Κυριακή 2 Σεπτέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΚΡΗΤΗ
Οταν η Υγεία από δημόσιο αγαθό γίνεται μετρήσιμο κέρδος

Η περίπτωση του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου στο Ηράκλειο

Χρειάστηκε - για να λειτουργήσει το 2000 - 26 δισ. και 450 εκατομμύρια. Από αυτά πήρε από το κρατικό ταμείο 12 δισ. και 221 εκατομμύρια. Δηλαδή, όσα απαιτούνται για τη μισθοδοσία των περίπου 2.000 εργαζομένων του. Πλήρωσε 5 δισ. και 880 εκατομμύρια για φάρμακα, 4 δισ. και 712 εκατομμύρια για υγειονομικό υλικό, 1 δισ. και 830 εκατομμύρια για χημικά, 523 εκατομμύρια για καύσιμα, 407 εκατομμύρια για συντήρηση, 640 εκατομμύρια για εξοπλισμό, 125 εκατομμύρια για είδη καθαριότητας, 257 εκατομμύρια για τρόφιμα και άλλα 851 εκατομμύρια πέρασαν στα «λοιπά έξοδα». Στον ισολογισμό του εμφανίζει μείωση του λειτουργικού ελλείμματος κατά 493 εκατομμύρια, αύξηση των εσόδων του κατά 11,73% και των εξόδων του κατά 9,25%. Εμφανίζει, δηλαδή, μια εικόνα προς το νοικοκύρεμα. Αν ήταν μια οποιαδήποτε επιχείρηση του δημοσίου θα 'λεγε κανείς πως μάλλον πάει καλά, αρχίζει και ανακάμπτει και κοστίζει όλο και λιγότερο στο κρατικό ταμείο.

Μόνο που πρόκειται για νοσοκομείο. Και μάλιστα ένα από τα πέντε μεγαλύτερα της χώρας. Εξι χιλιάδες άνθρωποι είναι το ημερήσιο «ανθρωπο-φορτίο» του.

Είναι η «ναυαρχίδα» του τομέα παροχής υπηρεσιών Υγείας στην Κρήτη, το περίφημο Πανεπιστημιακό (ΠΕΠΑΓΝΗ) στο Ηράκλειο. Οταν φτιάχτηκε ήταν το καμάρι της περιοχής. Σήμερα ως κτίριο ρημάζει. Η διοίκησή του, ενώ έχει κάθε λόγο να προβάλλει ως κεντρικό προτέρημα του νοσοκομείου αυτό που είναι πανθομολογούμενο, το αξιολογότατο επιστημονικό και νοσηλευτικό προσωπικό, στις εκθέσεις της προτιμά να αναφέρεται στα οικονομικά επιτεύγματα.

Τα «ίδια έσοδα»

Οπως ισχύει και για το σύνολο του χώρου της Υγείας, η διοίκηση του νοσοκομείου έχει σαφείς εντολές να λειτουργεί το νοσοκομείο ως επιχείρηση! Και ως τέτοια κατόρθωσε το 2000 να έχει «ίδια έσοδα», δηλαδή εισέπραξε χρήμα - από αυτούς για τους οποίους υποτίθεται πως, σύμφωνα με τη συνταγματική επιταγή, «το κράτος μεριμνά διά την υγείαν των πολιτών» - ίσο με 14 δισ. και 230 εκατομμύρια. Δηλαδή, το κράτος στην περίπτωση του ΠΕΠΑΓΝΗ πλήρωσε μόνο τους μισθούς. Στην πραγματικότητα, όσοι χρειάστηκαν τις υπηρεσίες του νοσοκομείου πλήρωσαν πολύ περισσότερα από αυτά τα 14 δισ. Ευθέως πλέον καταγγέλλεται ότι για να νοσηλευτεί κάποιος στο ΠΕΠΑΓΝΗ πρέπει πρώτα να έχει περάσει την πόρτα - με το αζημίωτο βέβαια - του ιδιωτικού Ιατρικού Κέντρου της πόλης, στο οποίο παράλληλα με τη θέση τους στο δημόσιο διατηρούν ιατρείο οι περισσότεροι μεγαλογιατροί του ΠΕΠΑΓΝΗ. Στην πραγματικότητα, το Πανεπιστημιακό λειτουργεί ως παράρτημα του ιδιωτικού με ρόλους μοιρασμένους στη βάση ποιος πληρώνει το κόστος-ποιος εισπράττει το κέρδος. Εκεί που υπάρχει το κόστος, δηλαδή στο ΠΕΠΑΓΝΗ, πληρώνουν κράτος και ασθενείς κι εκεί που υπάρχει το κέρδος, στο Ιατρικό Κέντρο, κερδίζουν οι μεγαλογιατροί.

«Να γινόμαστε ανταγωνιστικοί»

Ο μεγάλος χαμένος αυτής της ιστορίας είναι η δημόσια Υγεία. Της οποίας η διασφάλιση περνά μέσα από τις συμπληγάδες του ανταγωνισμού. Το νοσοκομείο χρόνο με το χρόνο καλείται να λειτουργεί όλο και περισσότερο ως επιχείρηση. Αν κρίνουμε από γραπτό κείμενο του προέδρου του ΠΕΠΑΓΝΗ, που έχουμε στη διάθεσή μας, τα πράγματα θα γίνουν πιο δύσκολα, καθώς ο ιδιωτικός τομέας, που αποδεδειγμένα δεν μπορεί να είναι κερδοφόρος χωρίς τη «ζημιογόνα» παρουσία του δημοσίου, χρησιμοποιείται και σαν μπαμπούλας. Αναφέρει συγκεκριμένα: «οι επιταγές της νέας οικονομίας μάς εξαναγκάζουν να γινόμαστε όλο και περισσότερο ανταγωνιστικοί. Ηδη ακούγεται πως πρόκειται να αναπτυχθούν στο νησί ιδιωτικές υπηρεσίες τριτοβάθμιας περίθαλψης». Αρα, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας νέες περικοπές στις δαπάνες, νέες αυξήσεις για την παροχή υπηρεσιών. Είναι χαρακτηριστικό πως στη σύγκριση κόστους 1999 με 2000 δύο δαπάνες εμφανίζουν μείωση: Τα τρόφιμα από 269 εκατομμύρια έχουν πέσει στα 258 και ο εξοπλισμός από τα 873 έπεσε στα 640. Την ίδια περίοδο το έσοδο ανά μέρα νοσηλείας έχει αυξηθεί από 116 σε 119 εκατομμύρια.

Η λογική του «ανταγωνισμού» έχει άμεσες επιπτώσεις: Από τη χαμηλότερη σε σχέση ακόμα και με το «Βενιζέλειο» αποζημίωση των εφημεριών των γιατρών έως τις «πιεστικές», όπως τις χαρακτηρίζει η ίδια η διοίκηση, ανάγκες σε μόνιμο και εποχιακό προσωπικό. Το ίδιο το κτίριο είναι σε κατάσταση εγκατάλειψης, ενώ μια σειρά από τομείς παραχωρούνται στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Οι μεταφορείς μετράνε 230 χρωστούμενα ρεπό. Ο καθαρισμός της κουζίνας δόθηκε σε ιδιώτες. Οι ελλείψεις σε προσωπικό αν και ορατές δεν παρουσιάζονται στο πραγματικό τους μέγεθος, καθώς γίνεται αναφορά σε έναν Οργανισμό που καταρτίστηκε για άλλες εποχές. Τα νέα τμήματα δεν καλύπτονται. Θέσεις υπολειτουργούν γιατί η κάλυψή τους γίνεται με διάφορα προγράμματα του ΟΑΕΔ περιορισμένου χρόνου και βεβαίως μειωμένου μισθού, παρότι οι έκτακτοι καλύπτουν μόνιμες θέσεις. Ακόμα και στο διαχειριστικό μέρος συναντάς προβλήματα. Π.χ. ο αξονικός και ο «μαγνήτης» δουλεύουν με μια βάρδια, τρεις μόνο στις εφημερίες. Καλύπτουν όμως και τον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα ασθενείς του νοσοκομείου να πηγαίνουν έξω. Ισχύει το ίδιο για υπερήχους και μαστογραφίες. Οι ασφαλισμένοι του ΟΓΑ αντιμετωπίζονται σαν αποπαίδια. Επαίρεται η διοίκηση ότι δεν πληρώνουν τίποτα αλλά κλείνουν ραντεβού μετά από 3-6 μήνες για έναν υπέρηχο, που θεωρείται και είναι βασική εξέταση. Οι επενδύσεις των ιδιωτών σε τέτοιους τομείς αφήνουν υποψίες για συμφωνίες-μοίρασμα της πελατείας. Ενα από τα προτερήματα του νοσοκομείου, οι 12 ΜΕΘ, υπολειτουργούν (4 εκτός) κύρια από έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού. Οι γιατροί του ΕΣΥ είναι που τραβάνε το ζόρι καθώς τον απόλυτο έλεγχο τον έχουν οι πανεπιστημιακοί.

Μια ημερήσια βόλτα στο ΠΕΠΑΓΝΗ δίνει αφορμές για δεκάδες ειδικά αναλυτικά ρεπορτάζ ισάριθμα των προβλημάτων πάνω στα οποία σκοντάφτεις ακόμα κι όταν είσαι επισκέπτης. Επιλέξαμε να αναφερθούμε κύρια στην οικονομική πλευρά του, ακριβώς γιατί αυτό που θα 'πρεπε να είναι ό,τι καλύτερο στο νησί - και είναι από την άποψη του ανθρώπινου δυναμικού του - μετατρέπεται, με τη λογική που θέλει επιχείρηση την Υγεία, σε εφιάλτη για την πραγματική ζωή των ανθρώπων. Τελευταία εικόνα στο καφενείο: «Μη στεναχωριέσαι, μαμά, ξέρω το ιατρείο του έξω, θα πάμε και θα σε εξετάσει αμέσως». Ηταν η κόρη που ησύχαζε τη μάνα, στην οποία για μια οφθαλμολογική εξέταση είχαν κλείσει ραντεβού τρεις μήνες μετά.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ