Πέμπτη 28 Μάρτη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
19ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ - ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Για τις Θέσεις της ΚΕ

Καταρχάς, με βάση την οικονομική ανάλυση της ΚΕ και τον προσδιορισμό της θέσης της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό σύστημα ορθά η επαναστατική αλλαγή χαρακτηρίζεται «σοσιαλιστική». Θα μπορούσε ίσως να γίνει μια διεξοδικότερη ανάλυση με βάση το έργο του Λένιν, και τα χαρακτηριστικά που αποδίδει στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Σημαντικότατη συνεισφορά στο εργατικό - λαϊκό κίνημα της χώρας συνιστά ο δημιουργικός εμπλουτισμός του Σχεδίου Προγράμματος με τις επεξεργασίες του 18ου Συνεδρίου. Δίνεται επιστημονική απάντηση στο ερώτημα «ποια είναι φιλολαϊκή εναλλακτική λύση;» σε συνθήκες βαθιάς ιδεολογικής κρίσης του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, μετά τις αντεπαναστατικές αλλαγές.

Ως προς τα άμεσα καθήκοντα του Κόμματος στην ανάπτυξή της λαϊκής συμμαχίας σε αντιμονοπωλιακή αντικαπιταλιστική γραμμή, η «εγκατάλειψη» του όρου «αντιιμπεριαλιστική γραμμή πάλης» είναι σωστή στο βαθμό που αναδεικνύει τον ιμπεριαλισμό ως σύστημα κυριαρχίας των μονοπωλίων και όχι σαν μια γενική και αόριστη πολιτική επιθετικότητας. Η τελευταία αντίληψη εύκολα ενσωματώνεται σε αστικές επιδιώξεις σε συνθήκες βαθέματος της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να ατονήσει η παρέμβαση του Κόμματος στην Επιτροπή για τη Διεθνή Υφεση και Ειρήνη, η δράση και ενημέρωση για το ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Αντίστοιχα, δε θα πρέπει να υποτιμηθεί στο σήμερα ο αγώνας για τα δημοκρατικά δικαιώματα. Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, η καταστολή αξιοποιείται για το σπάσιμο εργατικών αγώνων, την καλλιέργεια φόβου και μοιρολατρίας στην εργατική τάξη - στοιχεία που μπαίνουν εμπόδιο στην οργάνωση της πάλης.

Συμφωνώ στο διακηρυγμένο στόχο της κατάκτησης της εργατικής λαϊκής εξουσίας που έχει η συμμαχία, γιατί εξασφαλίζεται η καταδίκη των αστικών διαχειριστικών λύσεων και καλλιεργείται στη λαϊκή συνείδηση η αναγκαιότητα για μια βαθύτερη αλλαγή ιδιαίτερα σε συνθήκες που περιγράφει η Θέση 28Α για τα όρια του συνδικαλιστικού αγώνα και γίνεται επιτακτικό σε επίπεδο οικονομικού αγώνα, η άμεση σύνδεσή του με τον πολιτικό. Ωστόσο, στην καθημερινή δράση του Κόμματος ο στόχος της «λαϊκής εξουσίας» απολυτοποιείται, ανεξάρτητα από προθέσεις. Πολλές φορές κάτω από την ανάγκη για αλλαγή στο επίπεδο της εξουσίας δε λαμβάνεται σωστά υπόψη ο συσχετισμός δυνάμεων και οι αντιφάσεις στη μικροαστική αλλά και εργατική συνείδηση σε περίοδο κρίσης - στοιχεία απαραίτητα για τον καθορισμό των κατάλληλων συνθημάτων και μορφών πάλης για την ανάπτυξη ταξικής συνείδησης. Συνακόλουθα επηρεάζεται η προπαγάνδα και η εκλαΐκευση. Το παραπάνω πολιτικό συμπέρασμα εξηγεί σε ένα βαθμό στη Θέση 48, την εκτίμηση πως η «η επιβεβαίωση της ορθότητας της στρατηγικής διαμόρφωσε ένα πνεύμα εφησυχασμού» και τη 49, όπου συνάγεται η αδυναμία «να δρα το Κόμμα μέσα σε συνθήκες όπου και αυθόρμητα μπαίνουν λαϊκές μάζες και ο αντίπαλος έχει τη δυνατότητα να τις ενσωματώνει με τα τεράστια μέσα που διαθέτει».

Οι γρήγορες και μεγάλες αλλαγές στην ταξική διάρθρωση σε συνθήκες κρίσης δημιουργούν αντιφάσεις στη λαϊκή συνείδηση που πλήττεται αφενός λόγω της σχετικής διάστασης συμφερόντων μεταξύ εργατικής τάξης και μικροαστικών στρωμάτων και αφετέρου λόγω διαφοροποιήσεων μέσα στην ίδια την εργατική τάξη. Η επίθεση του κεφαλαίου δεν έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά σε όλους τους κλάδους. Ετσι, ως προς την παρέμβαση του Κόμματος, μπορεί το ίδιο σύνθημα, πλαίσιο πάλης ή ελιγμός σε έναν εργασιακό χώρο να είναι σωστός και λάθος σε έναν άλλο. Το Κόμμα κρίνεται, παίρνοντας υπόψη τις αλλαγές στην ταξική διάρθρωση, στο κατά πόσο θα φέρει τέτοιες πολύ φυσιολογικές αντιφάσεις με την μπάντα της εργατικής τάξης. Και η απάντηση στο παραπάνω καθήκον δε δίνεται φυσικά με την εγκατάλειψη του στρατηγικού στόχου, αλλά αντίθετα με την επιλογή της κατάλληλης τακτικής που μπορεί σε κάποια περίπτωση να δίνει μεγαλύτερη έμφαση σε λιγότερο σημαντικά ζητήματα, αλλά θα εκμεταλλεύεται μη κατασταλαγμένες φιλεργατικές διαθέσεις, εξυπηρετώντας τη στρατηγική. Αδύναμα στεκόμαστε σε αυτά τα ζητήματα, κάτι που σε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό σχετίζεται με το Πρόγραμμα και με το πως εκεί καθορίζονται τα άμεσα καθήκοντα σε μη επαναστατικές συνθήκες.

Πρέπει να γίνει καθαρό στο τελικό κείμενο του Προγράμματος πως στα πλαίσια της συμμαχίας ενδέχεται να γίνει κατά περίπτωση με τον οποιοδήποτε ο οποιοσδήποτε συμβιβασμός και υποχώρηση που προωθεί τα εργατικά συμφέροντα, το καθήκον για αλλαγή τάξης στην εξουσία, αξιοποιεί το παραμικρό ρήγμα στην αστική εξουσία, όλες τις μορφές πάλης, εκμεταλλεύεται την παραμικρή ταλάντευση υπέρ της εργατικής τάξης ώστε να συγκεντρώνονται δυνάμεις σε επαναστατική γραμμή.

Αντίθετη στα παραπάνω είναι η Θέση 67. Δεν είναι δυνατό από τώρα να προβλεφθούν όλοι οι παράγοντες που θα επιδράσουν στην ταξική πάλη ειδικά σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, έτσι ώστε να αποκλειστεί η συνεργασία με ένα οπορτουνιστικό κόμμα, αρκεί να εξασφαλίζεται σε όλες τις συνθήκες η οργανωτική αυτοτέλεια του Κόμματος, η σκληρή ιδεολογικοπολιτική διαπάλη με τον οπορτουνισμό, η ενίσχυση των κοινωνικοταξικών χαρακτηριστικών της συμμαχίας. Σε γενικές γραμμές με καλύπτει η διατύπωση του ισχύοντος Προγράμματος «Το ΚΚΕ αντιμετωπίζει τα άλλα κόμματα όχι μόνο με βάση τις διακηρύξεις, το πρόγραμμα και τους στόχους τους, αλλά και από το πώς υπερασπίζονται τα ζωτικά συμφέροντα των εργαζομένων και στηρίζουν τους αγώνες τους». Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνεται υπόψη ο διαβρωτικός χαρακτήρας του οπορτουνισμού για το επαναστατικό εργατικό κίνημα αντικειμενικά και υποκειμενικά.

Επιπλέον, η μη αναφορά στο ενδεχόμενο σχηματισμού αντιμονοπωλιακής κυβέρνησης στο έδαφος του καπιταλισμού, «σπάει» κοινοβουλευτικές αυταπάτες που ενδεχομένως συντηρούνταν στο ισχύον Πρόγραμμα, διαπαιδαγώγησαν οπαδούς μας στη λογική της «ανάθεσης». Ωστόσο, υπάρχει ζήτημα στη θεωρητική θεμελίωση αυτής της επιλογής στο βαθμό που αυτό γίνεται στη Θέση 28Ε. Στο συμπέρασμα πως «είναι σίγουρο ότι η αστική εξουσία δε θα ταλαντευτεί καθόλου να ακυρώσει με κάθε τρόπο αυτό το ενδεχόμενο (να εκφραστούν κοινοβουλευτικά λαϊκές διαθέσεις για φιλολαϊκή διέξοδο)», αν εννοείται πως η αντίδραση των αστών είναι σίγουρη ανεξάρτητα από το επίπεδο της εργατικής τάξης και τη δράση των μαζών, τότε υποτιμάται η πολιτική αστάθεια σε συνθήκες κρίσης και όξυνσης της ταξικής πάλης. Αντίθετα, θα μπορούσε να επισημανθούν στοιχεία της διεθνούς πείρας, τα οποία εξασθενίζουν το ενδεχόμενο ανοχής έστω και μερικής από την αστική τάξη. Κοντολογίς, η μη αναφορά στο Πρόγραμμα δε σημαίνει εγκατάλειψη του ενδεχομένου, όπως αυτό περιγράφεται στο ισχύον Πρόγραμμα.

Τέλος, επειδή σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της ΚΕ στον απολογισμό δράσης πολλές αδυναμίες έχουν να κάνουν με φαινόμενα «μονομέρειας πείρας και προσανατολισμού» από τα στελέχη και τα όργανα, αλλά και με τη μεταφορά ξεπερασμένης ή αναντίστοιχης στη στρατηγική του Κόμματος πείρας και τρόπου δουλειάς, η νέα ΚΕ θα πρέπει να φροντίσει για τη δημιουργική εφαρμογή του άρθρου 23 για την πολιτική ανάδειξης στελεχών.


Στέφανος Λυκίδης
ΚΟΒ ΝΟΠΕ, Θεσσαλονίκη


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ