Τρίτη 22 Φλεβάρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Γεράκι θέλω να 'μαι...

Είναι πολύ θυμωμένος. Να το χωνέψει δεν μπορεί. Ακου λόγο: δεν είχε και δεν έχει η κυβέρνηση το δικαίωμα να παρεμβαίνει ούτε για τη διαμόρφωση των τιμών, ούτε για την παρεμπόδιση των εισαγωγών. Τον εκστόμισε στη Βουλή ο πρωθυπουργός. Μιλάει έτσι ένας πρωθυπουργός; Να που μιλάει, άκουσε τη φωνή της γριάς του να του αποκρίνεται.

Είναι χειμώνας και παγωνιά. Αναντάν μπαμπαντάν αγρότης. Καμαρώνει που τα χωράφια έγιναν χωράφια από το χέρι του παππού του. Πρόσφυγες από τον Πόντο, τους απόθεσαν στις ξέρες του βάλτου, που απλωνόταν στ' ανατολικά του Βερμίου. Ολα τα νερά της Εδεσσας, του Κάιμακ Τσαλάν, της Τζένας και του Πάικου κατέβαιναν και άραζαν στη λίμνη των Γιαννιτσών.

Ξερίζωσαν, ξεχέρσωσαν, τσάπισαν, όργωσαν, έσπειραν, φύτεψαν. Ανθρωποι και ζώα στον ίδιο αγώνα - να ζήσουν. Και η ελονοσία, αχ αυτή η ελονοσία, θέριζε και γιόμιζε τα ταφεία, μαυροφορώντας τους ανθρώπους. Πολύς πόνος. Πολλή φτώχεια. Πολύ πείσμα να ζήσουν. Κι έζησαν....

Αποξηράνθηκε η λίμνη των Γιαννιτσών. Τραβήχτηκαν τα νερά. Αλάφρυνε το χώμα. Αυξήθηκε η σοδειά. Ηρθε το φως στο πρόσωπο των ανθρώπων. Πιάσαν ξανά το παιχνίδι με την άνοιξη και τον έρωτα. Χαρά σ' εκείνον που 'χε παιδιά, χέρια για τα χωράφια, που 'διναν ατσιγκούνευτα τον καρπό. Κι αυτός γινόταν μάντρες γιομάτες με ζώα, σπίτια με κάμαρες πολλές, γιομάτες παιδιά.

Δεν μπορεί να τον χωνέψει τον λόγο του πρωθυπουργού. Φορτώθηκε το εγγόνι του και βγήκε. Η γριά του ας φωνάζει για το κρύο. Αντρας θα γίνει αυτός, δουλευτής της γης θα γίνει. Πρέπει ν' αντέχει το κρύο.

Λοιπόν, συνονόματε τι λες; Συμφωνείς ή διαφωνείς; Μια κυβέρνηση, που σέβεται τον εαυτό της, λέει τέτοια λόγια; Αν δεν έχει αυτή το δικαίωμα να παρεμβαίνει στη διαμόρφωση των τιμών, στην παρεμπόδιση των εισαγωγών, ποιος το έχει; Αν η παρέμβαση στη διαμόρφωση των τιμών, στην παρεμπόδιση των εισαγωγών συνιστά παρανομία στο πλαίσιο της ΕΕ, όπως πάλι ο πρωθυπουργός είπε, τότε τι τη θέλουμε την ΕΕ; Είναι νόμιμο να φτωχαίνει ο αγρότης; Είναι νόμιμο να ξεκληρίζεται η αγροτιά; Είναι νόμιμο να γερνάνε τα χωριά μας; Είναι νόμιμο να χορταριάζουν τα χωράφια, να μην έχουν ανθρώπους οι κάμαρες; Πες μου συνονόματε, ποιος κυβερνάει τη χώρα μας; Σ' εσένα μιλάω, που σ' ονειρεύομαι λιοψημένο παλικάρι στο τρακτέρ επάνω, με τον άνεμο να παίζει με το σγουρό μαλλί σου, που αφουγκράζομαι από τώρα το λόγο σου με τη γης, από εκεί που θα τον αφήσει ο κύρης σου, όπως ακριβώς χρόνια και χρόνια συνέχεια κάνει η γενιά μας. Αρνούμαι, ρε μπαγάσικο, να χαθείς στην πόλη της ανεργίας, της κλεισούρας και της βρώμας.

Ο συνονόματος, καθισμένος στους ώμους του παππού του, σιωπά. Κοιτάει τρόγυρα. Αναπνέει τον κρύο αγέρα και τον κάνει ζέστη. Γρικάει πως κάτω στη γης η άνοιξη κίνησε. Δεν έχει πολύ ακόμα να βγει στο φως. Να, τέλη Φλεβάρη θα 'ρθει ο λέλεκας. Τα μάτια της ροδακινιάς δε θα αργήσουν να φουσκώσουν, άκουσε να το λέει ο πατέρας του. Από αύριο, είπε ο παππούς του, θα μπουν μαζί στο αμπέλι, για κλάδεμα.

Γιατί μιλάει θυμωμένα ο παππούς του, δεν καταλαβαίνει. Η γης ετούτη θα καλλιεργείται ακόμα κι αν χρειαστεί να κατεβούμε με τα τρακτέρ, άκουσε να λέει ο πατέρας του.

Παππού, κοίτα ψηλά. Γεράκι είναι; Γεράκι, αγόρι μου, ανίκητο γεράκι, είπε ο παππούς. Ε, σαν κι αυτόν θέλω να 'μαι, παππού...


Ιορδ. Α. ΠΡΟΥΣΑΝΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ