Υποστηρίζουν ότι με έναν καλό νόμο, πιο αποτελεσματικό από τον υπάρχοντα, θα καταργήσουν τάχα τη «διαπλοκή» ανάμεσα στα κόμματα και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα.
Εμείς, το ΚΚΕ, γνωρίζουμε καλά ότι η «διαπλοκή», η στενή σύνδεση, άμεση και έμμεση, ή αλληλεξάρτηση του μεγάλου κεφαλαίου με τα κόμματα εξουσίας κύρια, και όχι μόνο, είναι φαινόμενο σύμφυτο του κοινωνικοοικονομικού και πολιτικού συστήματος του καπιταλισμού.
Δεν είναι δύσκολο να ανακαλύψεις τις «διαπλοκές» που υπάρχουν, αρκεί να δεις τις πολιτικές που υποστηρίζουν και εφαρμόζουν τα κόμματα αυτά. Η πολιτική π.χ. των ιδιωτικοποιήσεων ή της ανατροπής των εργασιακών σχέσεων δείχνει καθαρά ποιο κόμμα είναι με ποιον, ποια συμφέροντα εξυπηρετεί. Και η υποστήριξη προς τα κόμματα αυτά από την άρχουσα τάξη τούς δίνεται πλουσιοπάροχα. Μια ματιά μόνο στο πώς τα μεγάλα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προβάλλουν το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και πώς προβάλλουν ή καλύτερα αποκλείουν το ΚΚΕ, είναι αρκετή για να βγουν τα αναγκαία συμπεράσματα.
***
Το να λες ότι αυτή η κατάσταση μπορεί να αλλάξει με κάποιο νόμο ή με κάποιον κώδικα δεοντολογίας είναι ψέμα ή αυταπάτη. Αυτό αποδείχτηκε και με την εφαρμογή του σχετικού νόμου τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, αλλά και από την πείρα άλλων χωρών που έχουν ανάλογους νόμους σε ισχύ εδώ και πολλές δεκαετίες, χωρίς να υπάρχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
Η κυβέρνηση και η ΝΔ αρνούνται κανόνες ίσης μεταχείρισης των κομμάτων, τόσο στα κρατικά όσο και στα μεγάλα ιδιωτικά ΜΜΕ. Η «διαπλοκή» και στήριξη του δικομματισμού από τα ΜΜΕ είναι πασιφανής και αναμφισβήτητη. Ταυτόχρονα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ πρωτοστατούν σε νόμους με τους οποίους δήθεν θα χτυπηθούν τα «διαπλεκόμενα». Ποντάρουν στην έλλειψη ενημέρωσης και στην έλλειψη πείρας από μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού, που νομίζει ότι μπορεί ίσως με νόμο να μπει φρένο στη διαφθορά, στη συναλλαγή, που ίσως πιστεύει ότι με νόμο μπορεί να κοπεί ο «ομφάλιος λώρος» κεφαλαίου - κομμάτων και να υπάρξουν φιλολαϊκές πολιτικές. Σε αυτή την «κοροϊδία» συμβάλλουν με τη στάση τους και ο ΣΥΝ και το ΔΗΚΚΙ που προβάλλουν παρόμοιες θέσεις «εκσυγχρονισμού» και «εξυγίανσης».
***
Είναι φανερό ότι για τους λόγους που αναφέραμε και ο καλύτερος νόμος δεν μπορεί να φέρει ουσιαστικά αποτελέσματα. Ταυτόχρονα υπάρχουν και αντικειμενικά μια σειρά «πόρτες» και «παράθυρα» για να παρακάμπτονται οι όποιες ρυθμίσεις του σημερινού ή του αυριανού νόμου. Μόνο αν αναλογιστεί κανείς ότι πέρα από τα κεντρικά έσοδα - έξοδα των κομμάτων, υπάρχουν οικονομικές δραστηριότητες στις τοπικές οργανώσεις και οικονομικές συναλλαγές χιλιάδων υποψηφίων βουλευτών, μέχρι το τελευταίο άκρο της χώρας, αν αναλογιστεί το πόσες οικονομικές πράξεις και λογαριασμοί είναι δυνατόν να είναι εικονικοί, υπερ-υποτιμολογημένοι, μπορεί να καταλάβει πόσες δυνατότητες παράκαμψης των νόμων υπάρχουν.
Μπροστά σ' αυτήν την κατάσταση και τον «περίγελο» που δικαιολογημένα δημιουργείται, τα άλλα κόμματα, πλην ΚΚΕ, συζητούν ή προτείνουν την αντικατάσταση ή την «ενίσχυση» του υπάρχοντος ελεγκτικού μηχανισμού για τα οικονομικά των κομμάτων (που σήμερα αποτελείται από τον πρόεδρο της Βουλής και βουλευτές όλων των κομμάτων) με τη συμμετοχή δικαστικών ή ακόμη και εισαγγελέων, τη στιγμή μάλιστα που γνωρίζουμε το κατά πόσο η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη.
Αυτήν την πρόταση τη θεωρούμε πολύ επικίνδυνη, γιατί δημιουργεί συνθήκες να υπάρξουν ανεπίτρεπτες παρεμβάσεις στην ελεύθερη λειτουργία των κομμάτων. Κάτω από ορισμένες περιστάσεις ένας τέτοιος «έλεγχος» μπορεί να οδηγήσει σε μέτρα σε βάρος των ενοχλητικών φωνών και των μη αρεστών κομμάτων. Σε συνθήκες, μάλιστα, όξυνσης της ταξικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, ένας τέτοιος μηχανισμός μπορεί πιο εύκολα να στραφεί κατά του ΚΚΕ. Είναι ακόμη νωπές οι «καταγγελίες» των αντιπάλων μας για «ρούβλια από τη Μόσχα» και άλλα παρόμοια. Είναι γνωστό, επίσης, ότι στο παρελθόν κυνηγήθηκαν και διώχτηκαν οικονομικοί ενισχυτές του ΚΚΕ.
***
Δε συμφωνούμε με την έμμεση αύξηση του ορίου των εξόδων των κομμάτων κατά 700 εκατ. περίπου (μέσα από αφαίρεση από το «πλαφόν» των φόρων και του αγγελιόσημου). Ούτε συμφωνούμε με την αύξηση του ορίου εξόδων των βουλευτών στην προεκλογική περίοδο. Καταψηφίσαμε μάλιστα τις σχετικές τροπολογίες που προώθησε η κυβέρνηση στη Βουλή με τη σύμφωνη γνώμη της ΝΔ, διότι διευκολύνουν τη λογιστική «τακτοποίηση» των έτσι και αλλιώς υπερβάσεων και αναπαράγουν τη λογική «όποιος έχει χρήμα, θα έχει και μεγαλύτερη πολιτική παρουσία».
Είναι φανερό ότι το ζήτημα του ελέγχου των οικονομικών των κομμάτων διογκώνεται τεχνητά από όλους όσοι αρέσκονται στην παραπλάνηση του λαού, από όσους δε θέλουν η πολιτική αντιπαράθεση να γίνει για τα μεγάλα προβλήματα του λαού και του τόπου.