Τετάρτη 25 Νοέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Στο χιόνι

Νάμαι, σ' ένα από τα 50 αποκλεισμένα από το χιόνι, ορεινά χωριά των Τρικάλων. Στην έγνοια μου, πώς θα μεταφέρω την αγωνία των αποκλεισμένων, τα παράπονα και τις κατάρες τους για την αδιαφορία της πολιτείας. Πώς θα στηλιτεύσω τους κυβερνώντες, που αφήνουν τους ανθρώπους της ορεινής Ελλάδας έρμους κι απροστάτευτους στο έλεος της αγριεμένης φύσης. Πώς θα καταγγείλω την "παγωνιά" της "εκσυγχρονιστικής" εξουσίας που ξεπαγιάζει τους ταπεινούς και καταφρονεμένους της ξεχασμένης πατρίδας.

Ηρθα να περιγράψω την ασχήμια της εγκατάλειψης κι αιχμαλωτίζομαι στην ομορφιά της παγωμένης φύσης. Υπάρχει ο κίνδυνος να παρεκκλίνω του δημοσιογραφικού καθήκοντος κι αντί να παρουσιάσω τα προβλήματα των ανθρώπων, να χαθώ σε ταξιδιωτικές εντυπώσεις. (Σαν κάποια καλοβολεμένα πλουσιόπαιδα της πόλης που επιχειρούν να παρουσιάσουν ως φυσιολατρία την απομόνωση και την εγκατάλειψη, για να δικαιολογήσουν την αδιαφορία της επίσημης πολιτείας). Αλλά πώς ν' αντισταθείς στις αισθήσεις σου; Πώς να τιθασεύσεις το ορμέφυτο που σ' οδηγεί στην ομορφιά και απομακρύνει τη σκέψη σου από την ασχήμια;

Βρήκα τη λύση: Θα περιγράψω την ομορφιά της φύσης και την ωραιότητα της ψυχής των ανθρώπων της ξεχασμένης Ελλάδας, για να δείξω την ασχήμια και την απανθρωπιά των ανθρώπων της εξουσίας.

Το χιόνι, σαν ένα απέραντο, άσπρο πέπλο, σκεπάζει το χώμα για να το ζεστάνει. Από τις στέγες των κεραμιδιών κρέμονται, σα λαμπριάτικες λαμπάδες, οι κρύσταλλοι. Στις ρούγες των σπιτιών, σπουργίτια, πάντα αισιόδοξα, σκαλίζουν το χιόνι για να ξετρυπώσουν το σκουληκάκι της επιβίωσής τους, ενώ τα κυνηγάει η τσίχλα, για να κλέψει το "μεζέ". Ο αντίλαλος στο αγριεμένο γάβγισμα του σκύλου, προειδοποιεί τον πεινασμένο λύκο να μην τολμήσει να κατέβει. Στη θαλπωρή της σπηλιάς, δίπλα στην ξερολιθιά, το κοιμισμένο φίδι χαίρεται τη χειμερία νάρκη του, περιμένοντας να ξυπνήσει την άνοιξη. Απέναντι, τα έλατα φόρεσαν, πρόωρα, τη χριστουγεννιάτικη στολή τους και χορεύουν το τραγούδι του ανέμου, αγκαλιασμένα με τα νυφοντυμένα πεύκα. Και λίγο μακρύτερα, στην κορφή της καταχνιάς, ο ορίζοντας σμίγει για να δώσει ο ουρανός το ερωτικό φιλί του στη γη.

Ακολουθώντας το ντορό που άνοιξαν οι βαριές πατημασιές της μπότας, μπαίνω στο καφενείο. Αγκαλιά την ξυλόσομπα, το άναμμα του τσιγάρου από τα κάρβουνα και το τσίπουρο στο στόμα για να ζεσταθούν τα παγωμένα σωθικά.

Κάτι μυστήρια πράματα. Εδώ δε μιλάς με φιοριτούρες, παρά με λόγια. Δεν κοιτάς κρυφά, αλλά κατάματα. Δεν κρύβεις την άγνοιά σου, τη συζητάς. Εδώ μαθαίνεις. Πώς η γέννηση ενός παιδιού προσθέτει ένα επώνυμο άνθρωπο κι όχι μια ακόμα ανώνυμη ύπαρξη. Το ζυμωτό ψωμί μπορεί να χορτάσει τη φτώχεια. Το ντύσιμο δεν ξεχωρίζει. Η ανηφόρα δεν κουράζει τη νιότη και η ανημποριά δεν απελπίζει τα γηρατειά. Ο θάνατος αποτελεί απώλεια, αλλά και συνέχεια της ζωής.

Δεν είναι εδώ οι παραπονιάρηδες και οι γκρινιάρηδες. Είναι εδώ οι απαιτητικοί και οι περήφανοι. Αλλωστε, τούτοι οι άνθρωποι ζουν σε αντίξοες συνθήκες χειμώνα καλοκαίρι, πάντα μόνοι τους επιχειρούν να λύσουν τα προβλήματα, αφού ποτέ δε βρίσκουν τη βοήθεια του κράτους. Είναι σκληραγωγημένοι και ανθεκτικοί. Δεν κλαίγονται, λοιπόν, για τον αποκλεισμό τους από το χιόνι, γιατί ποτέ δεν εχθρεύτηκαν τη φύση, με την οποία ζουν αρμονικά και δε φοβούνται τη μοναξιά. Θυμώνουν, όμως, που δεν έχουν να φάνε τα ζώα τους, που κλείνουν τα σχολεία των παιδιών τους, που οι άρρωστοι δεν μπορούν να πάνε για να γιατρευτούν. Κι οργίζονται που οι άχρηστοι, οι αδιάφοροι, οι μπαγαπόντηδες, οι κυνικοί και οι απάνθρωποι κυβερνώντες, τους θεωρούν πολίτες δεύτερης κατηγορίας.

Παύλος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ