Εφυγες, και από τη στιγμή που έμαθα τη φυγή σου, η μνήμη μου ανακαλεί με εμμονή την πρώτη μέρα. Πρωτομαγιά ήταν, θυμάσαι; Ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα ζούσα μια Εργατική Πρωτομαγιά. Εκεί, κάτω από το άγαλμα του Κωνσταντίνου ήταν το "ραντεβού με τους άλλους", έτσι μου είπε φίλη. Μ' έκαιγε η περιέργεια να δω αυτούς τους "άλλους", που αλλιώτικη θέση στη φαντασία μου έπαιρναν και την ανυπομονησία στην ψυχή μου έσπερναν. Και τότε σας είδα. Με σύστησαν. Κι ανάμεσα στους άλλους, τους ξεχωριστούς για μένα, εσύ ξεχώρισες. Πληθωρικός, γελαστός, όμορφος, χωρίς συνείδηση της ομορφιάς σου, πρόβαλλες με άσβεστο πάθος και με αναμμένο, συνεχώς, το άφιλτρο τσιγάρο στα χείλη. Τσιγάρο, που δε σε εμπόδιζε να φωνάζεις συνθήματα, να γελάς, να αναταράζεις το χώρο με τη βροντώδη βραχνή φωνή σου, να πειράζεις με καλοσύνη, να συνεπαίρνεις, να συναρπάζεις, να συνεγείρεις. Σε βλέπω, σα να μην πέρασε στιγμή από τότε, με τη χαίτη των πλούσιων μαλλιών σου να ανεμίζει, σε βλέπω να μοιράζεις κόκκινα άνθη, να διακινείς "Ριζοσπάστη", να κρατάς τη σημαία, να τραγουδάς, να γελάς. Να μετακινείς άκοπα, τα βουνά που με χώριζαν από τους "άλλους" και να με μετατρέπεις διά μιας σε μιαν "άλλη". Σε κοιτώ και απορώ. Με τι άνεση σκόρπιζες αφειδώς μιαν απίστευτη επαναστατική γοητεία. Να φωτίζεις τους ανήλιαγους εσωτερικούς μου χώρους, να μου εμφυτεύεις οράματα.
Ξέφυγες Γιάννη Αλεξανδράτε, απ' όλους μας, σιγά σιγά. Πού και πού μας έδινες σημάδια. Ενα μπουκέτο ανεμώνες, μια υπόσχεση για μια σύντομη συνάντηση που, σίγουρα, σύντομα θα γινόταν, αλλά που κάτι τελευταία στιγμή την εμπόδιζε να πραγματοποιηθεί, ένα αιφνιδιαστικό τηλεφώνημα αργά τη νύχτα για να διαβάσεις ένα στίχο του Μαγιακόφσκι, ένα βιαστικό και ξαφνικό κλείσιμο για να αποτελειώσεις το δικό σου ποίημα, που ποτέ δεν το διάβασα. Τι είναι τελικά ο ποιητής, Γιάννη; Εκείνος που εμπνέεται; Ο Πωλ Ελυαρ συνήθιζε να λέει ότι "ποιητής είναι και εκείνος που εμπνέει". Αν δε σε είχα γνωρίσει εκείνη την Πρωτομαγιά, πάνε 20 χρόνια και βάλε από τότε, αν δε με είχες εμπνεύσει, αν δε μου είχες μεταγγίσει τις ιδέες σου, τώρα δεν ξέρω πού θα ήμουν.
Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ