Πέμπτη 22 Ιούνη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
Προσπάθεια χειραγώγησης του λαού

Τις πολιτικές θέσεις της Εκκλησίας αλλά και το ρόλο που διεκδικεί, σκιαγράφησε με τη χτεσινή του ομιλία ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος

Το πολιτικό πλαίσιο δράσης της Εκκλησίας επιχείρησε να περιγράψει με τη χτεσινή ομιλία του στην πλατεία Συντάγματος ο αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Ηταν μια μεγάλων διαστάσεων συγκέντρωση, που κατέλαβε το κέντρο της Αθήνας, η οποία προβλήθηκε από την Ιεραρχία ως επιβεβαίωση της δύναμης της Εκκλησίας. Ο δε αρχιεπίσκοπος, που ήταν και ο μοναδικός ομιλητής, περιστοιχιζόμενος από τους άλλους ιεράρχες, με όσα είπε προσπάθησε να οριοθετήσει πολιτικά τις θέσεις της Εκκλησίας αλλά και το ρόλο που διεκδικεί. Ετσι τάχθηκε υπέρ της «παγκοσμιοποίησης», του ευρωπαϊκού προσανατολισμού και της ΟΝΕ. Ταυτόχρονα όμως απέρριψε ότι η Εκκλησία κάνει πολιτική και ότι διεκδικεί να συγκυβερνήσει.

Οσον αφορά στο επίμαχο θέμα των ταυτοτήτων, που απασχόλησε το δεύτερο μέρος της ομιλίας του, επανέλαβε το επιχείρημα ότι το ζήτημα αυτό αποτελεί το πρώτο βήμα μιας σειράς ανάλογων αλλαγών που αποβλέπουν στο «θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνίας». Ταυτόχρονα προανήγγειλε την έναρξη εκστρατείας συγκέντρωσης υπογραφών ανά ενορία υπέρ της προαιρετικής αναγραφής του θρησκεύματος, τις οποίες η Ιεραρχία θα επιδώσει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή. Την απόφαση θα πάρει η Ιερά Σύνοδος, η οποία συνέρχεται τη Δευτέρα.

Κατά τ' άλλα, η ομιλία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πιο ήπια από αυτή της Θεσσαλονίκης, καθώς απέφυγε επιμελώς να χρησιμοποιήσει οξείς τόνους και προσπαθώντας να διασκεδάσει τις προηγούμενες εντυπώσεις τη φορά αυτή δήλωσε υπακοή στους νόμους. Ωστόσο, ήταν περισσότερο πολιτική αφού από τις πρώτες φράσεις του ήταν και αυτή ότι «η Εκκλησία τίθεται και πάλι επικεφαλής του λαού μας». Στο τέλος, δε, εκτός κειμένου, απευθυνόμενος στο λαό τον χαρακτήρισε «περιούσιο και ευλογημένο».

Συμβολή στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό

Επιβεβαιώνοντας τον καθεστωτικό ρόλο της Εκκλησίας και ειδικά τη συμβολή της στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό είπε: «Ο κόσμος δε θέλει να αλλοιωθεί η παράδοσή του στο βωμό της οποιασδήποτε επιδίωξης. Εχουμε κατ' επανάληψη διακηρύξει ότι είμαστε σε μόνιμο ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Η Εκκλησία βοήθησε με όλες τις δυνάμεις της όλους τους πρωθυπουργούς της χώρας, από τον Κ. Καραμανλή, τον κ. Γ. Ράλλη, τον Α. Παπανδρέου, τον κ. Κ. Μητσοτάκη μέχρι και τον κ. Κ. Σημίτη, στην επίτευξη της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας.Συνομολογεί στα περισσότερα οικονομικά και αναπτυξιακά μεγέθη της παγκοσμιοποίησης, και ιδίως σ' εκείνα που μέσα τους περιέχουν τη φροντίδα για τον άνθρωπο και την κοινωνική δικαιοσύνη. Και γι' αυτό χαιρέτισε με ειλικρίνεια τη χτεσινή ένταξη της χώρας μας στην ΟΝΕ. Αλλά δεν αποδέχεται το πολιτισμικό μέρος της, που αποβλέπει στην ομογενοποίηση των λαών, στην ισοπέδωση των παραδόσεων, στην εκπόρθηση των ιδιαιτεροτήτων κάθε λαού, ώστε να επικρατήσει ένα και μοναδικό μοντέλο ζωής με ανθρώπους κλωνοποιημένους, απαρνητές της ιστορίας τους. Η απάντηση της Εκκλησίας στην παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο η άμυνα της εθνικής ταυτότητας, αλλά κυρίως η πρόταση της οικουμενικότητας και καθολικότητας σε πνευματικό επίπεδο».

Ακολούθως ανέφερε: «Αναρωτιέμαι και ρωτάω: Ποιοι είναι αυτοί που θέλουν να διχάσουν το λαό και την κοινωνία και να τον διχάσουν ανάμεσά σε πολίτες του προοδευτικού δήθεν κράτους και σε πιστούς της οπισθοδρομικής δήθεν Εκκλησίας; Τι εξυπηρετεί αυτή η τεχνητή ρήξη της συνοχής του έθνους και της κοινωνίας, για την οποία κάποιοι δηλώνουν ικανοποιημένοι ή και υπερήφανοι; Ποίοι είναι αυτοί που θέλουν να μετρήσουν τις "καθαρές" δυνάμεις της "προόδου", όπου γι' αυτούς "πρόοδος" είναι η αποκοπή από την παράδοση, την ιστορία και την ποικιλομορφία;».

Ο αρχιεπίσκοπος διεκδίκησε για την Εκκλησία να έχει άποψη για ό,τι συμβαίνει στην κοινωνία: «Θεωρούν ορισμένοι ότι όποιος είναι πιστός ή έστω όποιος δέχεται ότι η Εκκλησία μπορεί να έχει άποψη, δεν είναι πολίτης ή μάλλον είναι πολίτης δεύτερης κατηγορίας (...). Το βασικό τους επιχείρημα είναι πως δεν μπορεί να υπάρχει "συγκυβέρνηση" ανάμεσα στην πολιτεία και την Εκκλησία. Ας μη φοβούνται. Κανείς δεν αμφισβητεί την εξουσία και την αρμοδιότητα των κρατικών οργάνων. Οι κίνδυνοι κατά της πολιτικής εξουσίας δεν προέρχονται σε καμία περίπτωση από τον πνευματικό και ηθικό λόγο της Εκκλησίας».

Η Εκκλησία «λαϊκή δύναμη»

Μάλιστα, έφθασε στο σημείο να αναγάγει τον πολιτικό ρόλο που διεκδικεί η Εκκλησία στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας. «Θεωρούν, είπε, όπως και κατ' αλήθειαν είναι, ότι η Εκκλησία έχει ένα πνευματικό και ηθικό ρόλο μέσα στην κοινωνία και ότι η λαοσύναξη αυτή δε συνάδει με το ρόλο της αυτό. Εχουν λάθος. Η Εκκλησία είναι μεν μεγάλη πνευματική δύναμη, που εκπορεύεται από τη θεία προέλευσή της. Αλλά είναι και μιαμεγάλη λαϊκή δύναμη που προέρχεται από τον πιστό λαό της. Αυτός ο λαός αποτελείται από ανθρώπους με παλμό, με ψυχή και με οντότητα. Δεν είσθε σεις περιθωριακοί, είσθε υπεύθυνοι νοικοκυραίοι, είσθε σοβαροί άνθρωποι, που ανησυχείτε για την πορεία του τόπου. Είσθε ευυπόληπτοι πολίτες, που πάντα είσθε πρόθυμοι να αποδεικνύεσθε όχι μόνο καλοί πιστοί αλλά και χρηστοί πολίτες».

Συνεχίζοντας ανέφερε ότι ουσιαστικά η Εκκλησία έχει παράδοση ενασχόλησης με την πολιτική: «Τα βέλη τους στρέφονται, όπως λένε, κατά του Αρχιεπισκόπου και μιας ομάδας αρχιερέων που έχουν τάχα "πολιτικές" φιλοδοξίες και διατυπώνουν "πολιτικό" λόγο. Λυπάμαι γιατί κάποιοι πολιτικοί και ακαδημαϊκοί ταγοί δε γνωρίζουν τι σημαίνει συνοδικό σύστημα της Εκκλησίας. Με αυτά που λένε δεν προσβάλλουν κάποια πρόσωπα. Προσβάλλουν την Εκκλησία ως σώμα Χριστού και την ιστορική της σχέση με τον ελληνισμό».

Λόγο για όλα

Ακολούθως απαρίθμησε μια σειρά θεμάτων που καλύπτουν όλο το πολιτικό και κοινωνικό φάσμα ενδιαφερόντων, στα οποία η Εκκλησία διεκδικεί να έχει λόγο, και όχι μόνο: «Ερωτώ. Είναι ανεπίτρεπτος ο λόγος να είναι και "πολιτικός", με την έννοια του υπέρ της αξιοπρεπείας και ιστορικής προοπτικής αυτού του τόπου λόγος; Είναι απηγορευμένος και "πολιτικός" δήθεν ο λόγος υπέρ των πτωχών, υπέρ των αδυνάτων, υπέρ των αδικουμένων, υπέρ των πασχόντων, των ταπεινών, των ασθενών; Ο λόγος υπέρ της ιστορικής μνήμης, υπέρ της κοινωνικής συνοχής και αλληλεγγύης, ο λόγος υπέρ της φιλανθρωπίας και της γενναιοδωρίας, ο λόγος υπέρ της ελπίδας; Είναι "πολιτικός" ο λόγος για την οικογένεια και για τη νεολαίο, για το σχολείο και για τα ναρκωτικά, για τα εθνικά μας θέματα; Τους πληροφορούμε ότι αυτός ο λόγος είναι βαθύτατα εκκλησιαστικός και πατερικός, δηλαδή ανθρώπινος και απλός. Αν όμως ένας τέτοιος λόγος δεν πρέπει να αρθρώνεται από την Εκκλησία, τότε τι πρέπει να λέει και να κάνει η Εκκλησία; Να διδάσκει την ηττοπάθεια και την αδράνεια; Να κηρύττει την ανοχή απέναντι στην αδικία και την ανισότητα;».

Ο αρχιεπίσκοπος στην ουσία ανακοίνωσε μια πορεία της Ιεραρχίας εξόδου από τους ναούς και στροφής στο λαό. «Θα εβόλευε, είπε, αφάνταστα αν ήμασταν θιασώτες της αποστεωμένης και απονευρωμένης ποιμαντικής θεολογίας, που είναι ξεκομμένη από τα φλέγοντα προβλήματα των ανθρώπων. Θα εβόλευε αφάνταστα αν με το λόγο μας δε διεγείραμε συνειδήσεις και αν αφήναμε το δρόμο ελεύθερο σε σχέδια που βλάπτουν τις ψυχές των ανθρώπων της κοινωνίας μας». Στο σημείο αυτό πρόσθεσε τα εξής που δεν περιλαμβάνονταν στο γραπτό κείμενο της ομιλίας του: «Θαεβόλευε αφάνταστα η Εκκλησία να είναι περιορισμένη μέσα στους τοίχους των ναών».

Μιλάμε πολιτικά αλλά όχι κομματικά...

Και συνέχισε: «Τώρα που αυτός ο λόγος αναρριπίζει ελπίδες και στεριώνει ψυχές, τώρα που αυτός ο λόγος βρίσκει αντίκρισμα στις καρδιές και όχι μόνο στο νου, αυτό ενοχλεί και πρέπει να διαβληθεί. Στην εποχή μας η πολιτική ταυτίσθηκε αυθαίρετα με την κομματικοποίηση. Εμείς δε μιλάμε κομματικά, ασχολούμαστε όμως με την κοινωνία και προσπαθούμε να δώσουμε λύσεις από τον αποκαλυπτικό λόγο, χωρίς να μετατρεπόμεθα σε κόμμα. Γι' αυτό και δε διχάζουμε το λαό. Μιλάμε τη γλώσσα της αλήθειας και της ειλικρίνειας. Δεν επιθυμούμε κοσμική δόξα γι' αυτό και δε θέλουμε κανενός είδους συγκυβέρνηση, ούτε καν μερίδιο κρατικής εξουσίας».

Οι αναφορές του Αρχιεπισκόπου στο επίμαχο θέμα των ταυτοτήτων, το οποίο είναι και η αφορμή της διαμάχης, έγιναν μετά τα μισά της ομιλίας του, όπου επανέλαβε τις γνωστές θέσεις της Ιεραρχίας. «Το ζήτημα, είπε, των ταυτοτήτων και της αφαίρεσης του θρησκεύματός μας το θεωρούμε σημαντικής σπουδαιότητας, γι' αυτό και διαμαρτυρόμαστε. Δεν τρέφομεν αυταπάτες, ούτε διώκουμε χίμαιρες. Δεν προσδίδουμε στο θέμα αυτό διαστάσεις που τάχα δεν έχει, δεν τραγικοποιούμε τα πράγματα. Στον αποκλεισμό από τις νέες ταυτότητες του θρησκεύματος, που υπάρχει από 80 χρόνια, βλέπουμε μπροστά μας την επιχείρηση να εξοβελισθούν σιγά σιγά από τη δημόσια ζωή ένα προς ένα όλα τα στοιχεία της θρησκευτικότητάς μας, ώστε να φθάσουμε σταδιακά στον πλήρη θρησκευτικό αποχρωματισμό της κοινωνίας και του κράτους. Σήμερα βγαίνει το θρήσκευμα από τις ταυτότητες, αύριο τα Θρησκευτικά από τα σχολεία, την άλλη ο σταυρός από τις σημαίες, την παράλλη οι ιερές εικόνες από τα δημόσια καταστήματα. Θα επιβληθεί υποχρεωτικά ο πολιτικός γάμος, θα υποβαθμιστεί η Εκκλησία στο επίπεδο ιδιωτικής φύσεως θεσμού, θα αποχριστιανισθεί ο δημόσιος βίος».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ