Τετάρτη 8 Δεκέμβρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Ημερίδα για την Οικονομία
ΜΑΚΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Αντινεοφιλελεύθερη διαχείριση στα πλαίσια της ΟΝΕ;

Αποπροσανατολιστικές και αδιέξοδες για τους εργαζόμενους οι θεωρίες περί δυνατοτήτων αντινεοφιλελεύθερης πολιτικής στα πλαίσια της ΕΕ

Μια διαχείρηση που θα προσπαθήσει να αμβλύνει τις σημερινές αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους, χωρίς όμως να συγκρουστεί αποφασιστιστικά με την πολιτική εξουσία του μονοπωλιακού κεφαλαίου, δεν έχει προοπτική. Αυτή αποτελεί την ουσία της παρέμβασης του Μάκη Παπαδόπουλου, μέλους του Οικονομικού Τμήματος της ΚΕ του Κόμματος, ο οποίος μιλώντας στην ημερίδα είπε:

«Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,

Είναι γεγονός ότι η εφαρμογή της σκληρής νεοφιλελεύθερης πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ενωση, προκαλεί τη λαϊκή διαμαρτυρία και μια ορισμένη ανάπτυξη των εργατικών αγώνων σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Είναι αναμενόμενο λοιπόν σε αυτό το έδαφος, να αναπτύσσονται και απόψεις που ζητούν μια πιο φιλολαϊκή, μια διαφορετική διαχείριση. Μια διαχείριση που θα επιχειρήσει να αμβλύνει τις σημερινές αρνητικές συνέπειες για τους εργαζόμενους, χωρίς όμως να συγκρουστεί με την πολιτική εξουσία του μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Τα τελευταία χρόνια καταγράφονται αρκετές πρωτοβουλίες στην Ευρώπη, από πολιτικούς παράγοντες, όπως ο Οσκαρ Λαφοντέν, ο Κεν Κόουτς και ακαδημαϊκούς όπως ο Φράνκο Μοντιλιάνι, που εμπνέονται από το νεοκεϋνσιανισμό και ζητούν πολιτικές ρυθμίσεις με στόχο μια Ευρώπη της πλήρους απασχόλησης, μια Ευρώπη της κοινωνικής δικαιοσύνης. Παρόμοιες προτάσεις ακούσαμε και το πρωί.

Οι συγκεκριμένες δυνάμεις θεωρούν ότι η κυρίαρχη πολιτική που ακολουθείται σήμερα από το κεφάλαιο, δεν είναι μονόδρομος. Οτι οφείλεται σε στενότητα αντίληψης, σε δογματική, νευρωσιακή επιμονή των κυβερνήσεων, στην αντιπληθωριστική σταθεροποιητική πολιτική.

Προτάσεις ...μη στενής αντίληψης

Προτείνουν, λοιπόν, από την πλευρά τους μια δέσμη πολιτικών για την αντιστροφή της κατάστασης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ποιες είναι οι βασικότερες απ' αυτές τις προτάσεις;

  • Πρώτον:Πολιτικές που στοχεύουν στη διασφάλιση της πλήρους απασχόλησης και εδώ ακούμε για τη μείωση των ωρών εργασίας, το 35ωρο, την αύξηση των επενδύσεων, την τόνωση της ζήτησης, μέσα από αναδιανομή εισοδήματος προς όφελος των εργαζομένων.
  • Δεύτερον:Φορολογική μεταρρύθμιση, για παράδειγμα φορολογία στη βραχυπρόθεσμη κίνηση κεφαλαίων, μεταξύ των διαφόρων εθνικών χρηματιστηρίων.
  • Τρίτον:Προστασία ενός κατώτατου επιπέδου κοινωνικών και εργατικών δικαιωμάτων. Γι' αυτό και προτείνουν τη χαλάρωση ορισμένων δεικτών και κριτηρίων των διαφόρων Συνθηκών, καθώς και των ρυθμών για να τα προσεγγίσουμε.
  • Τέταρτον: Αναβάθμιση του κοινοτικού επιπέδου, έναντι του εθνικού σαν προνομιακού πεδίου υποτίθεται για την άσκηση προοδευτικής πολιτικής. Γι' αυτό, για παράδειγμα, ζητούν την ενίσχυση του κοινοτικού προϋπολογισμού.

Το ερώτημα λοιπόν είναι αν αυτή η πλατφόρμα της λεγόμενης αντινεοφιλελεύθερης πολιτικής έχει ουσιαστικές δυνατότητες επιβίωσης, σήμερα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Αν αποτελεί λύση προοπτικής η συγκρότηση ενός αντινεοφιλελεύθερου μετώπου προώθησης αυτών των στόχων.

Δύο πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα

Ας δούμε κατ' αρχήν δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Α) Πριν πολλά χρόνια μια κυβέρνηση μιας οποιασδήποτε κοινοτικής χώρας, μπορούσε να ακολουθήσει, σε ένα βαθμό, πολιτική κοινωνικών παροχών στηριγμένη στον εξωτερικό δανεισμό, στη διόγκωση των ελλειμμάτων καθώς και σε μια στοιχειώδη αναδιανομή του παραγόμενου προϊόντος, χωρίς να συγκρούεται με τα οικονομικά συμφέροντα του μονοπωλιακού κεφαλαίου.

Σήμερα, όποιος αποδέχεται τους όρους και τις κατευθύνσεις των Συνθηκών του Μάαστριχ και του Αμστερνταμ, ας πάρουμε για παράδειγμα τα ελλείμματα, δεν μπορεί να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη λύση.

Το γενικότερο οικονομικό υπόβαθρο, που οδηγεί το κεφάλαιο στην εγκατάλειψη της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατικής λύσης της αναδιανομής, δεν είναι άλλο από την εξέλιξη του καπιταλιστικού κύκλου, μετά την κρίση του ΄73. Η ανάκαμψη μετά από κάθε κρίση, τα τελευταία 25 χρόνια, εμφανίζεται όλο και πιο περιορισμένη και ασθενής. Η τάση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου μεγαλώνει θεαματικά.

Δεν είναι όμως μόνο τα οικονομικά περιθώρια που περιορίζονται για τη χρηματιστική ολιγαρχία. Στο πολιτικό επίπεδο η ανοχή των μονοπωλίων για ορισμένες αποσπασματικές παραχωρήσεις στα πλαίσια του συστήματος, έχει περιοριστεί δραματικά μετά τις ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και τη γενικότερη αλλαγή του συσχετισμού δύναμης σε βάρος του εργατικού κινήματος.

Β) Πριν από χρόνια η υλοποίηση της μείωσης των ωρών εργασίας, γινόταν χωρίς να θίγει το πλαίσιο των κατακτημένων εργασιακών σχέσεων μόνιμης, σταθερής, πλήρους απασχόλησης. Σήμερα η υιοθέτηση του 35ωρου, στην Ευρωπαϊκή Ενωση περνάει υποχρεωτικά μέσα από το πλαίσιο που καθορίζει η Λευκή Βίβλος για τις εργασιακές σχέσεις. Ακόμα χειρότερα το 35ωρο γίνεται στην ουσία πολιορκητικός κριός για να επιταχυνθεί η προώθηση της πλήρους ανατροπής του 5μερου και του 8ωρου, για την καθιέρωση δηλαδή του ελαστικού χρόνου εργασίας. Η γαλλική εμπειρία με την κυβέρνηση Ζοσπέν είναι πολύ διδακτική πάνω σε αυτό.

Δείκτες με ουσία και στόχους

Ισως όμως αναρωτηθεί κάποιος:

Αν αμφισβητήσουμε και ορισμένους δείκτες και κριτήρια των Συνθηκών του Μάαστριχ και του Αμστερνταμ, μπορεί τότε να εφαρμοστεί ουσιαστικά η συγκεκριμένη λύση;

Μα και αυτοί οι δείκτες δεν έχουν τεθεί αυθαίρετα από το κεφάλαιο. Υπηρετούν το στόχο της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης. Δηλαδή, της ισχυροποίησης του ιμπεριαλιστικού οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Υπηρετούν, πιο συγκεκριμένα, την ανάγκη του κοινοτικού κεφαλαίου, για νομισματική και οικονομική σταθερότητα. Για διασφάλιση όρων ελεύθερης διακίνησης, μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κεφαλαίου, εμπορευμάτων και εργασίας.

Οι δείκτες και οι στόχοι εντάσσονται στην προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό της με τα άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.

Επίσης, δεν μπορεί να παραγνωρίζει κανείς την ανισόμετρη ανάπτυξη και την ένταση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων μέσα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, όταν εμφανίζει σαν σωτήρια λύση, την εναρμόνιση των κοινοτικών κατευθύνσεων στο εθνικό επίπεδο.

Γενικότερα, πρέπει να τονίσουμε ότι η επιλογή της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης δεν ήταν μια δογματική αυθαίρετη πράξη από τη σκοπιά του μονοπωλιακού κεφαλαίου και στην Ευρώπη και παγκόσμια.

Η λύση αυτή ήρθε σαν απάντηση στις δυσκολίες αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου. Υπηρετεί την ανάγκη συγκράτησης της τάσης πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους, σε μια εποχή που επιταχύνεται η αλλαγή της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου με την έκρηξη των νέων τεχνολογιών. Πηγάζει από την ανάγκη επιτάχυνσης της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, καθώς και της αύξησης της κερδοφορίας του. Εχει σαν στόχο την εξουδετέρωση της διαπραγματευτικής δύναμης του συνδικαλιστικού κινήματος και την προώθηση της σχετικής εξαθλίωσης των εργαζομένων. Tη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης.

Τότε, τι μένει από την πρόταση της λεγόμενης αριστερής σοσιαλδημοκρατίας, που να είναι εφαρμόσιμο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης;

Είναι σε ένα βαθμό εφαρμόσιμη η πολιτική διασφάλισης ενός κατώτατου ορίου βιοτικού επιπέδου, καθώς και η πολιτική χαλάρωσης των ρυθμών, για να πιαστούν κάποιοι δείκτες.

Αλλά αυτές οι συγκεκριμένες πολιτικές, αποτελούν διορθωτικούς ελιγμούς και δεν ανατρέπουν την ουσία της σκληρής νεοφιλελεύθερης διαχείρισης. Παρόμοιες μικρές διορθωτικές κινήσεις είχαμε και στις ΗΠΑ μετά το ΄92. Ομοια η αύξηση των επενδύσεων των μονοπωλίων, δε μεταφράζεται σε λύση του προβλήματος της ανεργίας. Το αντίθετο μάλιστα. Οι επενδύσεις που στοχεύουν στην αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, οδηγούν στην κατάργηση χιλιάδων θέσεων εργασίας, στην ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης όσων παραμένουν στις θέσεις τους και στην εκτόπιση πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ο ιστορικός χρόνος επιβεβαίωσε γενικότερα τη μαρξιστική θέση ότι ο καπιταλισμός είναι σύμφυτος με την ύπαρξη του εφεδρικού στρατού των ανέργων.

Φυσικά δε θα επεκταθούμε εδώ στη γενικότερη κριτική του μαρξισμού στον κεϋνσιανισμό, την εποχή εκείνη που αποτελούσε την ενδεδειγμένη για το σύστημα διαχειριστική πρόταση. Yπενθυμίζω απλώς την επίσης ιστορικά αποδεδειγμένη πλέον ανικανότητα της κεϋνσιανής ρύθμισης να αντιμετωπίσει ουσιαστικά την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήρθε τελικά να απαντήσει εκεί που δεν μπορούσε ο Κέυν για το σύστημα.

Αυτό που, κλείνοντας, θα ήθελα να τονίσω, είναι ότι ο συνεπής αντίπαλος του νεοφιλελευθερισμού, οφείλει σε τελευταία ανάλυση να απαντήσει στο πραγματικό ερώτημα. ΜE TA ΜΟΝΟΠΩΛΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟ Ή ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΌΜΕΝΟ ΛΑΟ;

Οι σημερινές εξελίξεις, όπως π.χ. η μετεκλογική πολιτική της κυβέρνησης Ζοσπέν, η αποπομπή του Λαφοντέν από την κυβέρνηση Σρέντερ, δεν αφήνουν περιθώρια για άλλες αυταπάτες. Χωρίς κατεύθυνση σύγκρουσης του εργατικού κινήματος με τις βασικές επιλογές του μονοπωλιακού κεφαλαίου, δεν υπάρχουν σήμερα περιθώρια ούτε και για μερικές προσωρινές κατακτήσεις της εργατικής τάξης, που γνωρίσαμε στο παρελθόν. Η άρνηση της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, έχει φυσικά πολιτική αξία. Αλλά δεν αποτελεί από μόνη της πραγματική διέξοδο προς όφελος των εργαζομένων. Τέτοια διέξοδος είναι μόνο η συγκρότηση του μετώπου πάλης ενάντια στα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό. Σας ευχαριστώ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ