Παρασκευή 2 Μάη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Φορτίο βαρύ, οργής

Είδα ένα όνειρο καθώς συλλάβιζα και μάθαινα τον κόσμο. Είδα ένα όνειρο μέσα στον εφιάλτη των γκρίζων ανέμων που κυνηγούσαν το αύριο, κάνοντας το σήμερα να δακρύζει. Κοίταξα στον καθρέφτη θαυμάζοντας τη ζωή που έβλεπα απέναντί μου με ανθρώπινη μορφή. Ξαφνικά έχασα το ένα μου χέρι. Πού πήγε το χέρι μου; - ρώτησα τον καθρέφτη. "Το έχασες σε κείνη τη μάχη στο Σαράγεβο. Το ξέχασες"; Και το άλλο μου; Πού είναι το άλλο μου χέρι; "Ολα τα νέα παιδιά που χτυπούν με θάνατο τις φλέβες τους, εξαφανίστηκαν μαζί με το δικό σου χέρι".

Δεν έχω, ούτε, πόδι. Αυτό θυμάμαι, όμως, το έχασα στον Περσικό. Το άλλο μου το πόδι το 'χασα σε κείνη την έκρηξη πυρομαχικών που έγινε στην Αλβανία. Το στομάχι μου πονάει. Φρέσκια η πληγή από την πείνα στον Τρίτο Κόσμο. Φρέσκια κι η πληγή από την πείνα στη διπλανή μας χώρα. Στα φανάρια της αγωνίας κατεβάζω τα μάτια. Χάνω το ένα μου μάτι από θυμό για τις εικόνες δυστυχίας. Είμαι ο τυφλός με το ακορντεόν που μόνος φέρω φορτίο βαρύ οργής, που αγκαλιάζει τη μελαγχολία της μοναχικής γριάς. Είμαι ο μοναχικός γέρος που έδωσε ραντεβού με το θάνατο στον παρακάτω δρόμο.

Δεν έχω χέρια, ούτε πόδια, ούτε μάτια, και το στομάχι μου αιμορραγεί, τα παιδιά μου πεινάνε. Δεν ακούω πια την καρδιά μου. Μόνο η οργή του φτωχού περισσεύει. Η αδυναμία και η δυστυχία του κόσμου, που του αφαίρεσαν την ελπίδα, αφαιρούν από το σώμα μου την καρδιά. Δεν έχω ούτε καρδιά, καθρέφτη του εφιάλτη μου. Ομως, ακόμη βλέπω. Και με ένα μάτι θα βλέπω και θα πονώ. Στα όνειρα όλα επιτρέπονται και στους εφιάλτες όλα γίνονται. Ο άνθρωπος που έστεκε απέναντι στον καθρέφτη έχανε σιγά σιγά όλα τα μέλη του σώματός του στις διάφορες μάχες της ζωής και των θανάτων.

Και ήρθε το σκοτάδι. Εχασα το φως μου. Πάει και το άλλο μου μάτι. Γιατί καθρέφτη μου έχασα το φως μου; "Τα δάκρυα του κόσμου, παιδί μου, πλημμύρισαν και δε χωρούσαν μέσα στο δικό σου μάτι" - άκουσα τον καθρέφτη να μου ψιθυρίζει. Κι εγώ, πώς τώρα θα βλέπω τον κόσμο και το "σώμα" της ζωής που το έχω ανάγκη; "Ο,τι αισθάνεσαι θα μου το λες. Εχεις φωνή κι αισθήσεις, μη φοβάσαι" - με καθησύχασε. Τότε άρχισα να πονάω στο σώμα που δεν είχα και η φωνή μου έγινε οργή και με ξύπνησε. Εξακολουθούσα να πονάω στο σώμα που έχασα στη μάχη με τον εφιάλτη μου.

Σηκώθηκα να ψάξω το σώμα μου στον καθρέφτη της πραγματικότητας. Κοινωνία ξεπέρασες τον εφιάλτη μου. Καθρεφτίζεσαι περήφανη και αγνοείς την οργή που έστρεψες κατά πάνω σου. Μπορείς να αφαιρείς τα μέλη του σώματός μας, μπορείς να δημιουργείς εφιάλτες, αλλά οι φωνές και οι αισθήσεις μετατρέπουν τον εφιάλτη σε όνειρο που θα δούμε αύριο. Εχουμε φωνή. Δε φοβόμαστε!

Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ