Παρασκευή 16 Νοέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Βάλε τη σίγουρη φωνή και πάμε

Τόση ώρα που δε μιλάω, γιατί δεν τραγουδάς; Αλλά τι να πεις με μια μουντή απελπισία, που ήρθε και ξάπλωσε στο χαρακτήρα μου; Δε σε εκπροσωπεί αυτό το πρόσωπο. Το ξέρω. Είναι ο θάνατος που περιφρονείς και τα υπαρξιακά ερείπια. Σε νοιάζουν όλο και περισσότερο και αυτά προσπαθείς να καταλάβεις, τα φορτισμένα θέματα. Οι δικές μου νύξεις ελπίδας βουλιάζουν στο φόντο της απόλυτης παραίτησης κι εσύ δεν τραγουδάς. Μοιάζουμε με έργο «για ανθρώπους που δε μιλούν», που θα έγραφε και ο Φραντς Ξάβερ Κρετς, αν του δίναμε την αφορμή για θεατρικό έργο. Σε τέτοιες στιγμές, ο διάλογος διαρρέει την αντίθεση μέσα από τη φλυαρία της σιωπής.

Ο υπότιτλος της φωνής μου παζαρεύει τη λύση. Αδιέξοδο. Μπορώ να σκεφτώ, μπορείς να ονειρευτείς. Ποιος πιστεύει στις εύκολες λύσεις ή έστω στις λύσεις. Ο πόθος μας για ζωή έχει εγκλωβιστεί στις λέξεις, όπως οι χαρακτήρες στις κοινωνικές συνθήκες. Μετά από κάποια αποτυχημένα ξεμυτίσματα στον αυτοαφανισμό, επιστρέφω, εδώ για να σ' ακούσω να τραγουδάς. Κι εσύ δεν πιστεύεις ότι κάποτε θα βελτιωθούν οι μονόλογοι. Κι εγώ φοβάμαι τους διαλόγους που επικαλύπτουν ή επικαλύπτονται από τους μονολόγους.

Τα πικρά - οργισμένα επεισόδια της ταχύτητας των γεγονότων που είναι της μόδας δεν είναι πάντα χρήσιμα. Ανάλαβε εσύ την καθαριότητα, για οικονομία. Τα χρήσιμα γράφουν την ιστορία. Τα βιβλία είναι βαριά. Θα με παρεξηγήσεις αν πάρω και το τραγούδι; Μια μάχη με το θάνατο είναι όλα. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να σου επιτεθεί. Αλλά αύριο το πρωί δεν αποκλείεται να λάμπει ο ήλιος και όλα να φαίνονται αλλιώτικα.

Τώρα απλώνεις το χαλί για να σκεπάσεις τα λασπωμένα βήματα της θλίψης μου. Λες πως θα τραγουδήσεις και θα σβήσει ο θάνατος. Κουταμάρες. Πέρασε πριν από λίγο και θα ξανάρθει. Είκοσι οχτώ χρόνια σαν σήμερα, περαστικός ήτανε είπε και πήρε μαζί του ό,τι στάθηκε εμπόδιο στο δρόμο του. Μπήκε στη φωτιά, καταμόναχος και μέσα από τον ήχο των πουλιών, ανατέλλοντας και δύοντας, σάρωσε ανέμους. Παιδιά με όνειρα, που δεν έφτανε ο χρόνος να γεράσουν.

Πού δεν υπάρχει φως; Στην αναγγελία της νύχτας, στην ανάγκη της πολιτείας, που θυμόμαστε σαν το όνειρο να ήταν μνήμη. Ξάπλωσες στο πείσμα κι ένα τραγούδι μουρμουρίζεις. Σαν προσταγή, πολλές φωνές και βήματα ακούγονται στον μέλλοντα χρόνο. Κοιτάζω τον καιρό μέσα από το πέρασμά του. Στον ύπνο μου είδα παιδιά, που η νιότη τους δεν έδειχνε μεταμέλεια ακούγοντας τα χρόνια να περνούν. Οι συνομήλικοι ασπρίσανε, και οι μικρότεροι έγιναν συνομήλικοι... κι εκείνοι... αγέραστοι κι αγέρωχοι, με ανοιχτά πάντα τα μάτια να φωνάζουν. Για την ελευθερία.

Τον χαμένο δρόμο θα τον βρω, μέσα από το τραγούδι σου, το πανύψηλο τραγούδι του αγώνα. Βάλε τη σίγουρη φωνή και πάμε. Το ξέρουμε καλά. Αν δεν υπήρχε το τουφέκι, δε θα υπήρχε η τουφεκιά. Επινοούν απελπισιές για να μας ξεπεράσουν. Μα εμείς διψώντας σε κανέναν δεν το επιτρέπουμε.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ