείλουμε όλοι να ξέρουμε τι γίνεται, τι λέμε και τι κάνουμε. Οφείλουμε να συγκρατήσουμε τις απαιτήσεις μας, αλλά και τους τρόπους διεκδίκησης», είπε με περίσσιο θράσος, τη στιγμή που κάνει τα πάντα για να στηρίξει την κερδοφορία του κεφαλαίου. Και αυτή ακριβώς τη βούληση την εξέφρασε εκ νέου χτες με σαφή τρόπο, δηλώνοντας ότι «απόφασή μου είναι να προχωρήσουμε τις μεταρρυθμίσεις». Απαρίθμησε ορισμένες από αυτές που έχουν δρομολογηθεί (ιδιωτικοποιήσεις λιμανιών, «Ολυμπιακής», ΟΣΕ, ΣΔΙΤ, Εθνικό και ειδικά χωροταξικά σχέδια, κ.ά.), για να υπογραμμίσει ότι «τίποτα απ' όλα αυτά δεν εγκαταλείπεται και τίποτα δε σταματά».
Ολοφάνερη ήταν η προσπάθεια του πρωθυπουργού να αξιοποιήσει τη δράση των κουκουλοφόρων, για να συκοφαντήσει τους λαϊκούς αγώνες και να εξαγνίσει την κλιμακούμενη κρατική βία και καταστολή. Αφού αποφάνθηκε ότι «τα τελευταία γεγονότα ήταν πλήγμα στην οικονομία, στην επιχειρηματικότητα, στην απασχόληση, στον τουρισμό, στο κόστος του δανεισμού, στην προς τα έξω εικόνα της χώρας», προσπάθησε να δικαιολογήσει τον τρόπο που η κυβέρνηση αντιμετώπισε την «κρίση». Από τη μια, έκανε λόγο για «πολυσύνθετο φαινόμενο» και από την άλλη χαρακτήρισε ψύχραιμη και υπεύθυνη την κυβερνητική αντίδραση, αναφέροντας ξανά ότι απέρριψε «φωνές για έκτακτα μέτρα και ακραίες μεθόδους καταστολής». Την ίδια στιγμή, όμως, επέμεινε να συγκαλύπτει την αστυνομική βία, επιρρίπτοντας τις ευθύνες αποκλειστικά στον αστυνομικό εκτελεστή. «Ολοι στηλιτεύουμε τη συμπεριφορά του δράστη που κινήθηκε έξω και πέρα από κάθε υπηρεσιακό όριο, για να καταλήξει στο πιο δραματικό αποτέλεσμα», είπε χαρακτηριστικά. Κι όμως, δε δίστασε να ζητήσει εκ νέου αποκήρυξη της βίας, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η βία είναι κατεξοχήν αντικοινωνικό φαινόμενο. Συνιστά αντιδημοκρατική συμπεριφορά. Η βία για την προβολή πολιτικών θέσεων είναι επίθεση στην ίδια τη δημοκρατία». Την ίδια στιγμή, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να πείσει ότι «καταλαβαίνει πολύ καλά τους νέους», αλλά με τα όσα ανέφερε στη συνέχεια ως προβλήματα της νεολαίας (πίεση για τις εξετάσεις, ψυχολογικό κόστος, εξαιτίας της παράτασης εξάρτησής τους από την οικογένεια), απέδειξε πως ξέρει πολύ καλά να συγκαλύπτει την εφαρμοζόμενη πολιτική... Το μόνο που βρήκε να πει στους νέους ήταν ότι θα αρχίσει διάλογο για την αλλαγή του τρόπου εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Στην προσπάθειά του να «εκκαθαρίσει» την υπόθεση του Βατοπεδίου, ο πρωθυπουργός προχώρησε σε αυτοκριτική και ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη, δίχως όμως κανένα πρακτικό αντίκρισμα. «Υποτίμησα και εγώ το θέμα. Δεν είδα έγκαιρα τις διαστάσεις του. Δεν είχα πλήρη εικόνα, όταν κλήθηκα για πρώτη φορά να τοποθετηθώ. Το λάθος αυτό δεν το χρεώνω σε κανέναν άλλον. Δικό μου ήταν», είπε χαρακτηριστικά, επιρρίπτοντας εμμέσως τις ευθύνες, αφενός στους μοναχούς της Μονής Βατοπεδίου, που, «παρά την πνευματική τους αποστολή λειτούργησαν σε βάρος του δημοσίου» και, από την άλλη, στον κρατικό μηχανισμό που είναι «ο μεγάλος ασθενής». Σε καμία περίπτωση όμως δε δεσμεύτηκε ότι θα επιστραφούν στο Δημόσιο όλες οι εκτάσεις που έχουν εκχωρηθεί σε μοναστήρια ή ιδιώτες.
Ο Κ. Καραμανλής, κορυφώνοντας την επιχείρηση συσπείρωσης της κομματικής βάσης και τόνωσης του ηθικού της, ανέφερε ότι θα παραμείνει και θα παλέψει με όλες του τις δυνάμεις, επιχειρώντας να «κλείσει» τα σενάρια διαδοχής. Πάντως, σχεδόν όλοι οι «γαλάζιοι» βουλευτές περιμένουν από χτες τον ανασχηματισμό.