Τετάρτη 4 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Αξιοι, οι όρθιοι

Σκόνη και ντούχνη και ντάλα.

Χωροφυλάκοι, υπομασχάλια, πηλήκια και σιρίτια.

Τρακτέρια, αγρότες και τραγιάσκες. Ηλιος, και ήλιος μπούφος.

Μάτια τσακισμένα τζάμια, γκριντιλιάνοι π' ανεβοκατεβαίνουν και σαγόνια τέζα. Ξερό ξύλο ο δρόμος, ζ - μπρωξιές και βρισιές. Πόδια καρακούσια, αγκούλες θεόστραβες. Πένθιμες καμπάνες, - η γη βελάζει. Ανία.

Τρακτέρ και τζιπς, καμιόνια αμερικάνικα, λασπωμένες ρόδες, προσβλητικές, ύαινες να σε χιμήξουν. Αγρότες, άντρες και γυναίκες, χωροφυλάκοι και υπομασχάλια και δημοκρατία. Μουγκαμάρα και χαύνωση, ήλιος βλάκας που πέφτει τα μπηχτοκέφαλα, σπασμένο ρόδι. Πρόσωπα ακούνητα, τζιγάρες κρεμασμένες στο στόμα. Αγρότες και τραγιάσκες απόμαχες, φαγωμένες καζιάκες, το κακαήλι που βράζει. Και χωροφυλάκοι και ήλιος άπονος, ο ιδρός που τρέχει. Πηλήκια, παγεροί εκπρόσωποι του νόμου. Τρακτέρια και λάστιχα χοντρά, ξεφούσκωτα, καθισμένα κάτω. Πού πας ήλιε; Ηλιε της αργοπορίας;

Αξιοί οι όρθιοι, αφνοίν που λέν' όχι, όντας οι "άλλοι" λένε ναι. Αφνοίν που έχνε το δίκιο στο στόμα, που το βγάνουν απ' το λαρύγγι. Αξιοί οι κυνηγημένοι, οι φυλακωμένοι, οι εκτελεσμένοι, το πιπέρι και το άλας της γης! Αξα τ' αγύριστα κεφάλια, τα ζουνάρια και οι τραγιάσκες, τα σκονισμένα φανάρια των τρακτέρ που τραβάν την κολόνα στο δρόμο. Αξιος ο σίτος, το αραποσίτι και ο σανός του Αυγούστου, το άρωμα του απομεσήμερου.

Σκόνη και ντούχνη και ντάλα.

Αγρότες, τρακτέρια και χωροφυλάκοι. Πηλήκια, σιρίτια και όπλα. Μυκηθμός βοδιού ακούστηκε μες στην κολόνα. Σβήσαν οι φανοί των τρακτέρ, τα λάστιχα κάθισαν. Μήνα σε μαχαιρώνουν, μήνα σε σφάζουν αποσταμένη διαδήλωσις του κάμπου. Καγκιόλια κι αναμοστρόβιλοι που χορεύουν. Μίσος, στραβομάρα και βλακεία. Καμιόνια αποκάτω απ' τη σκόνη. Και ήλιος ο βοϊδομάτης. Μεριάστε, φτάνει ο Καποδίστριας.

Σκόνη και ντούχνη και ντάλα.

Η κολόνα του κάμπου κυλάει σαν σαρανταποδαρούσα, μπομπαρντισμένη απ' το λιοπύρι του μεσημεριού. Πού πάει το οδοιπορικό σου Μάνα; Πας και πας καταπάνω στη μοίρα, καταπάνω στον Αδη που σ' αναμένει στη στροφή. Τρακτέρια. Και ντεραπαρισμένες τραγιάσκες, δράκοι του αγώνα, παγεροί εκπρόσωποι της εξουσίας και βρυχηθμοί.

Ενας έβανε φωνή:

"Χωροφυλάκοι, αγόρια αγροτών κι έγγονοι κολλιγάδων, μη λερώνετε την καταγωγή σας, μη βγάνετε την πέτσα απ' το σώμα σας, μη σκάβετε με τα χέρια το λάκκο σας. Γη άνυδρη, τόποι σκασμένοι, ξέρα, σκόνη και ντάλα. Ρόδες καθισμένες, αμερικάνικες στάμπες, επιθετικές, μουγκαμάρα. Χωρικοί και τραγιάσκες και χωροφυλάκοι. "Κάτσε εδώ Ηλία Λεφούση, λέει η γη, γράψε αυτά που βλέπεις και στείλ' τη γραφή σου στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προς γνώσιν, τέρψιν και πέψιν.

Αξιοιν οι όρθιοι, αφνοίν που λέν' όχι, όντας οι άλλοι λένε ναι, αφνοίν που έχνε δίκιο και το φωνάζουν, το βγάν' νε απ' τα δυνατά νεφρά τους. Αξιοί οι κυνηγημένοι, οι φυκαλωμένοι, οι εκτελεσμένοι, το άμωμο γέρας του βίου. Αξια τ' αγύριστα κεφάλια, τα ζουνάρια και οι τραγιάσκες, ο οίνος και η ρακή. Ηλιος, και ήλιος μπούφος, ξεφουσκωμένα λάστιχα με αμερικάνικες στάμπες, - η καβαλίνα χορεύει. Καθίστε να κάνουμε τσιγάρο αδέρφια, τον πόνο μας να πούμε.

Οι ακρίδες όλα τάφαγαν

στάρι, κριθάρι δε μαζεύεται

στείλτε χαμπέρια στο σαράι

φόρους να μη γυρεύουν.

Πάμε για να τις διώξουμε

κι έχουμε αγάδες στο κεφάλι μας

καταραμένες να 'ναι οι ακρίδες

στάρι, κριθάρι δεν αφήσανε.

Το άντερί μου μάτωσε

και γίναν τα μανίκια μου θηλιές

ανάθεμά το το άτιμο δοβλέτι

που με κατάντησε έναν φουκαρά. (*)

Αναβρος Βόλου 1998

Ηλίας ΛΕΦΟΥΣΗΣ

* Παλιό τούρκικο τραγούδι των φτωχών της γης.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ