Κυριακή 24 Αυγούστου 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Τα κέρδη της χρηματιστικής ολιγαρχίας

Ενα από τα επιχειρήματα της άρχουσας τάξης είναι ότι δε γίνονται επενδύσεις στη χώρα μας γιατί δεν υπάρχουν πόροι από την κερδοφορία των επιχειρήσεων. Επιδίωξη όμως του κεφαλαίου είναι το χτύπημα του μισθού εργασίας ως κύριου εμποδίου για την αύξηση των κερδών, άρα και την αύξηση των επενδύσεων.

Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί, γιατί η πραγματικότητα δείχνει ότι και δυνατότητες επενδύσεων υπάρχουν, αλλά υπάρχουν και μεγάλα κέρδη μέσα σε συνθήκες κρίσης της οικονομίας και μεγάλης ακρίβειας.

Στην Ελλάδα κυριαρχούν 50 όμιλοι της χρηματιστικής ολιγαρχίας στη βιομηχανία, στο εμπόριο, στο τραπεζικό σύστημα, στις υπηρεσίες και στη ναυτιλία, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται: Βαρδινογιάννης, Κόκκαλης, Κωστόπουλος, Λάτσης, Βερόπουλος, Κυριακού, Δασκαλόπουλος, Θεοχαράκης, Κεράνης, Μαρινόπουλος, Μπουτάρης, κ.ά.

Σε ό,τι αφορά τους κροίσους του εφοπλιστικού κεφαλαίου πρέπει να αναφέρουμε ότι αυτοί διαθέτουν τεράστια περιουσία. Το δυναμικό, που κατείχαν το 1990 ανέρχονταν σε 2.426 πλοία συνολικής χωρητικότητας 46.580.539 grt. Ο ελληνόκτητος εμπορικός στόλος (άνω των 1.000 grt) αυξήθηκε το 1997 (Μάρτης) σε 3.204 πλοία συνολικής χωρητικότητας 74.982.110, δηλαδή αυξήθηκε κατά 60,9%.

Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένα στοιχεία για τα κέρδη των κεφαλαιοκρατών στα χρόνια 1991 - 1995.

  • Τα συνολικά μεικτά κέρδη των βιομηχανικών εταιριών από 1.126,5 δισ. δρχ. το 1991 αυξήθηκαν στο 1.815,2 δισ. δρχ. το 1995, δηλαδή πέτυχαν μια αύξηση των κερδών τους κατά 61,1%.
  • Την ίδια χρονική περίοδο τα συνολικά μεικτά κέρδη των μεγαλεμπόρων ακολούθησαν ανοδική πορεία. Από 657,8 δισ. δρχ. το 1991 έφτασαν στο 1.574,2 δισ. δρχ. το 1995. Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι είχαν αύξηση των κερδών τους κατά 139,3%.

Μια άλλη παράμετρος, που δείχνει την κερδοφορία των βιομηχανικών επιχειρήσεων είναι το ποσοστό του κέρδους.

  • Από μια μελέτη που έγινε στο ΚΜΕ φαίνεται ότι το μέσο ποσοστό του κέρδους στη βιομηχανία το 1991 ήταν 26,6% και το 1992 28,3%. Σε μερικούς κλάδους το κέρδος αυτό είναι μεγαλύτερο, π.χ., στην κλωστοϋφαντουργία το 1991 ήταν 24,1% και το 1992 39,7%. Τα τελευταία δύο χρόνια το μέσο ποσοστό κέρδους στη βιομηχανία ήταν: το 1995 27,1% και το 1996 26,6%.
  • Τα καθαρά κέρδη των 22 κερδοφόρων τραπεζών το 1995 ανέρχονταν στα 272,5 δισ. δρχ.
  • Οσον αφορά την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης τα στοιχεία δείχνουν ότι κατά εργαζόμενο τα κέρδη στη βιομηχανία αυξάνονται. Συγκεκριμένα, το 1994 οι βιομήχανοι αποκόμισαν ανά εργαζόμενο 4.178.000 δρχ. και το 1995 7.360.900 δρχ. Αυτό σημαίνει μια αύξηση κατά 76,2%.
  • Οι μεγαλέμποροι το 1994 έβγαλαν από κάθε εργαζόμενο 7.660.000 δρχ. και το 1995 13.000.000 δρχ., δηλαδή είχαν μια αύξηση κατά 69,7%.

Από την ανάλυση που κάναμε παραπάνω διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν δυνατότητες από τα κέρδη των καπιταλιστών να γίνονται επενδύσεις. Ωστόσο, οι όποιες επενδύσεις γίνονται σήμερα, κατευθύνονται κυρίως σε μη παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας βάσει του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας στα πλαίσια της ΕΕ.

Η κυβέρνηση εφαρμόζει σκληρή πολιτική λιτότητας για τους εργάτες, συνταξιούχους και για τους άλλους εργαζόμενους και από την άλλη υλοποιεί πολιτικές παροχών, διευκολύνσεων και φοροαπαλλαγών στο χρηματιστικό κεφάλαιο.

- Η φοροδιαφυγή, φοροκλοπή και η φοροαπαλλαγή ξεπερνά τα 3 τρισ. δρχ.

- Η Εθνική Τράπεζα προχώρησε φέτος στη διαγραφή χρεών των μεγαλοβιομηχάνων συνολικού ύψους 177,9 δισ. δρχ.

- Απαλλάσσονται από τη φορολογία τα λεγόμενα Αμοιβαία Κεφάλαια που έχουν ενεργητικό 3,7 τρισ. δρχ. Οι φοροαπαλλαγές στο εφοπλιστικό κεφάλαιο για το 1997 ανέρχονται στα 100 δισ. δρχ.

- Οι ανείσπρακτοι φόροι από μεγαλοεπιχειρηματίες ανέρχονται σε 2.000 δισ. δρχ.

- Η κυβέρνηση "έσβησε" 100 δισ. δρχ. με τη σκανδαλώδη ρύθμιση για την ΕΤΒΑ.

- Με τη ρύθμιση των τόκων υπερημερίας στις μεγάλες, ιδιωτικές επιχειρήσεις πετρελαιοειδών (Βαρδινογιάννης, Λάτσης) στην ουσία χαρίστηκαν 200 δισ. δρχ.

- Η κυβέρνηση χάρισε στις ΠΑΕ 130 δισ. δρχ.

Ενα μέρος από τα κεφάλαια που θα μπορούσαν να επενδυθούν στην ελληνική οικονομία και να δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, φεύγουν στο εξωτερικό, κυρίως στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, όπου υπάρχει υψηλά ειδικευμένη και φθηνή εργατική δύναμη, με σκοπό την αποκόμιση μεγαλύτερου κέρδους. Ενα άλλο μέρος του κεφαλαίου, το μέγεθος του οποίου ξεπερνά τα 15 δισ. δολάρια, φεύγει στο εξωτερικό για να καταλήξει στις τράπεζες της Ελβετίας.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ