Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ερωτήματα, που απασχολούν όλους τους Ελληνες. Πλούσιους και φτωχούς. Επιχειρηματίες και εργαζόμενους. Ανεργους, συνταξιούχους κλπ. Εννοείται, πως ανάλογα με την απάντηση, που προκύπτει στα πρώτα δύο ερωτήματα, δίνεται αυτόματα και η απάντηση ουσίας στο τρίτο ερώτημα, που αποκαλύπτει τους κερδισμένους και χαμένους της απόφασης των Βρυξελλών για τη νέα ισοτιμία της δραχμής απέναντι στο Ευρώ την 1-1-2001. Και θα πρέπει να υπογραμμίσουμε από την αρχή, ότι η κυβέρνηση, με επικεφαλής τον πρωθυπουργό Κ. Σημίτη και τα φιλικά προσκείμενα στο ΠΑΣΟΚ μέσα μαζικής ενημέρωσης, λένε συνειδητά χοντρά ψέματα, με στόχο να αποκρύψουν από το λαό την αλήθεια.
***
Ενα πρώτο ψέμα, είναι ότι η κυβέρνηση Σημίτη και το διευθυντήριο των Βρυξελλών, συναποφάσισαν να διαμορφώσουν τη νέα ισοτιμία της δραχμής απέναντι στο Εύρω, με κριτήριο την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Δηλαδή, για τον ίδιο λόγο που πριν δύο περίπου χρόνια, είχαν αποφασίσει να υποτιμήσουν τη δραχμή κατά 12,2%, ορίζοντας την ισοτιμία σε 357 δραχμές για κάθε Ευρώ, έναντι 313,30 δραχμές που είχε στις 16 Μάρτη 1998 και αργότερα (με τον αποκλεισμό της Ελλάδας από την πρώτη ζώνη του Ευρώ και της ΟΝΕ) αναπροσαρμόστηκε στις 353 δραχμές.
Ενα δεύτερο ψέμα της κυβέρνησης και όλων εκείνων που στηρίζουν και υποστηρίζουν την πολιτική της, είναι πως με την προχτεσινή απόφαση της Νομισματικής Επιτροπής, δεν έχουμε υποτίμηση της δραχμής, αλλά ανατίμηση. Μια απλή διαίρεση, του 330 (που ήταν την περασμένη Παρασκευή η ισοτιμία δραχμής Εύρω) με το 340,8 δραχμές (που αποφασίστηκε να φτάσει και να «κλειδώσει» η ισοτιμία δραχμής / Ευρώ την 1-1-2001), μας βεβαιώνει ότι το εθνικό νόμισμα της Ελλάδας, θα γίνει φτηνότερο μέχρι το τέλος του του 2000 κατά περίπου 11 δραχμές ή θα υποτιμηθεί κατά 3,3%. Απλά, η κυβέρνηση, εφαρμόζοντας «εκσυγχρονισμένη» τη μέθοδο των μαθηματικών, συγκρίνει πορτοκάλια με αγγούρια... για να βαφτίσει την υποτίμηση της δραχμής ...ανατίμηση, συγκρίνοντας την ισοτιμία των 353 δραχμών (που «θα» ίσχυε το Γενάρη του 2001, αν εφαρμοζόταν η προηγούμενη απόφαση του διευθυντηρίου των Βρυξελλών) και όχι την ισοτιμία δραχμής/ Ευρώ της περασμένης Παρασκευής (δηλαδή 330 δραχμές) με αυτή των 340,80 δραχμών, που ορίστηκε να ισχύει το 2001!
Ενα τρίτο ψέμα, που τεκμηριώνεται από τη διάσταση λόγων και έργων του ΠΑΣΟΚ -«παλιού» και «νέου»- είναι αυτό που έχει να κάνει με τα επιχειρήματα ότι δήθεν με την «ανατίμηση» της δραχμής απέναντι στο Ευρώ η κυβέρνηση Σημίτη «θα» καταφέρει το ακατόρθωτο. Στα πλαίσια αυτά, ακούσαμε τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας να «υπερηφανεύονται» ότι με τη νέα ισοτιμία δραχμής / Ευρώ, «θα» μειωθούν τα επιτόκια για στεγαστικά και καταναλωτικά - επιχειρηματικά δάνεια (δηλαδή τα δάνεια θα γίνουν φτηνότερα), «θα» ανέβουν οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο (δηλαδή θα ενισχυθεί ο τζόγος, για τον οποίο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξαντλεί την ευαισθησία της), «θα» συγκρατηθεί ο πληθωρισμός, αλλά και «θα» αυξηθούν τα πραγματικά εισοδήματα των εργαζομένων, αλλά και όλων των Ελλήνων (δηλαδή και τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων). Κάποια από αυτά θα γίνουν βέβαια. Ομως, ούτε λίγο - ούτε πολύ, η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ προσπαθεί ακόμη μια φορά να μας πείσει με τα «θα» ότι «θα έχουμε στην Ελλάδα «και την πίτα ολάκερη και το σκύλο χορτάτο»!
***
***
Για την ιστορία, να σημειωθεί, ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, έχει σοβαρότατες ευθύνες για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται η οικονομία της χώρας μας σήμερα (με τη βιομηχανική παραγωγή να βρίσκεται στα επίπεδα του 1980, το δημόσιο χρέος και την ανεργία να σπάνε χρόνο με το χρόνο νέα επίπεδα ρεκόρ, ανάλογα και φυσικά παράλληλα με τα ρεκόρ ποσοστών αύξησης των κερδών που καταγράφουν οι μεγάλες εμποροβιομηχανικές επιχειρήσεις και τράπεζες). Οπως, επίσης, έχει την πρώτη και κύρια ευθύνη για την απαξίωση του εθνικού μας νομίσματος, που φαίνεται από το γεγονός ότι η δραχμή υποτιμήθηκε κοντά στο 90% απέναντι στο δολάριο και τα περισσότερα ξένα νομίσματα των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εντός ή εκτός ΟΝΕ. Φτάνει μόνο να θυμίσουμε ότι το 1980 αγοράζαμε ένα δολάριο με περίπου 43 δραχμές (σήμερα χρειαζόμαστε πάνω από 330 δραχμές) και για ένα μάρκο Γερμανίας 170 δραχμές (αντί 23,70 περίπου δραχμών, που χρειαζόμασταν το 1980). Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι οι δύο από τις τρεις εφάπαξ υποτιμήσεις της δραχμής (μία το 1985, όταν ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας και μια το 1998, όταν ήταν πρωθυπουργός και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ) χρεώνονται προσωπικά στον καθηγητή Κώστα Σημίτη.
Αυτή είναι η αλήθεια, την οποία οι Ελληνες εργαζόμενοι και η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, που πλήρωσε και συνεχίζει να πληρώνει τα σπασμένα της πολύχρονης «γαλαζοπράσινης» αντιλαϊκής οικονομικής πολιτικής των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, δεν πρέπει να ξεχάσουν, όταν σύντομα και το αργότερο μέχρι τον ερχόμενο Σεπτέμβρη θα βρεθούν μπροστά στην κάλπη, για να εκλέξουν τους 300 της Βουλής από τους οποίους θα προκύψει και η νέα κυβέρνηση.