Κυριακή 20 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΛΙΔΑ
Η κοινωνική ασφάλιση στη μετα-ΟΝΕ εποχή

Ηισοπέδωση των κατακτημένων ασφαλιστικών δικαιωμάτων θα είναι η σκληρή πραγματικότητα που περιμένει τους εργαζόμενους, αν από τις εκλογές της 9ης Απρίλη βγουν ενισχυμένοι οι υποστηρικτές του μονόδρομου της ΟΝΕ. Μια απλή «ανάγνωση» των κοινοτικών κατευθύνσεων και των προσεκτικών δηλώσεων των κυβερνητικών στελεχών μπορεί να πείσει και τον πιο κακοπροαίρετο αναγνώστη ότι η παραπάνω θέση δεν πηγάζει από διάθεση καταστροφολογικών προβλέψεων. Ηδη από το 1998 η Ευρωπαϊκή Ενωση τόνιζε σε Εκθεσή της (23/4/98) την ανάγκη «ανατροπής της τάσης των ατόμων να αποσύρονται προτού συμπληρώσουν την επίσημη ηλικία συνταξιοδότησης», θέσπισης αυστηρότερων κριτηρίων για κοινωνικές παροχές, περιορισμού του κόστους υγειονομικής περίθαλψης και το γεγονός ότι έχουν καταστεί «πιεστικότεροι οι περιορισμοί για τη χρηματοδότηση συστημάτων κοινωνικής προστασίας». Ενώ το Συμβούλιο της ΕΕ, κατά την πρόσφατη εξέταση του προγράμματος «σύγκλισης» της Ελλάδας, κάλεσε την κυβέρνηση να ισχυροποιήσει «τη δυναμική των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων ώστε να ενισχυθεί η ορθή λειτουργία της αγοράς εργασίας, αγαθών και κεφαλαίων» («Καθημερινή» 1/2).

Σε πρόσφατη επιστολή του προς τον Πορτογάλο πρωθυπουργό κ. Γκουτιέρες, ο Κ. Σημίτης αναφέρει προκλητικά ότι «η ίδια η έννοια της γήρανσης έχει αλλάξει στις μέρες μας», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης (ΝΕΑ 10/2). Ταυτόχρονα, το ΚΕΠΕ προκηρύσσει μελέτη για την αναθεώρηση του καταλόγου των βαριών και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, που οδηγούν μέχρι σήμερα σε πρόωρη συνταξιοδότηση (ΝΕΑ 15/2).

Το νέο μοντέλο για την κοινωνική ασφάλιση ανέλαβε να παρουσιάσει με πρόσφατο άρθρο του ο διοικητής του ΙΚΑ, Μιλτιάδης Νεκτάριος (ΝΕΑ 3/2). Πρόκειται για την υιοθέτηση σε μεγάλο βαθμό του περιβόητου συστήματος της Χιλής, με το οποίο φλέρταρε ήδη ο Κ. Σημίτης σε παλιότερη αρθρογραφία του, όταν ακόμα ήταν βουλευτής του ΠΑΣΟΚ (ΝΕΑ 19/9/92).

Το μοντέλο αυτό προβλέπει τη διάσπαση της ασφαλιστικής κάλυψης σε 3 βασικούς πυλώνες:

1. Της εξασφάλισης της κατώτερης «εθνικής σύνταξης» για όλους τους εργαζόμενους, αλλά και τους άνεργους. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα απλό βοήθημα κοινωνικής πρόνοιας, με στόχο τη συγκράτηση της απόλυτης εξαθλίωσης στο τμήμα των εργαζομένων που βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας.

2. Της επικουρικής σύνταξης, όπου εγκαταλείπεται το σημερινό σύστημα χρηματοδότησης (σταθερής διανομής εφ' όρου ζωής) και εισάγεται το «σύστημα της πλήρους κεφαλαιοποίησης», κατά το οποίο από κοινού εργοδότες και εργαζόμενοι θα διαχειρίζονται την απόδοση ενός μέρους της σύνταξης με βάση τις μακροχρόνιες αποδόσεις της κεφαλαιαγοράς... Πρόκειται για μια εξέλιξη που οδηγεί στην υποβάθμιση της κρατικής ευθύνης και στη σύνδεση της τύχης των Ταμείων με την πορεία της αγοράς χρήματος (χρηματιστήριο, αγορές ομολόγων, κλπ.). Ο πυλώνας αυτός θα καλύπτει, επίσης, μόνο ένα τμήμα του συνολικού ποσού της σημερινής σύνταξης.

3. Της συμπληρωματικής ιδιωτικής ασφάλισης, όπου ο εργαζόμενος θα διασφαλίζει επιτέλους μια αξιοπρεπή σύνταξη με όρους ανταποδοτικότητας, δηλαδή μόνο όταν μπορεί να καταβάλλει για πολλά χρόνια μια συγκεκριμένη χρηματική εισφορά σε ιδιωτικούς μονοπωλιακούς ομίλους.

Οπως ήταν αναμενόμενο, καμιά συζήτηση δε γίνεται, ούτε αυτή τη φορά, για την τήρηση της εργοδοτικής υποχρέωσης για ασφαλιστική κάλυψη του εργαζόμενου απέναντι στον επαγγελματικό κίνδυνο, τη στιγμή που θερίζουν τα εργατικά ατυχήματα και οι επαγγελματικές ασθένειες.

Με δυο λόγια, λοιπόν, το μοντέλο της μετα-ΟΝΕ εποχής συρρικνώνει δραματικά τις κατακτημένες εργοδοτικές και κρατικές υποχρεώσεις και μετακυλίει το βάρος της ασφαλιστικής κάλυψης στον ίδιο τον εργαζόμενο. Ταυτόχρονα, προβλέπει αύξηση των χρονικών ορίων συνταξιοδότησης για μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων.

Για την προώθηση αυτών των σχεδίων τα στελέχη της κυβέρνησης αλλά και της ΝΔ διατυμπανίζουν προπαγανδιστικά:

α) Την ατομική ευθύνη που έχει, τάχα, ο εργαζόμενος για την ασφαλιστική του κάλυψη, σε αντιπαράθεση με την κρατική υποχρέωση.

β) Την υποτιθέμενη αγωνία για το μέλλον των Ταμείων στη χώρα μας και τον κίνδυνο για την «αντοχή της εθνικής οικονομίας», αν διατηρηθεί η σημερινή κατάσταση. Επικαλούνται τη γήρανση του πληθυσμού και την τάση αύξησης του αριθμού των συνταξιούχων σε σχέση με τους εργαζόμενους.

Προσπαθούν να εμφανίσουν το ζήτημα ως ελληνικό ιδιαίτερο πρόβλημα, τη στιγμή που υπάρχει συγκεκριμένη γενική κοινοτική κατεύθυνση. Τολμούν να μιλούν για την αντοχή της οικονομίας, την ώρα που πολλαπλασιάζεται τα τελευταία χρόνια η κερδοφορία των μονοπωλίων που δρουν στη χώρα μας. Αποκρύπτουν τη σημαντική αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας και εστιάζουν μονομερώς στον αριθμό των εργαζομένων.

Καμώνονται πως ενδιαφέρονται για την τύχη των Ταμείων, τη στιγμή που η ΕΥΠΕΑ (Ειδική Υπηρεσία Ελέγχου Ασφάλισης) του ΙΚΑ διαπιστώνει στους δειγματοληπτικούς ελέγχους της ότι το 30% των εργαζομένων είναι ανασφάλιστοι και το 20% των επιχειρήσεων δεν έχει απογραφεί από το ΙΚΑ. Εμφανίζονται από τη μια να ανησυχούν για τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων και από την άλλη να προσδοκούν υψηλά κέρδη από την είσοδο των αποθεματικών τους στο χρηματιστήριο.

Οι πολιτικές δυνάμεις που υποστηρίζουν το πρόγραμμα «σύγκλισης» της ελληνικής οικονομίας προσπαθούν να αποκρύψουν τις πραγματικές αιτίες της αντιδραστικής επίθεσης στο ασφαλιστικό. Η επίθεση αυτή σχετίζεται με την ανάγκη του υπερσυσσωρευμένου ιδιωτικού κεφαλαίου να βρει κερδοφόρα διέξοδο σε νέα πεδία δράσης. Εδράζεται στην αλλαγή του συσχετισμού σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας, μετά τις ανατροπές στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες. Υπηρετεί τις ανάγκες κερδοφορίας, συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Συνδέεται οργανικά με την προώθηση των εργασιακών σχέσεων της κοινοτικής «Λευκής Βίβλου», την επιβολή του περιπλανώμενου, μισοκαταρτισμένου, «απασχολήσιμου» εργαζόμενου, που δεν καλύπτεται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Γι' αυτό και ο Κ. Σημίτης στην επιστολή του προς τον κ. Γκουτιέρες τονίζει ότι «η αύξηση της κινητικότητας των εργαζομένων θέτει νέες διαστάσεις στο ζήτημα της ισορροπίας των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης». Στα κοινοτικά επιτελεία δε λείπουν οι ιδέες γι' αυτή τη νέα ισορροπία, π.χ., μερική απασχόληση με μερική συνταξιοδότηση.

Οι εργαζόμενοι θα βρεθούν, επομένως, μπροστά σε μια πρωτοφανή επίθεση ανατροπής των κατακτήσεών τους στο ασφαλιστικό αμέσως μετά τις εκλογές.

Μια επίθεση που θα πραγματοποιηθεί, είτε υπάρξει «πράσινη» είτε υπάρξει «γαλάζια» κυβέρνηση. Για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους θα χρειαστούν σκληροί αγώνες στο πολιτικό και στο συνδικαλιστικό επίπεδο. Γι' αυτό θα πρέπει να στηρίξουν με κάθε τρόπο το ΚΚΕ σε αυτές τις εκλογές. Να δώσουν δύναμη στη δύναμή τους.


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ