Κι εγώ, "ελεύθερος" συντάκτης μιας εφημερίδας της εποχής, παράδερνα εκείνη την αναστάσιμη νύχτα του Νοέμβρη γύρω από το Πολυτεχνείο, προσπαθώντας να καταγράψω σε ένα μπλοκ τον πάνδημο ξεσηκωμό κατά της χούντας. Λες και περιγράφονται εύκολα τέτοιες μεγαλειώδεις, τέτοιες ανυπέρβλητες στιγμές."Εντάξει όμως, κύριε αρχισυντάκτα. Η εντολή που μου δώσατε να αποτυπώσω στο χαρτί τα πάντα, θα εκτελεστεί, όσο το επιτρέπει η φτωχή μου πένα"...
Με απερίγραπτη έξαψη τραγουδούν την "Ξαστεριά", ανεμίζουν πλακάτ, πανό, σημαίες. Σηκώνουν ψηλά ως τα ουράνια τις γροθιές τους, την αντρειοσύνη τους και τα οράματά τους.
Ωρα 9 μ.μ.: Χιλιάδες λαού έχουν συγκεντρωθεί έξω από το κάστρο της ελευθερίας. Ανδρες, γυναίκες, εργάτες, υπάλληλοι, όλοι οι καταπιεσμένοι από το μαύρο καθεστώς των συνταγματαρχών. Βροντοφωνάζουν κι αυτοί "κάτω η χούντα", εμψυχώνουν τους έγκλειστους, κουνώντας μαντίλια, ανάβοντας λαμπάδες και τραγουδώντας τον Εθνικό Υμνο.
Ωρα 9.30 μ.μ.: Η Αθήνα ολόκληρη έχει ξεσηκωθεί. Πυκνές μάζες κατεβαίνουν από τις συνοικίες προς το κέντρο. Παρατεταγμένοι αστυνομικοί προσπαθούν να εμποδίσουν με κλοπς και δακρυγόνα αυτό το χείμαρρο και γίνονται αιματηρές οδομαχίες στην Αλεξάνδρας, στην Πειραιώς, στο Σύνταγμα.
Ωρα 10 μ.μ.: Εξω από το Πολυτεχνείο πέφτουν σφαίρες. Αστυνομικοί και παρακρατικοί, ανεβασμένοι στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, στην οδό Μάρνη, σκοπεύουν τους διαδηλωτές και ρίχνουν στο ψαχνό. Ο κόσμος αλαφιάζεται και τρέχει να καλυφθεί. Μια σφαίρα περνάει από κοντά μου και καρφώνεται στον μηρό ενός 18χρονου. Τρέχω και τον κουβαλάω με άλλους στην είσοδο ενός μαγαζιού. Τα χέρια μου και το μπλοκ που κρατώ γεμίζουν με αίμα... Οι πυροβολισμοί συνεχίζονται και αναμειγνύονται σε λίγο με τις σειρήνες των νοσοκομειακών που έρχονται να παραλάβουν τραυματίες.
Ωρα 12.30, μεσάνυχτα: Οι οδομαχίες συνεχίζονται, η κατάσταση εμφανίζεται ανεξέλεγκτη για το καθεστώς και αποφασίζεται να κατέβουν τα τανκς στους δρόμους.
Ωρα 1.30 π.μ.: Ενα τανκ φτάνει μπροστά στο Πολυτεχνείο και πέφτοντας πάνω στην καγκελόπορτα την γκρεμίζει και γράφει το τέλος της μεγάλης εξέγερσης.
Ο λαός αλυσοδεμένος πάλι, ο Τύπος φιμωμένος γερά και νύχτα παντού. Κι όταν επιτέλους ξημέρωσε κάποτε, το ξημέρωμα ήταν όπως το ήθελαν οι ντόπιοι και οι ξένοι αφέντες και όχι όπως το ονειρεύτηκε ο λαός. Γι' αυτό και ο μεγάλος αγώνας του Νοέμβρη συνεχίζεται.
Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ