Ας επιχειρήσουμε λοιπόν να διεισδύσουμε κάτω από τα μεταφυσικά μυθικά πέπλα που περιβάλλουν τον κρατικό «αστερισμό», για ν' αναδείξουμε το αυθεντικό του πρόσωπο και τον πραγματικό του χαρακτήρα, μια και αυτά αποτελούν κεντρικό σημείο αναφοράς της πολιτικής πάλης του εργατικού επαναστατικού κινήματος.
Χρειάζεται κατ'αρχήν να σημειώσουμε ότι στην ιστορία των ανθρώπινων κοινωνιών, δεν υπήρχε κράτος, όπως δεν υπήρχαν πάντοτε κοινωνικές τάξεις.
Αυτό το πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα, βασισμένο στην οργάνωση της κοινωνίας κατά γένη, δεν είχε ανάγκη ούτε από κράτος, ούτε από Δίκαιο. Η κοινωνία αυτή διοικείτο από τη Συνέλευση των Γερόντων, οι οποίοι απολάμβαναν την αυθόρμητη εκτίμηση και το γενικό σεβασμό του πληθυσμού. Η αρμονική συμβίωση των ανθρώπων επιτυγχάνετο στη βάση κοινά αποδεκτών ηθικών κανόνων συμπεριφοράς, ενώ η ανατροφή και διαπαιδαγώγηση των παιδιών ήταν μέλημα ολόκληρης της κοινωνίας. Είναι η περίοδος που η γυναίκα απολάμβανε την πιο πλήρη και ολοκληρωμένη ισότητα με τον άνδρα.
Στην πορεία της εξέλιξης, με τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας και τη συσσώρευση υπερπροϊόντος, επήλθε ο χωρισμός της κοινωνίας σε τάξεις (σε ιδιοκτήτες υπερπροϊόντος και μη), πράγμα που με τη σειρά του επέφερε το διχασμό της κοινωνίας σε κοινωνία και κράτος. Δημιουργήθηκε λοιπόν το κράτος, ένας μηχανισμός (ένοπλος), ο οποίος κατ' επίφασην έστεκε πάνω από την υπόλοιπη κοινωνία, σαν ένα «ουδέτερο» όργανο, που είχε στόχο να διευθετήσει τις έντονες κοινωνικές διαφορές που προέκυψαν και να εξασφαλίσει την «κοινωνική γαλήνη». Στην πραγματικότητα αυτό το όργανο ήταν δημιούργημα της τάξης των ιδιοκτητών υπερπροϊόντος, προκειμένου να προστατέψουν την ιδιοκτησία τους από τις επιβουλές τρίτων και να επιβάλουν την ταξική πολιτική τους κυριαρχία πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία. Δεν είναι τυχαίο ότι εκείνη ακριβώς την περίοδο εμφανίζεται και διαδίδεται η θρησκεία, σαν μια μορφή κοινωνικής συνείδησης, η οποία αναλαμβάνει ως πρώτιστο καθήκον να περιβάλλει ιδεολογικά το κράτος και την ταξική διαίρεση της κοινωνίας με το μεταφυσικό πέπλο της θεϊκής θέλησης.
Κάθε κράτος λοιπόν αντανακλά τις κυρίαρχες παραγωγικές σχέσεις μιας κοινωνίας και αποτελεί όργανο της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης, ακριβώς για να μπορεί, με τη βοήθειά του, να ασκεί, να διατηρεί και ν' αναπαράγει - είτε με την πειθώ, είτε με τη βία - την ταξική πολιτική της κυριαρχία πάνω στην υπόλοιπη κοινωνία.
Επειδή όμως πολιτική δεν είναι η «τέχνη του εφικτού» (όπως διατείνονται οι αστοί δημοσιολόγοι), αλλά η αμείλικτη πάλη για τη διατήρηση ή την κατάκτηση της εξουσίας, γι' αυτό το λόγο κεντρική λειτουργία του κράτους ήταν, είναι και θα είναι η πολιτική του λειτουργία. Δηλαδή, η οργάνωση της καταστολής της αντίστασης των αντίπαλων τάξεων και στρωμάτων της κοινωνίας, μέσα από ένα πλέγμα υποχρεωτικών κανόνων και καταναγκαστικών διατάξεων (νόμων). Το σύνολο αυτών των κανόνων και διατάξεων στοιχειοθετεί το Δίκαιο, δηλαδή την υποχρεωτική διαιτησία των ανθρώπινων σχέσεων σε κάθε συγκεκριμένη ταξική κοινωνία. Το Δίκαιο λοιπόν δεν είναι τίποτα άλλο από τη θέληση της κυρίαρχης τάξης, εκφρασμένη σε Νόμους. Αυτή η νομιμότητα προβάλλεται από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της άρχουσας τάξης σαν «παγκοινωνική ανάγκη» κι αν χρειαστεί επιβάλλεται βίαια με τη βοήθεια των πολιτικών (κατασταλτικών) μηχανισμών του κράτους της.
Από δω πηγάζει σήμερα για το κομμουνιστικό κίνημα η ανάγκη της συστηματικής διαπαιδαγώγησης των μαζών στο πνεύμα ανυπακοής απέναντι στην αστική νομιμότητα και πειθαρχίας στο «δικό τους κέντρο»...
Το σύγχρονο αστικό κράτος διατηρεί μια σχετική αυτοτέλεια απέναντι στην άρχουσα τάξη, ακριβώς για να μπορεί να περιφρουρεί καλύτερα και πιο σφαιρικά τα συμφέροντά της. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι μιλάμε για σχετική αυτοτέλεια του αστικού κράτους, γιατί θα ήταν θεωρητικό και πολιτικό λάθος τόσο η απολυτοποίηση αυτής της αυτοτέλειας, όσο και η απόρριψή της, πράγμα που θα οδηγούσε σε λαθεμένες πολιτικές εκτιμήσεις και συμπεράσματα.
Συχνά διευκολύνει τις θεωρητικές αναλύσεις, από άποψη μεθοδολογίας και μόνο, η εξέταση χωριστά των κρατικών λειτουργιών (πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής, ιδεολογικής κλπ.), παρότι αυτές οι λειτουργίες από άποψη ουσίας αποτελούν ένα ενιαίο κι αδιαίρετο σύνολο αλληλοδιαπλοκής, αλληλουχίας και αλληλοκαθορισμού τους. Εδώ χρειάζεται προσοχή να μη θεωρηθεί η μεθοδολογία ως ουσία, γιατί κάτι τέτοιο θα «έσπαζε» νοητά τον ενιαίο κι αδιαίρετο χαρακτήρα του αστικού κράτους και θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην ουτοπική πολιτική αντίληψη ότι μηχανισμοί του αστικού κράτους θα μπορούσαν τάχα να χρησιμοποιηθούν υπέρ των συμφερόντων της εργατικής τάξης και του λαού.
Μόνο αν φανταστεί κανείς τον ενιαίο κι αδιαίρετο μηχανισμό ενός κοινού μηχανικού ρολογιού, όπου το κάθε μικρό ή μεγάλο γρανάζι του μπορεί να κινηθεί μόνο σε συστοιχία και συγχρονισμό με τα υπόλοιπα, τότε θα μπορέσει να κατανοήσει βαθύτερα και τον ενιαίο χαρακτήρα του πολύπλοκου μηχανισμού του αστικού κράτους.
Η μορφή ενός κράτους καθορίζεται βέβαια από την κυρίαρχη τάξη, αλλά σε συνάρτηση με τους συσχετισμούς δύναμης που διαμορφώνονται από την ταξική πάλη σε μια δοσμένη κοινωνία, καθώς επίσης και από την επίδραση διάφορων ιστορικο-πολιτικών παραγόντων. Σ' έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα κράτους μπορούν ν' αντιστοιχούν διαφορετικές πολιτικές μορφές. Ετσι, για παράδειγμα, στο δουλοκτητικό κράτος αντιστοιχούσαν διάφορες μορφές: Δουλοκτητική Δημοκρατία, Δουλοκτητική Τυραννία, Δουλοκτητική Μοναρχία. Στο αστικό κράτος, πάλι, αντιστοιχούν διάφορες μορφές: Αστική Μοναρχία, Αστική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, Φασιστική Δικτατορία. Ανεξάρτητα όμως από τις μορφές που μπορεί να πάρει κάθε κράτος - από τις πιο φιλελεύθερες ως τις πιο αυταρχικές - η ουσία του έγκειται στο ότι αποτελεί πάντα όργανο επιβολής της πολιτικής κυριαρχίας (δικτατορίας) μιας τάξης ή συνασπισμού κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων απέναντι στις υπόλοιπες τάξεις και στρώματα μιας δοσμένης κοινωνίας. Εδώ ο όρος «δικτατορία» χρησιμοποιείται με την επιστημονική ιστορικο-υλιστική του έννοια, από τη λέξη «dictat» που σημαίνει «υπαγορεύω, κάνω σεβαστή τη θέλησή μου», και δεν πρέπει να συγχέεται με τη «φασιστική δικτατορία», η οποία αποτελεί μία από τις μορφές του αστικού κράτους.
Μ' αυτή την επιστημονική έννοια, κάθε κράτος, ανεξάρτητα από τη μορφή του, εκφράζει τη δικτατορία της κυρίαρχης κοινωνικής τάξης και κάτω απ' αυτή τη συλλογιστική, οι κλασικοί του Μαρξισμού-Λενινισμού αναφέρθηκαν στην αναγκαιότητα της «δικτατορίας του προλεταριάτου», εννοώντας την πολιτική εξουσία της εργατικής τάξης, η οποία θ' ασκηθεί με τις πιο δημοκρατικές μορφές που γνώρισε ως σήμερα η ιστορία της ανθρωπότητας και που φυσικά καμία σχέση δεν έχει με τη φασιστική δικτατορία.
Ηρθε όμως ο καιρός να ξαναγίνουμε όλοι εμείς «της γης οι κολασμένοι», ο πραγματικός εφιάλτης του εκμεταλλευτικού συστήματος. Το τσάκισμα και η συντριβή σε χίλια κομμάτια του σύγχρονου αστικού ιμπεριαλιστικού κράτους πρέπει ν' αποτελεί σταθερό στόχο πολιτικού προσανατολισμού των συνειδητών εργατών, σαν αναγκαία προϋπόθεση για να πάρουν τα πιο όμορφα όνειρα εκδίκηση: Ανατρέποντας αυτό το σύστημα, να κάνουμε την κοινωνία μας ανθρώπινη, λουσμένη στο κόκκινο φως!