Παρασκευή 25 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Δραματική αύξηση της ανεργίας στην Ελλάδα

Αποκαλυπτικά τα στοιχεία, που έδωσε χτες στη δημοσιότητα η επίσημη στατιστική υπηρεσία της Κομισιόν

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ (του ανταποκριτή μας Βησ. ΓΚΙΝΙΑ).-

Η ανεργία στην Ελλάδα αυξάνεται δραματικά από το 1993 και δώθε ως μέσο ετήσιο ποσοστό, αλλά αυξάνεται ακόμη περισσότερο για τους νέους, αφού ένας στους δύο ηλικίας 15 έως 24 ετών, εκτός σχολείου, είναι άνεργος ή υποαπασχολείται. Θραύση κάνει η ανεργία και στους Ελληνες πτυχιούχους, αφού η χώρα έχει τον τρίτο μεγαλύτερο αριθμό ανέργων πτυχιούχων ηλικίας 25 έως 34 ετών, σ' ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ), ενώ όσοι δουλεύουν είναι οι πιο χαμηλόμισθοι. Η Ισπανία, η Ελλάδα και η Ιταλία έχουν το μεγαλύτερο ποσοστό νέων ανέργων στην ΕΕ, ενώ Ελλάδα και Ιταλία είναι οι μόνες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η ανεργία των νέων είναι πάνω από το τριπλάσιο του μέσου ετήσιου ποσοστού ανέργων. Η Ελλάδα έχει και το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ανέργων γυναικών σε ολόκληρη την ΕΕ για το 1998.

Τα δραματικά αυτά στοιχεία για την επέκταση και μεγέθυνση της ανεργίας στην Ελλάδα, δημοσίευσε χτες στις Βρυξέλλες η επίσημη στατιστική υπηρεσία της Κομισιόν (EUROSTAT) και αποτελούν κόλαφο για την κυβερνητική προπαγάνδα, που ισχυρίζεται ότι «μετά το 1993» η ανεργία στην Ελλάδα έχει «συγκρατηθεί». Ας σημειωθεί ότι η χώρα, πριν μερικά χρόνια, δεν αντιμετώπιζε ιδιαίτερο πρόβλημα ανεργίας, σε σχέση με χώρες σαν την Ισπανία ή την Ιταλία. Παρ' όλα αυτά, το κόστος επανένταξης στην ΟΝΕ είναι ιδιαίτερα βαρύ και έσπειρε κοινωνικά συντρίμμια στη χώρα.

Συγκριτικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ, στην οποία τα ποσοστά ανεργίας, σε όλες τις ηλικίες και κατηγορίες εργαζομένων, παρουσιάζουν εκτίναξη προς τα πάνω. Αλλά, ιδιαίτερα όσον αφορά τους νέους και τις γυναίκες ανέργους, η κατάσταση που προκύπτει από τα επίσημα στατιστικά στοιχεία της ΕΕ είναι, κυριολεκτικά, δραματική και κάθε μέρα που περνάει χειροτερεύει όλο και περισσότερο.

Η ανεργία πλήττει όλες τις ηλικίες και κατηγορίες

Η «εναρμονισμένη» επίσημη ανεργία - όπως μετριέται στο σύνολο της ΕΕ - αυξάνεται σταθερά στην Ελλάδα για το σύνολο των ηλικιών. Για τη συνολική κατηγορία (15-59 ετών), τα ποσοστά είναι 8% (1992), 9% (1993), 10% μεταξύ 1994 και 1997, και 11,6% το 1998. Το 1998 μόνο η Ισπανία (18,8%), αλλά σε πτωτική τάση, η Ιταλία (12,2%) και η Γαλλία (11,7%) έχουν μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας από τη χώρα μας. Η ανεργία στην Ελλάδα για τους νέους (15-24 ετών) ήταν 25% (1992), 27% (1993), 28% (1994 και 1995), 31% (1996 και 1997) και 32,1% το 1998. Η ανεργία για τους εργαζόμενους (25-34 ετών) αυξήθηκε αντίστοιχα από 9% (1992) σε 12% (1997). Η Ελλάδα το 1998 παρουσιάζει και το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας γυναικών (17,4%) στην ΕΕ, και υπολείπεται μόνο της Ισπανίας (26,6%). Ακολουθούν η Ιταλία (16,7%) και η Γαλλία (13,8%), ενώ ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 11,8%. Η Ελλάδα με μέσο ποσοστό ανεργίας για το 1998 στο 11,6% είναι πάνω και από το μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό (10,0%).

Ανεργοι νέοι και πτυχιούχοι

Η Ελλάδα έχει μια δραματική αύξηση των νέων ανέργων (15-24 ετών). Τα ετήσια ποσοστά, επί του πληθυσμού, για το σύνολο της ΕΕ, το 1998, έχουν ως εξής: Βέλγιο (7,4%), Δανία (5,3%), Γερμανία (4,9%), Ελλάδα (12,9%), Ισπανία (14,6%), Γαλλία (9,1%), Ιρλανδία (5,7%), Ιταλία (12,9%), Λουξεμβούργο (2,5%), Ολλανδία (5,1%), Αυστρία (3,8%), Πορτογαλία (5,1%), Φινλανδία (11,2%), Σουηδία (7,5%) και Βρετανία (9,1%). Οσον αφορά τα ποσοστά κατ' ηλικία, η κατάσταση είναι δραματική. Στην Ελλάδα, το 1997, το 29,9% των νέων ηλικίας 15-24 ετών, εκτός σχολείου, ήταν άνεργοι, ενώ το 19,8% ήταν υποαπασχολούμενοι. Ουσιαστικά, ένας στους δύο νέους είναι εκτός εργασίας. Αλλά και η κατάσταση για τους πτυχιούχους δεν ήταν καλύτερη το 1997, το 11,1% των πτυχιούχων ηλικίας 25-34 ετών ήταν άνεργοι, όταν το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8,6%. Αλλά και γι' αυτούς που βρήκαν δουλιά, μόνο το 55,6% εμφανίζεται να εργάζεται ανάλογα με το πτυχίο στην ηλικία μεταξύ 25 και 34 ετών, ενώ για τις ηλικίες 35-59 ετών το ποσοστό ανέρχεται σε 73,5%. Οι υπόλοιποι αποδέχονται κάθε μορφής εργασία, κάτω από την «ποιότητα» του πτυχίου τους.

Η Ελλάδα έχει και τις μικρότερες μηνιαίες αποδοχές στην ΕΕ, για όλες τις κατηγορίες μισθωτών των τριών βαθμίδων παιδείας, κατώτερης, μέσης και ανωτέρας, με εξαίρεση την Πορτογαλία, για τις δύο κατώτερες βαθμίδες. Ετσι, για το 1995, όσοι έχουν κάνει τις βασικές υποχρεωτικές σπουδές έχουν μηνιαίο εισόδημα 933 ΕΥΡΩ, υψηλότερο μόνο των Πορτογάλων (564 ΕΥΡΩ). Ολοι οι άλλοι πληρώνονται καλύτερα, με αποκορύφωμα τους Δανούς (2.349 ΕΥΡΩ). Οι Ελληνες που έχουν τελειώσει και το Λύκειο έχουν μέσο μηνιαίο εισόδημα 968 ΕΥΡΩ και υπολείπονται μόνο των Πορτογάλων (812 ΕΥΡΩ). Ολοι οι άλλοι πληρώνονται καλύτερα και πρώτοι οι Δανοί (2.761 ΕΥΡΩ) και οι Λουξεμβούργειοι (3.085 ΕΥΡΩ). Οσον αφορά τους Ελληνες πτυχιούχους, αυτοί είναι οι πιο χαμηλόμισθοι της ΕΕ με μέσες μηνιαίες απολαβές της τάξης των 1.386 ΕΥΡΩ, όταν ο αντίστοιχος Γερμανός είναι στα 3.946 ΕΥΡΩ, ο Λουξεμβούργειος στα 3.930 ΕΥΡΩ και ο Δανός στα 3.885 ΕΥΡΩ. Ακόμη και στη φτωχή Πορτογαλία οι πτυχιούχοι έχουν μηνιαίες απολαβές μεγαλύτερες των αντίστοιχων ελληνικών, ανερχόμενες σε μέσο ποσοστό στα 1.660 ΕΥΡΩ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ