Παρασκευή 29 Μάρτη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 34
19ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ - ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Το ΚΚΕ και οι κοινωνικές συμμαχίες

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο μπορούν να εξεταστούν σε δύο επίπεδα. Το ένα επίπεδο αφορά τη μέθοδο ανάλυσης, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο περιγράφεται και τίθεται το πρόβλημα (μαρξισμός). Το δεύτερο επίπεδο αφορά τον τρόπο ιστορικοποίησης του προβλήματος, δηλαδή πώς αυτή η μέθοδος ανάλυσης εφαρμόζεται για να αναδείξει το χαρακτήρα και την ταξική δομή της ελληνικής κοινωνίας, απ' όπου θα προκύψουν σε τελική ανάλυση και οι πολιτικές πρωτοβουλίες του Κόμματος (λενινισμός). Συστατικό μέρος αυτής της μεθόδου ανάλυσης είναι ότι η ίδια προσφέρει τα εργαλεία της εσωτερικής της κριτικής και μάλιστα θεσμοθετημένα. Μέρος αυτής της (αυτο)κριτικής είναι τόσο οι Θέσεις της ΚΕ όσο και ο προσυνεδριακός διάλογος.

Ωστόσο, πριν υπεισέλθουμε στην εξέταση των προτάσεων της ΚΕ κάνει νόημα να αναφέρουμε δύο λόγια για το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ ως φορέας της κριτικής συνείδησης της ελληνικής εργατικής τάξης συνδέει την κομμουνιστική θεωρία με το οργανωμένο κομμάτι της και μέσω αυτού με τα ευρύτερα εργατικά και λαϊκά στρώματα. Η πολιτική και ιδεολογική παρουσία του ΚΚΕ για ένα περίπου αιώνα συνιστά από μόνη της ένα σημαντικό επίτευγμα για την ελληνική εργατική τάξη, πόσο μάλλον όταν το ΚΚΕ εγκαθιδρύοντας λαϊκούς θεσμούς άμυνας και αντιπροσώπευσης τόσο στην περίοδο του ΕΑΜ όσο και στην περίοδο του εμφυλίου (ταξικού) πολέμου προσέφερε τη δυνατότητα αυτοργάνωσης στον ίδιο το λαό. Να υπενθυμίσουμε εδώ ότι το ΚΚΕ τα κατάφερε όλα αυτά κινητοποιώντας τα εργατικά και λαϊκά στρώματα, απ' όπου προήλθαν εξάλλου μέσα και πόροι. Συνεπώς, το ΚΚΕ διαθέτει, παρά τις παραλείψεις και τα λάθη, το κοινωνικό κεφάλαιο, την πολιτική πείρα και την οργανωσιακή κουλτούρα για την υπεράσπιση των λαϊκών υποθέσεων και γι' αυτό χρειάζεται την εξουσία. Διασκεδάζονται έτσι απόψεις που ισχυρίζονται ότι το ΚΚΕ «θέλει να ελέγχει», ως η εξουσία να είναι αυτοσκοπός (ουσία) και όχι μέσο για την προώθηση (ταξικών) συμφερόντων. Οταν λοιπόν το ΚΚΕ τίθεται επικεφαλής των κοινωνικών αγώνων είναι υπόλογο απέναντι στο λαϊκό κίνημα και στην ιστορία. Εχει επομένως την ευθύνη να διαφυλάξει, μακριά από αυθορμητισμούς και τυχοδιωκτισμούς την πολιτικο-οργανωτική και ιστορικο-βιωματική συνέχεια της ελληνικής εργατικής τάξης.

Ας έρθουμε τώρα στις θέσεις της ΚΕ. Αναλύοντας το χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας η ΚΕ προσδιορίζει την αντικειμενική βάση της συμμαχίας των «λαϊκών δυνάμεων με την εργατική τάξη» (Θέσεις, σ. 44). Σε μεγάλο βαθμό η ύπαρξη πλατιών μικροαστικών στρωμάτων στη σφαίρα της απλής εμπορευματικής παραγωγής -σε αντιδιαστολή με το μεγαλύτερο μέρος των απασχολουμένων που ζουν από εξαρτημένη εργασία (63, 3%), (σ. 9) και εντάσσονται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής- καθιστά περισσότερο από αναγκαία την κοινωνική συμμαχία, περιορίζει όμως την κοινωνική της δυναμική. Σε συνάρτηση μάλιστα με την ανοδική αύξηση της απασχόλησης στα επιστημονικά - τεχνικά επαγγέλματα (30% σε επίπεδο δεκαετίας), τίθεται το ερώτημα, αν αυτή η κοινωνική συμμαχία δύναται να υποβαστάξει «εδώ και τώρα» το στόχο για την εργατική, σοσιαλιστική εξουσία (σ. 44), πόσο μάλλον όταν αυτά τα στρώματα, δυσκολεύονται, εξαιτίας εργασιακών και συμβολικών παραγόντων (περιεχόμενο, αμοιβές και στάτους της εργασίας, τρόποι ζωής κ.ά.), να ταυτιστούν με την εργατική τάξη, καθώς είναι μεν μισθωτοί εργαζόμενοι αλλά δεν είναι εργάτες. Βεβαίως, η ΚΕ προσεγγίζει την εργατική τάξη από την οπτική του συλλογικού εργάτη, οπτική που ορθά αμβλύνει τις λειτουργικές διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της μισθωτής εργασίας. Εντούτοις, όταν αυτή η οπτική προβληθεί πάνω στην ιστορική πραγματικότητα ανακύπτουν για τους λόγους που αναφέραμε ασυγχρονίες που επηρεάζουν αναπόφευκτα τον υποκειμενικό παράγοντα. Παρ' όλο που θα συνιστούσε ένα παράδοξο το ΚΚΕ ως εργατικό κόμμα να αντιμετωπίζει τις διαφορετικές ταξικές καταστάσεις της μισθωτής εργασίας ως ξεχωριστά κοινωνικά στρώματα, ώστε να τεθεί το ζήτημα μιας κοινωνικής συμμαχίας μαζί τους, εντούτοις οι συνθήκες ζωής και εργασίας των μεσαίων μισθωτών στρωμάτων απέχουν αρκετά από τις αντίστοιχες των εργατών, πράγμα που, ανεξάρτητα από το πώς ορίζουμε την κοινωνική τάξη (σχέση και θέση στο σύστημα παραγωγής), επηρεάζει την κοινωνική τους συνείδηση. Ακριβώς αυτή τη διαστρωμάτωση της μισθωτής εργασίας με τις αντίστοιχες αντιφάσεις είχε υπόψη του το 15ο Συνέδριο όταν έθετε το ζήτημα της κοινωνικής συμμαχίας «της εργατικής τάξης, της εργαζόμενης αγροτιάς, των μεσαίων στρωμάτων της πόλης, των κοινωνικών κινημάτων (...) με τους εργαζομένους στον τομέα του πολιτισμού και της επιστήμης» με πρόθεση να αναδείξει και να ενισχύσει τα στοιχεία που ενώνουν τον κόσμο της εργασίας.

Κατά κάποιο τρόπο η ΚΕ δείχνει τη στρατηγική, δε δείχνει όμως τον τρόπο με τον οποίο θα διανυθεί, -εφόσον η κατάσταση στην Ελλάδα δεν κρίνεται ως επαναστατική- ο δρόμος. Πώς θα κερδηθούν οι άλλοι μισθωτοί εργαζόμενοι, οι οποίοι εξαιτίας της επιδείνωσης της ταξικής τους κατάστασης, έχουν μετατοπιστεί προς «τα αριστερά» και προσχωρώντας στον ΣΥΡΙΖΑ αποριζοσπαστικοποιούνται. Και δεν εννοούμε φυσικά την «εργατική αριστοκρατία». Πώς θα κερδηθούν τα λαϊκά στρώματα που εξαιτίας της ίδιας της καπιταλιστικής καταπίεσης αδυνατούν να εκλογικεύσουν την κοινωνική τους θέση και στρέφονται προς αυταρχικές και αντιδραστικές λύσεις του κοινωνικού ζητήματος; Πώς θα διευρυνθεί, και αυτό είναι το πιο σημαντικό, η θέση του ΚΚΕ στο εργατικό κίνημα; Επειδή δεν μπορεί να υπάρχει επαναστατική στρατηγική χωρίς επαναστατική τακτική, το ΚΚΕ οφείλει να επεξεργαστεί προωθημένες λύσεις των λαϊκών αναγκών που θα εμπερικλείουν κιόλας τις δυνατότητες υπέρβασης της καπιταλιστικής πραγματικότητας. Είναι ακριβώς αυτή η «απροθυμία» του ΚΚΕ να «διαχειριστεί» την υπάρχουσα κατάσταση, -φοβούμενο, και δικαιολογημένα την ενσωμάτωσή του- που έχει ως συνέπεια την αποξένωσή του από αυτά τα στρώματα και τη συρρίκνωση της επιρροής του. Παρ' όλα αυτά, το ΚΚΕ μπορεί, συνδέοντας διαλεκτικά τη στρατηγική με την τακτική, να συνθέσει τα επιμέρους συμφέροντα αυτών των στρωμάτων σε μία νέα σχέση εκπροσώπησης με ενδιάμεσους στόχους, που θα θέτει πάρ' αυτα και την κατάργηση της ίδιας της μήτρας που τα γέννησε, δηλαδή του καπιταλιστικού καταμερισμού εργασίας. Σε τελική ανάλυση η κοινωνία δεν είναι άθροισμα ατόμων, για να απευθύνεται κανείς αποκλειστικά στο θυμικό τους, αλλά πλέγμα κοινωνικών σχέσεων που προσδιορίζει συμπεριφορές ατόμων και κοινωνικών στρωμάτων, επομένως και το πλαίσιο των κοινωνικών συγκλίσεων-συμμαχιών. Από την έκβαση αυτής της σχέσης θα εξαρτηθεί πάλι αν τα εργατικά και λαϊκά στρώματα θα εμπιστευτούν το ΚΚΕ. Συνεπώς, ευθύνη του ΚΚΕ είναι να διαμορφώσει τους όρους ώστε αυτά τα στρώματα να συνειδητοποιήσουν, ακόμη και μέσα από τις αντιδράσεις τους το αντικαπιταλιστικό νόημα των διεκδικήσεών τους. Από εκεί και μετά μπορούν να τεθούν όλα τα ζητήματα ακόμη και αυτό της εργατικής εξουσίας.


Θανάσης Αλεξίου
Πανεπιστήμιο Αιγαίου


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ