Οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, συνειδητά ακολουθούν μια πολιτική προσαρμοσμένη - κατ' αρχάς - στα αμερικανικά συμφέροντα. Πρώτο μέλημα των επιλογών τους είναι η συντήρηση της έντασης, προκειμένου να δικαιολογηθεί ο "διαμεσολαβητικός" ρόλος της αμερικανικής διπλωματίας.
Οι τελευταίες εξελίξεις είναι αποκαλυπτικές. Μόλις μια βδομάδα μετά την ανακοίνωση του γγ του ΝΑΤΟ, Χ. Σολάνα, για τη συμφωνία των δύο χωρών στην υιοθέτηση Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, η Αθήνα έσπευσε να "χρησιμοποιήσει" το δόγμα περί ενιαίου αμυντικού χώρου, αποστέλλοντας μαχητικά αεροσκάφη στο αεροδρόμιο της Πάφου. Η "απάντηση" της Αγκυρας ήταν άμεση και η ελληνοτουρκική ένταση μεταφέρθηκε από το Αιγαίο στην Κύπρο.
Το σκηνικό αυτό διανθίζεται από φαιδρές πινελιές μικροπολιτικής, καθώς η πτήση των ελληνικών μαχητικών στην Πάφο συνέπεσε με την "ηρωική" στάση του Ελληνα πρωθυπουργού στο τηλεφώνημα του Κλίντον. Η "αντίσταση" του Ελληνα πρωθυπουργού στις μεταμεσονύχτιες πιέσεις του "πλανητάρχη" μόνο χαμόγελα είναι δυνατό να προκαλέσουν, καθώς η κυβέρνηση του Κ. Σημίτη είναι απόλυτα προσαρμοσμένη σε κάθε στρατηγική επιλογή της Ουάσιγκτον.
Η ελληνική κυβέρνηση, υποταγμένη στην ιμπεριαλιστική λογική, εισέρχεται σε ένα επικίνδυνο παιχνίδι, από το οποίο είναι σίγουρο ότι χαμένος θα βγει ο λαός. Η αναζήτηση ρόλου στην περιοχή, μέσα στο οικοδόμημα της αμερικανικής "νέας τάξης", προδιαγράφει ένταση των ελληνοτουρκικών τριβών, ένταση των εξοπλισμών, ενίσχυση της ενσωμάτωσης στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, ενίσχυση της επέμβασης των ξένων κέντρων λήψης αποφάσεων, εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας στην περιοχή και όλα αυτά μαζί νέα δεινά για το λαό.