Από τα Τρίκαλα και μετά μας υποδέχτηκε ο βουνίσιος αέρας κι άρχισαν να ξετυλίγονται οι αναμνήσεις. Ανεβαίναμε κι όλο ανεβαίναμε στα ψηλά και νάτο το Γοργογύρι. Μας πλημμύρισε η συγκίνηση. Ολα έχουν αλλάξει. Αναζητούμε κάποιο πρόσωπο "απ' τα παλιά". Να και δυο γυναίκες που βρέθηκαν μπροστά μας, ηλικιωμένη η μια, νεότερη η άλλη. Τις ρωτούμε:
- Υπάρχει εδώ στο χωριό σας κάποια οικογένεια με το όνομα...
Μας απαντούν:
- Με αυτό το όνομα υπάρχουν πολλές οικογένειες, όμως στο κάτω χωριό, στον Πρόδρομο.
- Τι το κοιτάζεις το βουνό κι αναστενάζεις;
- Επειδή το περπάτησα, γιαγιά, λημέριασα κάποτε εδώ.
- Με κοίταζε εξεταστικά.
- Δηλαδής, ήσουν αντάρτης;
- Ναι, γιαγιά, ήμουν αντάρτης.
Σα να μην το πίστεψε.
- Λες αλήθεια;
- Αλήθεια λέω, γιαγιά.
Πέρασε λίγη ώρα για να μου βάλει την άλλη ερώτηση.
- Καλά, τι έκανες τότες. Τώρα τι κανς; Την κρατάς εκείνη την πίστη, ή την πούλτσεις για καμιά ζεστοθεσούλα;
- Την κρατάω, γιαγιά, τη βεβαίωσα, δεν την πούλτσα...
- Λες αλήθεια;
- Αλήθεια λέω. Τώρα θα σου θέσω κι εγώ ένα 'ρώτημα.
- Αει, πες το.
- Εσύ, εκείνα τα χρόνια της χιτλερικής κατοχής, τι έκανες, πού ήσουν;
- Αχά, θαρρείς πως μ' έπιασες. Τι έκανα; Κουρτσούδι ήμουν, αλλά τα 'ζωσα τ' άρματα, τους πολέμησα τος κατακτητές.
- Λες αλήθεια;
- Παραπάνω από αλήθεια.
- Εντάξει, σε πιστεύω. Καλά τότε στ' αντάρτικο. Τώρα τι κάνεις; Την κρατάς εκείνη την πίστη ή...
- Μόνο την κρατάω; Παλεύω κιόλας, δεν τα βάζω κάτω.
- Πώς παλεύεις δηλαδή;
- Με το Κου - Κου - Ε παλεύω. Με το Κου - Κου - Ε μπροστάρη τότε στον ΕΛΑΣ, με το Κου - Κου - Ε και τώρα.
- Μένεις, δηλαδή, πιστή στην Εθνική Αντίσταση και στο Κου - Κου - Ε;
- Πιστή λες; Ως το θάνατο κι ακόμα πιο πέρα...
Αγκαλιαστήκαμε και, πώς να το πεις, τα μάτια γέμισαν δάκρυα.
Συνεχίσαμε την κουβέντα.
- Ελα γιαγιά, πες μου πώς σε λένε;
- Πελαγία με λένε (το επώνυμο δεν μπόρεσα να το συγκρατήσω).
- Παιδιά έχεις;
- Και παιδιά έχω κι αγγόνια έχω κι είναι ούλοι τους στο Κου - Κου - Ε!- Αλλο πάλι ετούτο.
- Λες αλήθεια;
- Πάγαινε να τον δεις τον ένα μου γιο στην Καρδίτσα. Στους πρώτους είναι και το 'χω καμάρι μου.
- Γιαγιά, της λέω, θέλω να γράψω κάτι γι' αυτή μας τη συνάντηση. Πού να σου στείλω την εφημερίδα όταν δημοσιευτεί;
- Να μου πεις πρώτα σε ποια 'φημερίδα.
- Στο "Ριζοσπάστη", λέω.
- Τότε καλά. Και χολοσκάς; Τον παίρνω και τον διαβάζω κάθε μέρα. Τι, γκαβή θα μείνω; Τα κρατώ όλα τα φύλλα. Ελα να σου τα δείξω στο δωμάτιο.
- Ερχεται ο "Ρ" στο Γοργογύρι;
- Αν έρχεται ρωτάς; Κάθε μέρα και τον περιμένουμε.
Ξανά αγκαλιάσματα αποχαιρετισμού.
Δημήτρης ΚΗΠΟΥΡΟΣ