Παρασκευή 29 Μάη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
"Μαθαίναμε να ζούμε αρμονικά με τους άλλους"

Μιλά στο "Ρ" ο 60χρονος Ηλίας Σαμουρέλης, που έζησε έως τα 18 του στη σαρακατσάνικη κοινωνία. Και επισημαίνει πως αυτά τα χρόνια αποδείχτηκαν πολύτιμα γιατί έμαθε απ' τους προγόνους του να 'ναι "εργατικός, φιλότιμος, φιλόξενος κι ολιγαρκής"

Εχει μεγαλώσει και έχει γαλουχηθεί με τις ιδιαίτερες συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμα της σαρακατσάνικης κοινωνίας. Μετά το στρατό, ήρθε στην Αθήνα και βρέθηκε αντιμέτωπος με έναν τελείως διαφορετικό τρόπο ζωής. Και μπορεί αυτός ο σύγχρονος τρόπος ζωής να τον απορρόφησε, δεν κατάφερε όμως να του σβήσει απ' τη μνήμη τα πολύτιμα βιώματα της παιδικής του ηλικίας που του επιτρέπουν σήμερα, στα 60 του χρόνια, να κάνει τη "σύγκριση": "Ζώντας και μεγαλώνοντας κανείς στην κοινωνία των Σαρακατσαναίων, μάθαινε να ζει αρμονικά με τους άλλους. Γινόταν εργατικός, φιλότιμος, φιλόξενος, ολιγαρκής. Οι Σαρακατσαναίοι δεν πρόδιδαν ποτέ κανέναν και για τίποτα, ακόμα κι αν ήταν εχθρός τους".

Ο Ηλίας Σαμουρέλης γεννήθηκε μέσα σε μια καλύβα στο χωριό Αγιος Βασίλειος, στο Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, από γονείς Σαρακατσάνους που προέρχονταν απ' τη Θεσσαλία. Αργότερα ψάχνοντας το γενεαλογικό του δέντρο έμαθε πως ο προπάππους του λεγόταν Στεργιούλης, καταγόταν απ' την Ηπειρο και μαζί με μια ομάδα 69 ατόμων - που ήταν Κλέφτες - έκαναν αντίσταση κατά των Τούρκων. Απ' αυτή την ομάδα επέζησαν τελικά μόνο οχτώ, ανάμεσά τους και ο Στεργιούλης. Κυνηγημένοι τότε από τους Τούρκους κατέφυγαν στη Θεσσαλία, όπου και μετονομάστηκαν σε Σαμουρέληδες. Από κει απέμεινε και το επώνυμο. Από τη μετεγκατάσταση στη Θεσσαλία, όμως, προέκυψε και η... καταγωγή.

Γυρνώντας το χρόνο πολύ πίσω ο Η. Σαμουρέλης θυμάται με νοσταλγία τα παιδικά του χρόνια, που τα πέρασε - ως γνήσιο τέκνο Σαρακατσαναίων - σε διάφορα βοσκοτόπια. Θυμάται τον τρόπο με τον οποίο φτιάχνανε τις καλύβες, μετά από κάθε μετακίνησή τους. Οι καλύβες των Σαρακατσαναίων, λέει ο Η. Σαμουρέλης, κατασκευάζονταν από ξύλο, βαλτώδη φυτά και από φύλλα σίκαλης. Τα υλικά αυτά σοβατίζονταν από μέσα, μέχρι το ύψος του ανθρώπου, με ένα μείγμα που φτιαχνόταν από χώμα και χόρτα και το οποίο το άπλωναν με τα χέρια τους. Γι' αυτό και την εργασία αυτή την ονόμαζαν "παλάμισμα".

"Ολόκληρη η ζωή των Σαρακατσαναίων βασιζόταν στα πρόβατά τους. Η μετακόμισή τους, από περιοχή σε περιοχή, γινόταν δύο φορές το χρόνο. Η μία γινόταν γύρω στον Οκτώβρη, κοντά στη γιορτή του Αγίου Δημητρίου. Γι' αυτό και οι Σαρακατσάνοι συνήθιζαν να ονομάζουν τον Οκτώβρη "Αϊ - Δημήτρη". Η δεύτερη μετακίνησή τους γινόταν την άνοιξη, κοντά στη γιορτή του ΑγίουΓεωργίου. Το χειμώνα, δηλαδή, κατέβαιναν στον κάμπο και το καλοκαίρι ανέβαιναν οι οικογένειες μαζί με τα πρόβατά τους στα βουνά", θυμάται ο Η. Σαμουρέλης. Επισημαίνει, μάλιστα, πως σε κάθε μετακίνηση πρώτα ξεκίναγαν οι γυναίκες με τα παιδιά, παίρνοντας μαζί τους τα άλογα και όλον τον οικιακό εξοπλισμό. Οταν τα γυναικόπαιδα διάνυαν μια απόσταση γύρω στα 150 χιλιόμετρα, έστηναν το καινούριο σπιτικό τους, ενώ οι άνδρες με τα πρόβατα προσπαθούσαν να καθυστερήσουν όσο το δυνατόν περισσότερο. "Αυτό δε γινόταν τυχαία. Σκοπός των ανδρών ήταν τα πρόβατα, κατά τη διάρκεια της μετακίνησης, να τρώνε τα χόρτα των άλλων περιοχών", αφηγείται. Τελικά άνδρες και γυναίκες έσμιγαν ξανά μετά από δύο μήνες περίπου.

Εστω κι εμπειρικά κατάφερναν πολλά

"Αυτό που πρέπει ιδιαίτερα να τονίσω είναι πως ακόμα και τα παιδιά των Σαρακατσαναίων από πολύ νωρίς μάθαιναν να στηρίζουν τη ζωή τους, ακόμα και τα παιχνίδια τους, στην ομαδικότητα. Τα παιχνίδια μας, όπως για παράδειγμα το μαντιλάκι ή η γουρούνα, ήταν παιχνίδια που βασίζονταν στην ομαδικότητα, στη συμμετοχή και πάνω απ' όλα στο κέφι και το γέλιο. Δηλαδή ποτέ στα σαρακατσάνικα παιγνίδια δε συναντούσες την απομόνωση, τη βία και ήταν παιχνίδια πάντα απομακρυσμένα απ' το πνεύμα του πολέμου. Θεωρώ πως τα παιχνίδια αυτά δεν πρόσφεραν μόνο ψυχαγωγία αλλά στηρίζονταν σε σωστές παιδαγωγικές μεθόδους. Δεν είναι τυχαίο πως η κοινωνία των Σαρακατσαναίων - έστω και εμπειρικά - κατάφερνε να απομονώσει αυτό που η σύγχρονη κοινωνία δε θέλει να κάνει: Την ανταγωνιστικότητα και τη βία", επισημαίνει ο Η. Σαμουρέλης.

Οσον αφορά την παιδεία, σχολείο πήγαιναν μόνο τα αγόρια - κι αυτά σπάνια - ενώ μετά το 1930 ξεκίνησαν να πηγαίνουν και κάποια κορίτσια. "Επειδή όμως συνήθως τα παιδιά δούλευαν το χειμώνα - τα αγόρια για παράδειγμα από πέντε χρόνων βοηθούσαν στη βοσκή αλλά και στη γενικότερη φροντίδα των ζώων - γίνονταν μαθήματα από δασκάλους ή και φοιτητές, που πήγαιναν στα λιβάδια όπου ζούσαν οι Σαρακατσαναίοι και έμεναν μαζί τους ολόκληρο το καλοκαίρι. Τα μαθήματα γίνονταν μέσα στη λεγόμενη "δασκαλοκαλύβα", όπου υπήρχαν περίπου 20 - 25 παιδιά. Δεν ξέρω πώς ακούγεται σήμερα, αλλά τα μαθήματα αυτά είχαν πολύ καλά αποτελέσματα", υπογράμμισε ο Η. Σαμουρέλης.

Εξίσου εκπληκτικά προχωρημένη ήταν και η εσωτερική οργάνωση καθώς και ο καταμερισμός των αρμοδιοτήτων στις κοινωνίες των Σαρακατσάνων. Ο Η. Σαμουρέλης θυμάται πως αρχηγός της κοινωνίας ήταν πάντα ο αρχιτσέλιγκας - αυτός δηλαδή που είχε τα περισσότερα πρόβατα. "Η κοινωνία τους με έναν απλό αλλά πολύ σοφό τρόπο είχε λύσει τα περισσότερα κοινωνικά προβλήματα. Κάθε άνθρωπος είχε τη δική του θέση και υπόσταση. Υπήρχε ο "σοφός", ο "αρχηγός", ο "κτηνίατρος"", τόνισε.

Τι σημαίνει, όμως, για τους απογόνους των Σαρακατσαναίων το καθιερωμένο - σε ετήσια βάση - αντάμωμά τους; Ο Η. Σαμουρέλης είναι κατηγορηματικός: "Ο στόχος μας είναι καθαρά να διατηρηθούν τα ήθη και έθιμα αυτής της κοινωνίας. Να "περάσουν" απ' τους μεγαλύτερους στους νεότερους. Να γνωρίσουν οι νέοι τις ρίζες τους και να μπορούν να δώσουν απάντηση στο "από πού έρχομαι". Παράλληλα είναι μια καλή ευκαιρία να μαζευτούμε όλοι, να βρεθούμε μαζί, να γλεντήσουμε, να θυμηθούμε".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ