Πέμπτη 14 Μάη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οι δημόσιες δαπάνες θυσία για τα υπερκέρδη

Μόνιμη επωδός σε κάθε έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, του ΟΟΣΑ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία της ελληνικής οικονομίας περιέχει τη σύσταση - προσταγή για τη μείωση των δημοσίων δαπανών. Αυτή είναι και μια από τις πάγιες απαιτήσεις του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών. Και φυσικά η ανταπόκριση της κυβέρνησης ήταν και είναι άμεση. Η μείωση των δημοσίων δαπανών είναι βασικό συστατικό στοιχείο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης και εκφράζεται τόσο στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, όσο και στις αποφάσεις για την Οικονομική και Νομισματική Ενωση. Το ειδικότερο ενδιαφέρον του ΣΕΒ εντοπίζεται στην ανάγκη των βιομηχάνων και των μεγαλεμπόρων για "φθηνότερο χρήμα", δηλαδή για δάνεια με χαμηλό επιτόκιο και χωρίς άλλες τραπεζικές επιβαρύνσεις. Η απλουστευτική λογική που διακρίνει την απαίτηση για μείωση των δημοσίων δαπανών στηρίζεται στο εξής σχήμα: Τα υψηλά επιτόκια οφείλονται στα μεγάλα ελλείμματα, ενώ για τα μεγάλα ελλείμματα ευθύνονται οι υψηλές δαπάνες του δημοσίου. Αντιστρέφοντας αυτό το σχήμα έχουμε: Η μείωση των δαπανών θα οδηγήσει σε μείωση των ελλειμμάτων και αυτή με τη σειρά της σε πτώση των επιτοκίων.

Βεβαίως, δεν είναι τόσο απλές οι επιδιώξεις όσων ζητούν τη μείωση των δημοσίων δαπανών. Αν πάρουμε υπόψη για ποιους σκοπούς γίνονται οι δαπάνες αυτές και αν αφαιρέσουμε αυτές που θεωρούνται "ανελαστικές", δηλαδή αυτές που θεωρούνται τελείως απαραίτητες, όπως οι αμυντικές δαπάνες, τότε μένουν τρεις κατηγορίες για τις οποίες γίνεται όλη η κουβέντα. Είναι οι δαπάνες μισθοδοσίας των εργαζόμενων, οι δημόσιες επενδύσεις για την κατασκευή των έργων υποδομής και κοινής ωφέλειας και οι δαπάνες για μια σειρά κοινωνικών σκοπών, όπως παιδεία, υγεία, πολιτισμός, πρόνοια. Τη μείωση αυτών δαπανών σ' αυτές τις τρεις κατηγορίες απαιτούν. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι με αυτή τη μείωση το κράτος "αποχωρεί" εν μέρει, ή και συνολικά, από μια σειρά τομέων, ενώ το κενό που θα δημιουργηθεί θα καλυφθεί από το ιδιωτικό κεφάλαιο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζόμενους, οι οποίοι θα πληρώσουν διπλά τη μείωση των δαπανών. Απ' τη μια με τη μορφή της εισοδηματικής λιτότητας και απ' την άλλη με τη μορφή της μείωσης των δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα. Οταν τον περασμένο Μάρτη η δραχμή εντάχθηκε στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών και μετά την υποτίμηση κατά 14%, η κυβέρνηση ανακοίνωσε τα λεγόμενα "διαρθρωτικά" μέτρα, δηλαδή αυτά που απαιτούσαν οι Βρυξέλλες για να δεχτούν την υποψηφιότητα της Ελλάδας για το ευρώ. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται οι σαρωτικές ιδιωτικοποιήσεις, η ανατροπή του εργασιακού καθεστώτος και του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και η μείωση των δαπανών του δημοσίου. Συγκεκριμένα, όπως ανακοίνωσε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, οι περικοπές θα φθάσουν περίπου στα 300 δισεκατομμύρια δραχμές. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των περικοπών θα γίνει από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και των κοινωνικών δαπανών. Οσον αφορά στις δημόσιες επενδύσεις, η μείωσή τους ανοίγει το δρόμο για την επέλαση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, που θα πάρουν ακόμη μεγαλύτερα κομμάτια από την πίτα των "μεγάλων" έργων και με τη μέθοδο της αυτοχρηματοδότησης θα αποκτήσουν τη δυνατότητα να αφαιμάσσουν όχι μόνο τους εργαζόμενους μέσω των "διοδίων" και των άλλων ανταποδοτικών τελών, αλλά και τα ταμεία του κράτους.

Ολα τα παραπάνω συνδέονται άμεσα με το ευρώ, όχι με τη στενή νομισματική του διάσταση, αλλά με τις πολιτικές που ασκούνται για να αποκτήσει η κυβέρνηση το "διαβατήριο" για το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα. Είναι μια ακόμη πλευρά που θα πληρώσουν και πάλι οι εργαζόμενοι, για να αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερα κέρδη το μεγάλο κεφάλαιο και να πετύχει η κυβέρνηση τον "εθνικό" στόχο της.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ