Τετάρτη 20 Γενάρη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Αντίο φίλε

Εφυγες Γιάννη, έτσι ξαφνικά, χωρίς να χαιρετίσεις. Κανέναν. Εφυγες διακριτικά, σιωπηλά, μοναχικά, λες και περίμενες καρτερικά να τελειώσουν οι γιορτές για να μη μας στερήσεις μια έξοδο, ένα τραγούδι, ένα χορό, ένα γέλιο. Εφυγες, σύντροφε των πιο ουσιαστικών και δημιουργικών μου χρόνων, κι έφυγες τόσο απροσδόκητα και πρόωρα χωρίς η καημένη να προλάβω να σου πω ευχαριστώ. Και άκου τα δάκρυα, δες τα συννεφιασμένα πρόσωπα εκείνων που σ' αγάπησαν: "Κλαίει ο άνεμος, το κύμα, κλαίνε τα άστρα και η νυχτιά, κλαίει η κόρη σου στο μνήμα, κλαίει και η Παναγιά", Γιάννη.

Εφυγες, και από τη στιγμή που έμαθα τη φυγή σου, η μνήμη μου ανακαλεί με εμμονή την πρώτη μέρα. Πρωτομαγιά ήταν, θυμάσαι; Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα ζούσα μια Εργατική Πρωτομαγιά. Εκεί, κάτω από το άγαλμα του Κωνσταντίνου ήταν το "ραντεβού με τους άλλους", έτσι μου είπε φίλη. Μ' έκαιγε η περιέργεια να δω αυτούς τους "άλλους", που αλλιώτικη θέση στη φαντασία μου έπαιρναν και την ανυπομονησία στην ψυχή μου έσπερναν. Και τότε σας είδα. Με σύστησαν. Κι ανάμεσα στους άλλους, τους ξεχωριστούς για μένα, εσύ ξεχώρισες. Πληθωρικός, γελαστός, όμορφος, χωρίς συνείδηση της ομορφιάς σου, πρόβαλλες με άσβεστο πάθος και με αναμμένο, συνεχώς, το άφιλτρο τσιγάρο στα χείλη. Τσιγάρο, που δε σε εμπόδιζε να φωνάζεις συνθήματα, να γελάς, να αναταράζεις το χώρο με τη βροντώδη βραχνή φωνή σου, να πειράζεις με καλοσύνη, να συνεπαίρνεις, να συναρπάζεις, να συνεγείρεις. Σε βλέπω, σα να μην πέρασε στιγμή από τότε, με τη χαίτη των πλούσιων μαλλιών σου να ανεμίζει, σε βλέπω να μοιράζεις κόκκινα άνθη, να διακινείς "Ριζοσπάστη", να κρατάς τη σημαία, να τραγουδάς, να γελάς. Να μετακινείς άκοπα, τα βουνά που με χώριζαν από τους "άλλους" και να με μετατρέπεις διά μιας σε μιαν "άλλη". Σε κοιτώ και απορώ. Με τι άνεση σκόρπιζες αφειδώς μιαν απίστευτη επαναστατική γοητεία. Να φωτίζεις τους ανήλιαγους εσωτερικούς μου χώρους, να μου εμφυτεύεις οράματα.

Εφυγες, μα η μυρωδιά από τον καπνό του τσιγάρου σου, σαν άρωμα μένει. Εφυγες Γιάννη, αφού πρώτα εσύ, και η φίλη μας, με περάσατε στην "άλλη όχθη", για να μου ανοίξετε ένα παράθυρο που τη θέα του, μονάχα από τα βιβλία γνώριζα. Και δεν ήμουν η μόνη. Σε πόσους και πόσους δεν άνοιξες αυτό το παράθυρο; Ναι, έφυγες, θα 'σαι πάντα μέσα στη ζωή μας, γιατί αντιπροσώπευες την ίδια τη ζωή. Εσύ, που για χρόνια, τα καλύτερα σου χρόνια ήσουν πάντα παρών, εσύ, που δε σκεφτόσουν την καλοπέραση, το βόλεμα, το συμβιβασμό, τη συναλλαγή. Η επανάσταση και η ποίηση συναλλαγές δε γνωρίζουν. Ησουν ένας επαναστάτης - ποιητής Γιάννη, εκ πεποιθήσεως και όχι εξ ανάγκης. Η επανάσταση για σένα ήταν ένα ερωτικό ποίημα. Μια ωδή.

Ξέφυγες Γιάννη Αλεξανδράτε, απ' όλους μας, σιγά σιγά. Πού και πού μας έδινες σημάδια. Ενα μπουκέτο ανεμώνες, μια υπόσχεση για μια σύντομη συνάντηση που, σίγουρα, σύντομα θα γινόταν, αλλά που κάτι τελευταία στιγμή την εμπόδιζε να πραγματοποιηθεί, ένα αιφνιδιαστικό τηλεφώνημα αργά τη νύχτα για να διαβάσεις ένα στίχο του Μαγιακόφσκι, ένα βιαστικό και ξαφνικό κλείσιμο για να αποτελειώσεις το δικό σου ποίημα, που ποτέ δεν το διάβασα. Τι είναι τελικά ο ποιητής, Γιάννη; Εκείνος που εμπνέεται; Ο Πωλ Ελυαρ συνήθιζε να λέει ότι "ποιητής είναι και εκείνος που εμπνέει". Αν δε σε είχα γνωρίσει εκείνη την Πρωτομαγιά, πάνε 20 χρόνια και βάλε από τότε, αν δε με είχες εμπνεύσει, αν δε μου είχες μεταγγίσει τις ιδέες σου, τώρα δεν ξέρω πού θα ήμουν.

Φεύγω Γιάννη, δεν έχω χρόνο, σε λίγο αρχίζει η κηδεία σου, απίστευτο μοιάζει. Ξανακοιτώ αυτά που έγραψα. Φτωχά μου φαίνονται. Πόσο λίγος χώρος για να χωρέσει κάτι από σένα. Τον λεοντόμορφο, τον λεοντόκαρδο σύντροφό μας. Σε ευχαριστώ. Στο καλό. Αντίο πολύτιμε φίλε.

Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ