Σάββατο 4 Ιούνη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ
Ενα αποκαλυπτικό παράδειγμα

Το ρεπορτάζ στο χτεσινό «Ριζοσπάστη», για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας των ωρομίσθιων υπαλλήλων σε κατάστημα της «Καρφούρ» στη Θεσσαλονίκη, είναι ενδεικτικό των συνθηκών μεσαίωνα και άγριας εκμετάλλευσης, που προετοιμάζουν το κεφάλαιο και η κυβέρνηση για το σύνολο της εργατικής τάξης. Οι υπάλληλοι στο κατάστημα της «Καρφούρ» προσλήφθηκαν για τετράωρη ή εξάωρη ημερήσια εργασία. Αφού χτυπήσουν κάρτα το πρωί, κάθονται στο ταμείο για το δίωρο της πρωινής αιχμής στο σούπερ μάρκετ. Οταν η «φούρια» περάσει και μειωθεί η ροή των πελατών, η εργοδοσία κρατάει το απαραίτητο προσωπικό στα ταμεία και απαιτεί από τους υπόλοιπους να χτυπήσουν ξανά κάρτα, σαν να σχολούσαν. Δεν πηγαίνουν, όμως, σπίτι τους. Ο εργοδότης τούς υποχρεώνει να παραμείνουν στην τραπεζαρία του καταστήματος και να περιμένουν κλήση από τον τμηματάρχη τους, προκειμένου να ξαναπιάσουν δουλιά.

Οταν μετά από μια ή δυο ώρες η πελατεία αυξάνει, ο εργοδότης ζητάει από τους υπαλλήλους να ξαναχτυπήσουν κάρτα και να δουλέψουν για το υπόλοιπο του ωραρίου τους. Οση ώρα βρίσκονται στην αναμονή, δεν έχουν δικαίωμα να απομακρυνθούν από την τραπεζαρία. Χωρίς να φαίνεται πουθενά ότι εργάζονται, στην πραγματικότητα δεν μπορούν να κουνήσουν ρούπι. Βρίσκονται σε κατάσταση «αναμονής για εργασία». Ολοκληρώνοντας το υπόλοιπο του 4ωρου ή του 6ωρου, μπορούν πλέον να χτυπήσουν για τελευταία φορά την κάρτα τους και να φύγουν για το σπίτι τους. Στο τέλος, θα πληρωθούν για το χρόνο εργασίας που προσλήφθηκαν (4ωρο ή 6ωρο), όταν στην πραγματικότητα θα έχουν παραμείνει στο κατάστημα για πάνω από 7 ώρες, συμπεριλαμβανομένου του χρόνου «αναμονής για εργασία».

Το παράδειγμα αποτελεί την καλύτερη επεξήγηση, για το τι σημαίνει ο διαχωρισμός του χρόνου εργασίας σε «ενεργή» και «ανενεργή» περίοδο, που προωθεί η ΕΕ στη σχετική οδηγία, με την «ανενεργή» περίοδο να μη θεωρείται χρόνος εργασίας και, άρα, να μην πληρώνεται. Ο υπάλληλος της «Καρφούρ», που περιμένει στην τραπεζαρία για να ξαναπιάσει δουλιά όταν το αφεντικό χρειαστεί τις υπηρεσίες του, διανύει την «ανενεργή» περίοδο του χρόνου εργασίας του. Δε δουλεύει, αλλά δεν έχει το δικαίωμα να κάνει οτιδήποτε άλλο, πέρα από το να περιμένει τον εργοδότη να τον καλέσει για δουλιά. Και, φυσικά, για όσο χρόνο περιμένει, δεν πληρώνεται. Στο τέλος, θα πληρωθεί μόνο για τέσσερις ώρες δουλιάς.

Κανονικά - αν, για παράδειγμα, είχε πιάσει δουλιά στις 8 το πρωί - θα έπρεπε να είχε πάει σπίτι του μέχρι τις 12. Τώρα φεύγει στις 2 ή στις 3 και πληρώνεται μόνο για το τετράωρο που παρείχε τις υπηρεσίες του στα ταμεία για όσο χρόνο ορίζει η σύμβασή του. Το δίωρο της αναμονής είναι επιπλέον τζάμπα δουλιά για τον εργοδότη. Το κεφάλαιο κέρδισε δυο ώρες παραπάνω από το σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας του υπάλληλου. Ο εργαζόμενος έχασε ένα δίωρο που του ανήκει ολοκληρωτικά. Το στερήθηκε από την οικογένειά του, από την ανάγκη του για ξεκούραση, από το δικαίωμά του να διαθέσει το χρόνο του για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, πέρα από το να «κόβει» τζάμπα κέρδη για τον εργοδότη του...


Περικλής ΚΟΥΡΜΟΥΛΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ