Τον πήραν
στο τηλέφωνο
μεσάνυχτα
και κάτι
κι ο Κώστας
επετάχτηκε
σαν σούστα
απ' το κρεβάτι
- Ποιος είναι,
ποιος με ξύπνησε,
ποιος βλάκας,
ποιος αγροίκος;
- Σκάσε, Κωστή
και άκουσε,
εδώ ο Λευκός
ο Οίκος!..
Κι ο Κώστας
εμαρμάρωσε
σαν στήλη,
σαν κολόνα
και στο "γιες μεν" εκόλλησε
της γλώσσας του
η βελόνα!
Ο οίστρος