Πέμπτη 3 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΚΛΕΙΔΩΝΟΥΝ» ΤΟ ΑΥΡΙΟ

Φαμφάρες αυτή τη φορά δεν ακούστηκαν. Αν και, όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση, το «επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης 1999-2002», που εγκρίθηκε τη Δευτέρα από το ΕΚΟΦΙΝ, φέρνει τη χώρα πιο κοντά στην ένταξη, το επιτελείο του Γ. Παπαντωνίου φρονεί πως, στο φόντο των επερχόμενων εκλογών, δε χρειάζεται καμιά ιδιαίτερη συζήτηση ή συνεχείς παραπομπές στο θέμα. Πολύ περισσότερο, κρίνεται πως δεν είναι της στιγμής να ξεκινήσει με πρωτοβουλία της κυβέρνησης η οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από το σχετικό κείμενο-απόφαση του Συμβουλίου των υπουργών. Το επιχείρημα που προβάλλεται είναι απλό: Το ουσιαστικό μέρος της απόφασης του Συμβουλίου των υπουργών είναι εκείνο, που σημειώνει πως «το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σύγκλισης είναι σύμφωνο με τις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης» , κάτι που συνδέεται με τη θετική θέση του ΕΚΟΦΙΝ στο θέμα της ένταξης. Οι υπόλοιπες αναφορές, εκείνες δηλαδή στις οποίες η ΕΕ σκιαγραφεί με επαρκή ακρίβεια την από εδώ και πέρα πορεία της οικονομικής πολιτικής, κατά τους θιασώτες του... μονόδρομου της ΟΝΕ, αποτελούν «γενικές αναφορές στα πλαίσια των τυπικών διατυπώσεων, οι οποίες σχεδόν πάντα συνοδεύουν τα κείμενα των οργάνων της ΕΕ, όταν εκδίδουν αποφάσεις για τις χώρες-μέλη».

Ομως, για το «τι ξημερώνει» σχετικά με τους εργαζόμενους της χώρας και τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, το ζουμί βρίσκεται ακριβώς εκεί, στις δήθεν «τυπικές διατυπώσεις». Και εδώ που τα λέμε μάλλον αυτός είναι ο λόγος, το... ψητό δηλαδή, εξαιτίας του οποίου η έγκριση του επικαιροποιημένου προγράμματος επιχειρήθηκε να συνδεθεί με το «κλείδωμα» των εκλογών και όχι με ό,τι η κυβέρνηση σε συνεργασία με την ΕΕ «κλειδώνει» σε βάρος των λαϊκών μαζών.

Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να αποκρυβεί το γεγονός ότι το ΕΚΟΦΙΝ κάνει θετικές αναφορές στα αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής. Αλλωστε, και εδώ στην Ελλάδα θετικές είναι οι αντίστοιχες εκτιμήσεις που διατυπώνουν ο ΣΕΒ και άλλοι φορείς των μεγαλοεπιχειρηματιών, ή, παρά τα γενικά «ήξεις-αφήξεις», θετική είναι και η αποτίμηση που γίνεται κυρίως από τη ΝΔ και από στελέχη άλλων κομμάτων, που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο συμπορεύονται στην πορεία της καπιταλιστικής ενοποίησης στην Ευρώπη. Το κύριο όμως είναι άλλο: Οτι για όλους αυτούς - με πρώτους και καλύτερους τους εκπροσώπους της ΕΕ - το σύνολο των θετικών εκτιμήσεων είναι πάντοτε υπό την αίρεση συγκεκριμένων προϋποθέσεων. Προϋποθέσεις που, για τους κυβερνώντες, αποτελούν απαρέγκλιτο μπούσουλα στη διαμόρφωση της πολιτικής που εκπονούν. Προϋποθέσεις και συμφωνημένοι όροι, οι οποίοι σχεδόν χωρίς περιστροφές αποτυπώνονται και στην απόφαση της Δευτέρας, που πάρθηκε στις Βρυξέλλες, και με τους οποίους προδιαγράφεται το ζοφερό μέλλον που επιφυλάσσεται για τους εργαζόμενους της χώρας. Αφού, λοιπόν, το ΕΚΟΦΙΝ λέει τα σχετικά «μπράβο» για την πυγμή με την οποία η κυβέρνηση εφαρμόζει μέχρι σήμερα την πολιτική λιτότητας, συμπληρώνει:

  • «Το Συμβούλιο καλεί την ελληνική κυβέρνηση να ενισχύσει τον αντιπληθωριστικό προσανατολισμό των πολιτικών της, συμπεριλαμβανομένης της δημοσιονομικής και εισοδηματικής πολιτικής».
  • «Οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας του 2000, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, και η συνεργασία όλων των κοινωνικών εταίρων, αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία για την εξασφάλιση συνθηκών χαμηλού πληθωρισμού».
  • «Οι ελληνικές αρχές πρέπει να είναι σε ετοιμότητα ώστε να ασκήσουν αυστηρότερη δημοσιονομική πολιτική από το 2001, σε περίπτωση εμφάνισης πληθωριστικών πιέσεων».
  • Το Συμβούλιο «καλεί την ελληνική κυβέρνηση (...) να ενισχύσει τη δυναμική όσων αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, ώστε να ενισχυθούν οι ανταγωνιστικές συνθήκες και η ορθή λειτουργία των αγορών εργασίας, αγαθών και κεφαλαίων».

Το κείμενο τα λέει όλα από μόνο του. Διά πάσαν νόσον, φάρμακο και ασπιρίνη είναι: Η ακόμα πιο αντιλαϊκή εισοδηματική πολιτική, άσχετα από το γεγονός ότι εδώ και μια δεκαπενταετία οι εργαζόμενοι της χώρας βλέπουν καθημερινά το ροκάνισμα των εισοδημάτων τους λόγω της πολιτικής λιτότητας. Η κατάργηση, ουσιαστικά, των διαπραγματεύσεων για συλλογικές συμβάσεις , αφού η λεγόμενη «συνεργασία των κοινωνικών εταίρων» έχει πλέον ταυτιστεί με την απρόσκοπτη διευκόλυνση των εργοδοτών να μειώνουν το λεγόμενο «κόστος εργασίας», δίνοντας αυξήσεις-ψίχουλα στους μισθούς. Οι ακόμα περισσότεροι φόροι με ταυτόχρονη μείωση των κρατικών δαπανών κοινωνικού χαρακτήρα, αφού εκεί συγκλίνουν κάθε φορά τα λεγόμενα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής. Η πλήρης αμφισβήτηση κάθε έννοιας εργασιακού δικαιώματος, 8ωρου, μόνιμης απασχόλησης, κοινωνικοασφαλιστικής κάλυψης, μια και αυτό επιτάσσει η «ορθή λειτουργία των αγορών». Η περιθωριοποίηση του παραγωγικού δυναμικού της χώρας προς δόξαν της ελεύθερης διακίνησης των αγαθών και κεφαλαίων κ.ο.κ. Και... κερασάκι σε όλα αυτά η μόνιμη ετοιμότητα που πρέπει να επιδεικνύεται για την επιβολή συμπληρωματικών μέτρων.

Μόνο εθελοτυφλούντες, εκτός από τους «τυφλούς» διαχειριστές της κυβέρνησης, που έχουν αναγάγει σε εθνικό στόχο την ένταξη της χώρας της ΟΝΕ, είναι δυνατόν να παρερμηνεύσουν τις παραπάνω αναφορές. Οπως και να διαβαστούν αυτές οι... προτροπές, όποια στοιχεία κι αν χρησιμοποιηθούν για να κατανοήσει κανείς την ουσία τους, σε ένα και μόνο συμπέρασμα μπορεί να καταλήξει: Οι περιβόητες θυσίες για την ένταξη ήταν απλά ο... προθάλαμος. Την πραγματική λιτότητα, τη φτώχεια και την περιθωριοποίηση οι εργαζόμενοι θα τη γευτούν στη... μετα-ΟΝΕ εποχή. Τότε, που, αφού θα έχει εξασφαλιστεί - σύμφωνα με τους κοντόφθαλμους σχεδιασμούς της ολιγαρχίας - το μάντρωμα των λαών στην ΟΝΕ, θα τεθούν σε πλήρη ισχύ θεσμοί όπως το «Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», το οποίο θα λειτουργεί ως ο αυτόματος πιλότος και ο «μεγάλος αδελφός», για το ακόμα πιο συστηματικό, πιο συνολικό και χωρίς τέλος ξεζούμισμα των λαών, στο βωμό της εξασφάλισης της εύρυθμης λειτουργίας των αγορών. Στο όνομα, δηλαδή, της πλήρους υποταγής στα κέρδη των μονοπωλίων και των πολυεθνικών.

Το ΚΚΕ το έχει επισημάνει έγκαιρα. Η πορεία των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην ΕΕ προϋποθέτει τη χωρίς χρονικά όρια επιβολή πολιτικών λιτότητας για την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα, που θα εντείνεται και θα αφορά όλο και περισσότερο τις πλέον στοιχειώδεις κατακτήσεις των εργαζομένων, στην πορεία ολοκληρωτικής διαμόρφωσης και επιβολής μιας κυριολεκτικά «νέας τάξης» κυριαρχίας του μεγάλου κεφαλαίου και των πολυεθνικών. Από εκεί και πέρα, οι όποιες διαφορετικές ερμηνείες αποβλέπουν στον αποπροσανατολισμό του λαού και υπηρετούν τη λυσσαλέα προσπάθεια που γίνεται να μένει εγκλωβισμένος σε διάφορα ψευτοδιλήμματα για την ΟΝΕ και την ΕΕ.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ